Ενάντια στην αντεργατική μεταρρύθμιση – να περάσουμε από τη διεκδίκηση στην επαναστατική προοπτική

Τα τελευταία χρόνια, με το ξέσπασμα της δομικής καπιταλιστικής κρίσης, οι διάφοροι διαχειριστές του κράτους επέβαλλαν μια σειρά από νόμους προκειμένου να επεκτείνουν την εκμετάλλευση και την καταπίεση των απο τα κάτω. Η υγειονομική κρίση που ξέσπασε το τελευταίο χρόνο παγκόσμια, δημιούργησε ένα προνομιακό περιβάλλον για την κυριαρχία, προκειμένου να επιχειρήσει την ολοένα και μεγαλύτερη κρατική και καπιταλιστική επίθεση. Απαγορεύσεις μετακινήσεων, διαδηλώσεων, συγκεντρώσεων και εκτεταμένη καταστολή, αποτέλεσαν και αποτελούν κεντρικές πολιτικές σε όλο τον πλανήτη.

Στον τομέα της εκπαίδευσης, ο νόμος Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη ήρθε να επιβάλλει την νέα κανονικότητα του ελέγχου και της πειθάρχησης αλλά και να ενισχύσει το ρόλο του πανεπιστημίου ως επιχείρηση. Η αποστείρωση και η εντατικοποίηση σε πανεπιστήμια και σχολεία αποτελεί για την κυριαρχία ιδανικό εργαλείο διαμόρφωσης του μελλοντικού και πλέον πειθήνιου εργατικού δυναμικού. Στον τομέα της εργασίας, τα «υγειονομικά μέτρα» αποτέλεσαν πρώτης τάξεως ευκαιρία για το βάθεμα της εκμετάλλευσης. Από την πρώτη στιγμή λοιπόν, τα μέτρα «προστασίας της εργασίας» ήρθαν για να πλήξουν τις εργαζόμενες και να διασώσουν τα αφεντικά. Χιλιάδες εργαζόμενοι βρέθηκαν να προσπαθούν να επιβιώσουν με το επίδομα των 534 ευρώ. Ενώ ακόμη περισσότεροι είναι αυτοί που αποκλείστηκαν και από αυτό το επίδομα, επειδή δούλευαν αδήλωτοι. Την ίδια ώρα αναγκάστηκαν να συνεχίζουν να δουλεύουν τσάμπα, σε καθεστώς ημιπαρανομίας, με το φόβο του εξοντωτικού προστίμου για τη μετάβασή τους προς και από τη δουλειά. Παράλληλα, εισήχθη σε πολλούς κλάδους και επεκτάθηκε δραματικά σε άλλους, η τηλεργασία, με πολλές και βαθιές αρνητικές επιπτώσεις στους όρους εκμετάλλευσης των εργαζομένων.

Μέσα σε αυτή τη νέα κανονικότητα και το δυστοπικό πλαίσιο που βιώνουμε, έρχεται το καινούργιο νομοσχέδιο Χατζηδάκη, το οποίο στοχεύει να δώσει τέλος στις εργατικές διεκδικήσεις και να αναιρέσει και τα τελευταία εργατικά κεκτημένα. Πιο συγκεκριμένα, η κατάργηση της 8ωρης εργασίας είναι κομβικό σημείο του νέου νόμου και έρχεται να νομιμοποιήσει την υπάρχουσα συνθήκη σε διάφορους εργασιακούς τομείς αλλά και να την επεκτείνει σε άλλους. Η υπερωριακή εργασία πλέον θα είναι απλήρωτη και θα αντιστοιχεί με μέρες ή ώρες ρεπό, όταν και εφόσον το επιτρέψουν τα αφεντικά. Η δεκάωρη εργασία θα πραγματοποιείται μέσω ατομικών συμβάσεων στις επιχειρήσεις που δεν υπάρχουν συλλογικές συμβάσεις, οι οποίες μέσα από το ίδιο το νομοσχέδιο, θα αυξηθούν κατακόρυφα. Παράλληλα, καμία διάταξη δεν προστατεύει τον εργαζόμενο από το να απολυθεί και οι απλήρωτες ώρες υπερωρίας να πάνε στα αζήτητα. Ένα άλλο σημείο του νομοσχεδίου αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης επέκτασης της κυριακάτικης εργασίας στο λιανεμπόριο από την αριστερή κυβέρνηση, η οποία πλέον επεκτείνεται σε ακόμη 7 τουλάχιστον κλάδους. Η εντατικοποίηση της εργασίας και η επέκταση των ωραρίων, όπως συνοπτικά αναπτύχθηκαν παραπάνω είναι μια συνθήκη που νομοτελειακά θα οδηγήσει σε ακόμα περισσότερα «εργατικά ατυχήματα» – εργατικές δολοφονίες. Τέλος, η εισαγωγή της τηλεργασίας τον τελευταίο χρόνο έρχεται να μονιμοποιηθεί, εγκαθιδρύοντας ένα καθεστώς, όπου ο προσωπικός χρόνος και χώρος μετατρέπεται σε εργασιακός. Με αυτό το τρόπο τα όρια ελεύθερου και εργάσιμου χρόνου γίνονται δυσδιάκριτα με διάφορες ψυχολογικές, μεταξύ άλλων, συνέπειες στους εργαζόμενους. Η δουλειά από το σπίτι εμποδίζει την αλληλεπίδραση με συναδέλφισσες άρα οποιαδήποτε συλλογικοποίηση και αντίδραση γίνεται εξαιρετικά δύσκολη. Συγχρόνως, πραγματοποιείται μια τεράστια απαλλαγή δαπανών από τα αφεντικά, καθώς οικονομικά φορτία μετακυλίονται στους εργαζόμενους (ρεύμα, νερό, υλικοτεχνική υποδομή Η/Υ, internet, καθαριότητα κ.α.).

Την ίδια στιγμή, το νομοσχέδιο επιχειρεί να βάλει τέλος στις εργατικές διεκδικήσεις και να απλώσει ένα καθεστώς, όπου κράτος και αφεντικά ανενόχλητα, θα επιτίθενται στις εργαζόμενες. Η υποχρεωτική καταγραφή σωματείων και μελών τους και η διαχείριση αυτής της πληροφορίας από το κράτος θα αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα οργάνωσης σε σωματεία, καθώς θα στοχοποιούνται όσοι επιθυμούν κάποια μορφή συλλογικοποίησης. Πολλαπλές διατάξεις του νέου νόμου έρχονται να χτυπήσουν ειδικά την απεργία. Αυτό γίνεται:

1) μέσω της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στις γενικές συνελεύσεις και της απαίτησης για το 50%+1 των μελών προκειμένου η απεργία να είναι νόμιμη (διάταξη που ψήφισε η κυβέρνηση του σύριζα),

2) μέσω της θεσμοθέτησης προσωπικού ασφαλείας στο 1/3 του συνόλου των εργαζομένων στις επιχειρήσεις που ονομάζουν «κοινής ωφέλειας», οδηγώντας στη λειτουργία της επιχείρησης τη μέρα της απεργίας και άρα μετατρέποντάς την σε συμβολική,

3) με την ποινικοποίηση των απεργιακών περιφρουρήσεων που αποτελεί ασπίδα για την απεργοσπασία και μπορεί να οδηγήσει στην παρανομοποίηση της απεργίας αν εμποδιστεί η είσοδος απεργοσπαστών στην επιχείρηση ή ακόμη και αν τους ασκηθεί ψυχολογική βία (!).

Τέλος, οι διατάξεις που ανοίγουν το δρόμο για απολύσεις συνδικαλιστών δείχνουν ξεκάθαρα τη στόχευση της συνδικαλιστικής δράσης γενικότερα.

Αυτό λοιπόν είναι το παρόν και το μέλλον που κράτος και αφεντικά εξυφαίνουν για μας και την τάξη μας. Ένα μέλλον με ακόμα λιγότερο χρόνο και ελευθερίες, με ακόμα περισσότερο θάνατο, εκμετάλλευση και υποταγή. Το νομοσχέδιο της ΝΔ στη μετά-covid κανονικότητα έρχεται να επισφραγίσει την ύφεση των κοινωνικών και ταξικών αντιστάσεων στη χώρα τα τελευταία χρόνια. Να πάρει πίσω και τις τελευταίες εργατικές κατακτήσεις του παρελθόντος, να βάλει ταφόπλακα σε κάθε διεκδίκηση και να επιβάλλει σιωπή νεκροταφείου στους εργασιακούς χώρους. Η μόνη απάντηση στα σχέδια τους δε μπορεί παρά να είναι ο ανυποχώρητος ταξικός αγώνας και η (αυτο)οργάνωση των εργατών/τριων. Ένας αγώνας σε πολλά επίπεδα και με μεγάλο εύρος: από τη συλλογικοποίηση και την οργάνωση στα σωματεία βάσης, την καθημερινή πολιτική δουλειά στους χώρους εργασίας και το σαμποτάζ στην παραγωγική διαδικασία, μέχρι τη συμμετοχή στις απεργίες και την περιφρούρησή τους, στις διαδηλώσεις και τις συγκρούσεις στο δρόμο. Και όταν λέμε απεργίες δεν εννοούμε τα 24ωρα «πυροτεχνήματα» της ξεπουλημένης εργοδοτικής ΓΣΕΕ την ημέρα της εκάστοτε ψήφισης, ούτε το μάντρωμα στα κομματικά στεγανά του ΠΑΜΕ, αλλά τις απεργίες διαρκείας και τις άγριες απεργίες, που μπλοκάρουν την παραγωγή, προκαλούν υλικό κόστος στα αφεντικά και είναι διατεθειμένες και έτοιμες να αντιμετωπίσουν την καταστολή. Μονάχα έτσι η απεργία μπορεί να γίνει ξανά λέξη επικίνδυνη.

Και αν κάτι τέτοιο στη σημερινή δυστοπική συνθήκη φαντάζει ουτοπικό, δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα, για να διδάξουν και να εμπνεύσουν τους αγώνες του σήμερα. Από την εξέγερση στο Σικάγο το 1886, όπου και κατακτήθηκε το 8ωρο, μέχρι το ματωμένο Μάη των απεργών καπνεργατών στη Θεσσαλονίκη το ’36. Από τις μαζικές συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής και τα ξηλωμένα πεζοδρόμια της δεκαετίας του ’60, μέχρι τις απεργίες διαρκείας και τους πρώτους νεκρούς της μεταπολίτευσης. Από τις συγκρουσιακές απεργιακές περιφρουρήσεις της δεκαετίας του ’90, μέχρι τις τεράστιες διαδηλώσεις και συγκρούσεις των πρώτων μνημονιακών χρόνων, όταν και ανέλαβε η σοσιαλδημοκρατία του ΣΥΡΙΖΑ να αφομοιώσει και να αποσαθρώσει τα κινήματα. Η ιστορία μας δείχνει ότι τίποτα δε μας χαρίστηκε και τίποτα δεν αποκτήθηκε με μια απλωμένη παλάμη, αλλά τα πάντα κατακτήθηκαν με σκληρούς αγώνες, όχι νόμιμους ή παράνομους αλλά δίκαιους. Το ίδιο αποδεικνύουν και οι ανά τον πλανήτη εξεγέρσεις τα τελευταία χρόνια, σε Γαλλία, Χιλή, Κολομβία, Κίνα, και αλλού, εκεί όπου η ιστορία γράφεται και που όλα είναι δυνατά.

Δε θα πρέπει να ξεχνάμε βέβαια ότι όσο υπάρχουν κράτη και καπιταλισμός, όσο υπάρχουν εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενες, η εργασία ποτέ δε θα αποκτήσει ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά θα είναι πάντα προϊόν εκμετάλλευσης και καταναγκασμός ή αλλιώς μισθωτή σκλαβιά. Έτσι, κανένας αγώνας για την ανάσχεση κάποιου αντεργατικού νομοσχεδίου ή για βελτίωση των συνθηκών εργασίας δε θα είναι ποτέ αρκετός, αν δε στοχεύει στην κοινωνική/ατομική απελευθέρωση και την κατάργηση του κράτους και του καπιταλισμού. Να απορρίψουμε λοιπόν, κάθε δημοκρατική ψευδαίσθηση και να περάσουμε από τη διεκδίκηση στην επαναστατική προοπτική. Να προτάξουμε και να αγωνιστούμε για την κοινωνική επανάσταση, για ένα κόσμο ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης, με βάση την αρχή από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητες του, στην καθεμία σύμφωνα με τις ανάγκες της.

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΜΙΣΘΩΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ, ΟΛΟΙ/ΟΛΕΣ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ

ΕΜΠΡΟΣ ΓΙΑ ΑΠΕΡΓΙΕΣ – ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ – ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ – ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ – ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Αναρχικές συλλογικότητες, στέκια, συντρόφισσες-οι

Αλληλεγγύη στον αγώνα του απεργού πείνας Δημήτρη Κουφοντίνα – μέχρι το γκρέμισμα και της τελευταίας φυλακής

Για άλλη μια φορά, την τρίτη τα τελευταία χρόνια, ο πολιτικός κρατούμενος και μέλος της ε.ο.17Ν Δημήτρης Κουφοντίνας προχωρά σε απεργία πείνας, ξαναπιάνοντας το νήμα των αγώνων απέναντι στην κρατική και πολιτική εξουσία. Αιτία και πάλι η εκδικητική και αυθαίρετη μεταχείρισή του από τους κρατικούς μηχανισμούς, με μια σειρά ενεργειών που στόχο έχουν να κάμψουν το αγωνιστικό του φρόνημα και να τιμωρήσουν τη συνεπή, αμετανόητη στάση του απέναντι στο καθεστώς, όντας όμηρος για 18 χρόνια στα κελιά της ελληνικής δημοκρατίας σε μόνιμο καθεστώς εξαίρεσης και απομόνωσης. Στο πρόσωπό του χτυπιέται οποιο(α)σδήποτε επιχειρεί να αμφισβητήσει το κρατικό μονοπώλιο της βίας, να σπάσει την απόλυτη κυριαρχία της εξουσίας, κάθε κίνημα, κάθε αγώνας για την ανατροπή του συστήματος που γεννά και βασίζεται στην αδικία, την εκμετάλλευση, το θάνατο.

Τεράστια ευθύνη για τη μεθοδευμένη επίθεση στον Δημήτρη Κουφοντίνα φέρει η γενική γραμματέας «αντεγκληματικής πολιτικής» Σοφία Νικολάου, η οποία βρίσκεται σε ανοιχτό πόλεμο με τους χιλιάδες κρατούμενους/ες στις φυλακές όλης της χώρας. Η Σοφία Νικολάου, όντας στην αιχμή του κρατικού σχεδιασμού για τις φυλακές, ευθύνεται για την εγκληματική πολιτική στα «σωφρονιστικά» κάτεργα στους καιρούς του covid-19, καθώς και για μια σειρά νόμων και διατάξεων που στόχο έχουν να περιορίσουν ακόμα περισσότερο τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των κρατουμένων, να βάλουν ένα ακόμα λιθαράκι στο διαρκές έγκλημα που ονομάζεται φυλακή και στέρηση της ελευθερίας.

Η επίθεση στον Δημήτρη Κουφοντίνα δε μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από την επίθεση με όρους ασφυξίας στους αγώνες, τα κινήματα και την κοινωνία συνολικότερα, με την αιχμή του δόρατος να στρέφεται απέναντι στον αναρχικό χώρο, όντας το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι της. Έτσι, μαζί και με την επίθεση στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους αγώνα, την ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση των κατασταλτικών δυνάμεων, το νόμο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, την επίθεση στους πανεπιστημιακούς χώρους, τις κάθε είδους απαγορεύσεις, αποτελούν κομμάτια του ίδιου σχεδιασμού που στόχο έχει να καταστείλει και να φιμώσει κάθε ριζοσπαστική φωνή, κάθε απόπειρα των καταπιεσμένων να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους.

Φαίνεται λοιπόν πως η συνθήκη ολοκληρωτισμού και καταστολής στην οποία έχουν βυθίσει την κοινωνία, με πρόσχημα τη διαχείριση του covid-19, είναι η ιδανική για να ξεμπερδέψουν με το «μόνιμο αγκάθι» που ονομάζεται Δημήτρης Κουφοντίνας, είτε οδηγώντας τον στο θάνατο είτε προκαλώντας ανεπανόρθωτες βλάβες στην υγεία του. Είναι χρέος μας να μην επιτρέψουμε κάτι τέτοιο να συμβεί. Η νίκη του αγώνα του θα είναι μια ανάσα απέναντι στον εντεινόμενο αυταρχισμό του κράτους, για τις δύσκολες εποχές που ζούμε και για αυτές που έρχονται. Να σταθούμε δίπλα στους αγώνες των φυλακισμένων που αντιστέκονται και υψώνουν τη φωνή τους απέναντι στο τέρας του «σωφρονισμού». Να αγωνιστούμε από κοινού απέναντι στους γδάρτες των ονείρων μας, απέναντι στην κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα που χτίζει και έχει ανάγκη τις φυλακές.

Κράτη και κεφάλαιο οι μόνοι τρομοκράτες

Νίκη στην απεργία πείνας του αγωνιστή πολιτικού κρατούμενου Δ. Κουφοντίνα

Δύναμη στους συντρόφους απεργούς πείνας Γ. Δημητράκη, Ν. Μαζιώτη

Στηρίζουμε – συμμετέχουμε στην συγκέντρωση αλληλεγγύης την Παρασκευή 29/1 στα Προπύλαια στις 5μμ, όπως και σε κάθε κίνηση αλληλεγγύης στον απεργό πείνας Δ. Κουφοντίνα