Συγκέντρωση /Μικροφωνική στον Κολωνό

Με την οικονομική κρίση να κλονίζει για δεύτερη φορά μέσα σε μια δεκαετία το καπιταλιστικό οικοδόμημα -μια κρίση που θα “ξεπεραστεί” με την περαιτέρω εξαθλίωση της ζωής των φτωχών- και με τον πόλεμο στην Ουκρανία να πυροδοτεί ανεξέλεγκτες καταστάσεις για το μέλλον των λαών, οι φασίστες επιχειρούν να ξαναβγούν στο προσκήνιο σε θεσμικό (εκλογικές επιτυχίες σε Ιταλία και Γαλλία) ή “εξωθεσμικό” επίπεδο, πάντα λειτουργώντας ως μακρύ χέρι του κράτους και του κεφάλαιου. Συγκεκριμένα στο ελλαδικό χώρο επιχειρούν σήμερα να κερδίσουν το χαμένο έδαφος για να προστατεύσουν το χέρι αυτών που τους ταΐζει.Το ίδιο συμβαίνει και σε Κολωνό και Σεπόλια, δυο πολυεθνικές μεταναστευτικές γειτονιές της Αθήνας όπου φασιστικά μορφώματα επιχειρούν εδώ και χρόνια να διαχύσουν ρατσιστικές και φασιστικές αντιλήψεις και πρακτικές σε πλατείες, δρόμους, χώρους δουλειάς και σχολεία.Τόλμησαν ακόμα και να βγουν από τις κρυψώνες τους για να καταδικάσουν, δήθεν, τον πατριώτη παιδοβιαστή και μαστροπό Μίχο, επιχειρηματία και κατοικο της γειτονιάς.

Σαν αντιφασίστες / αντιφασίστριες δεν καθησυχαζόμαστε από δικαστικές αποφάσεις, γνωρίζοντας ότι ο φασισμός τσακίζεται στον δρόμο από τον κόσμο του αγώνα και περιφρουρούμε μαχητικά και οργανωμένα τις γειτονιές μας από κάθε λογής φασίστες. Πάντα ενάντια σε κράτος και αφεντικά.

 

Η χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε το 2008 και εκτυλίσσεται έως και σημερα , ήταν τόσο ισχυρή που επηρέασε τις πολιτικές ισορροπίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν, ως απότοκο της κρίσης αυτής σε εγχώρια κλίμακα, δημιουργήθηκε μια κατάσταση πολιτικής αστάθειας και απορρύθμισης. Ο κόσμος του αγώνα πρόταξε ισχυρή αντίσταση στα σχέδια του κεφαλαίου και του κράτους, που σκοπό είχαν την υποβάθμιση των ζωών μας μέσω της επίθεσης σε εργασιακά και κοινωνικά κεκτημένα. Ταυτόχρονα, είδαμε την ανάδυση ενός συρφετού οργανωμένων φασιστικών ομάδων. Ο βαθιά ριζωμένος επί δεκαετίες συντηρητισμός, ρατσισμός και μεγαλοϊδεατισμός κομματιού της ελληνικής κοινωνίας βρήκαν πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατάστασης η Χρυσή Αυγή, η οποία κατάφερε μέσω της φανερής υποστήριξης των αφεντικών, των ΜΜΕ και διαφόρων θυλάκων του κράτους, να συγκεντρώσει μεγάλα εκλογικά ποσοστά, να μπει στη Βουλή και να έχει παρουσία σε επίπεδο δρόμου, πάντοτε με τις πλάτες της αστυνομίας.

Οι ριζοσπαστικοί αντιφασιστικοί αγώνες εκείνη την περίοδο, από το 2009 έως το 2013, σε συνδυασμό με τις μαζικές συγκρουσιακές διαδηλώσεις που ακολούθησαν τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα, έστησαν αναχώματα και εδραίωσαν τη νικηφόρα παρουσία του αντιφασιστικού κινήματος στον δρόμο. Κομβικό σημείο της τότε συγκυρίας υπήρξε η οργανωμένη, καθημερινή σχεδόν, αντιφασιστική δράση από ομάδες και συλλογικότητες κυρίως του α/α χώρου καθώς και οι πολιτικές εκτελέσεις των φασιστών στο Ν. Ηράκλειο, οι οποίες έκαναν τους ακροδεξιούς να επιστρέψουν εκεί που θα καταλήγουν πάντα, στις τρύπες τους.

Ακολούθησε η «κατασταλτική» επιχείρηση εναντίον της Χρυσής Αυγής, καθώς ο χρήσιμος ρόλος της για το κεφάλαιο και το κράτος είχε αρχίσει να υπερβαίνει τα όριά του, ενώ παράλληλα στήθηκε ένα μιντιακό πάρτι υπεράσπισης όλου του καθεστωτικού «δημοκρατικού τόξου». Η καταδίκη τους στο δικαστήριο, προϊόν της κοινωνικής πίεσης και των αντιφασιστικών αντανακλαστικών που επέδειξε ένα αποφασιστικά σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας, έκλεισε έναν κύκλο, αλλά η συσσωρευμένη εμπειρία των τελευταίων χρόνων δεν άφησε κανέναν αντιφασίστα και καμία αντιφασίστρια να πιστεύει πως η αστική δικαιοσύνη θα μπορούσε να σταθεί αρκετή για την αντιμετώπιση του φαινομένου του φασισμού. Άλλωστε κάτι τέτοιο θα σήμαινε πως η αστική δημοκρατία θα μπορούσε να καταργήσει ένα δημιούργημα γεννημένο από τα σπλάχνα της καπιταλιστικής πραγματικότητας, την οποία υπερασπίζεται και προστατεύει.

Μετά από όλα αυτά τα χρόνια πυκνών πολιτικών εντάσεων και αστάθειας, ο Σύριζα, επιχειρώντας να κεφαλαιοποιήσει τους πολιτικούς αγώνες των κοινωνικών κινημάτων, κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές του 2015 και να συγκυβερνήσει μαζί με τους Ανεξάρτητους Έλληνες του ακροδεξιού Πάνου Καμμένου. Στην τετραετία αυτή, οι φασιστικές ομάδες, αποδυναμωμένες πλέον, είχαν μικρή έως μηδαμινή παρουσία σε επίπεδο δρόμου. Σε αυτό βέβαια δεν έπαιξε κανένα ρόλο η αριστερή διαχείριση του κράτους, η οποία κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής της θητείας συνέχισε το κατασταλτικό και φιλοπόλεμο έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων, γκρεμίζοντας καταλήψεις και δολοφονώντας μετανάστες στο Αιγαίο και στον Έβρο με αμείωτο ρυθμό.

Με το πέρας της αριστερής αυτής διακυβέρνησης, οδηγηθήκαμε στην επάνοδο της δεξιάς, η οποία προκειμένου να διασφαλίσει την “αριστεία”, στελέχωσε τον κοινοβουλευτικό της σχηματισμό, με “πρώην” ακροδεξιές τηλεπερσόνες. Με κεντρικές πολιτικές υποσχέσεις για τους ψηφοφόρους της την επαναφορά της τάξης και της ασφάλειας στα Εξάρχεια και την ανατροπή της “προδοτικής συμφωνίας των Πρεσπών”, η Νέα Δημοκρατία έδωσε πάτημα στον ακροδεξιό εσμό, ο οποίος έκανε ξανά μια σπασμωδική αλλά εμφατική επανεμφάνιση στα “μακεδονικά” συλλαλητήρια, ενισχύοντας τελικά την πορεία του νεοφιλελεύθερου κόμματος προς την εξουσία.

Στην εξίσωση της κοινωνικής πραγματικότητας ήρθαν να προστεθούν και τα δύο χρόνια υγειονομικής κρίσης και καραντίνας. Ο δημόσιος λόγος κατακυριεύτηκε από συνωμοσιολογικές αφηγήσεις. Αυτό συνέβη διότι φαινόμενα παγκόσμιας κλίμακας, όπως αυτό του covid, είναι δύσκολο να εξηγηθούν μέσα από μια ανάλυση που λαμβάνει υπόψη της τόσο τους οικονομικο-κοινωνικούς συσχετισμούς όσο και τις ενδοσυστημικές αντιθέσεις που καθορίζουν τη διαχείρισή του. Αντ’ αυτού οι άνθρωποι ψάχνουν να βρουν εύκολες απαντήσεις, που, στην ουσία τους, αντιλαμβάνονται τον καπιταλισμό μέσα από μια φετιχοποιημένη οπτική. Κάποιοι, που κανείς ποτέ δεν γνωρίζει με σιγουριά αλλά πάντα προσωποποιούνται σε κάποια ομάδα, είτε είναι Εβραίοι, είτε είναι κομμουνιστές, είτε κάποιοι αφηρημένα πάντα κακοί, πλούσιοι, εχθρικοί, ξένοι, προδότες, διεφθαρμένοι πολιτικοί, επιβουλεύονται τον κόσμο για τους μοχθηρούς τους σκοπούς. Η κατάληξη αυτής της λογικής είναι η απομάκρυνση από ένα ριζοσπαστικό ταξικό περιεχόμενο και η συνδιαλλαγή, αν όχι η ταύτιση, με αντιδραστικές πολιτικές δυνάμεις. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως, πάνω σε αυτή τη βάση, δημιουργήθηκε ένα γόνιμο έδαφος για την επανεμφάνιση ακροδεξιών στοιχείων σε επίπεδο δρόμου, αρχικά με διάσπαρτα βαψίματα στην άδεια πόλη εν μέσω καραντίνας, αλλά και μετέπειτα με την ηγεμόνευση του κινήματος της άρνησης της πανδημίας από ακροδεξιούς.

Σήμερα, με την οικονομική κρίση να κλονίζει για δεύτερη φορά μέσα σε μια δεκαετία το καπιταλιστικό οικοδόμημα -μια κρίση που γνωρίζουμε καλά ότι θα “ξεπεραστεί” με την περαιτέρω εξαθλίωση της ζωής των φτωχών και των αποκλεισμένων-, και με τον πόλεμο στην Ουκρανία να πυροδοτεί ανεξέλεγκτες καταστάσεις για το μέλλον των προλεταρίων σε παγκόσμιο επίπεδο, οι φασίστες επιχειρούν να ξαναβγούν στο προσκήνιο, με την ακροδεξιά να εμφανίζεται ως ρυθμιστικός παράγοντας σε θεσμικό επίπεδο (νίκη της ακροδεξιάς Πελόνι στις εκλογές στην Ιταλία, μεγάλη εκλογική άνοδος της Λεπέν στη Γαλλία κτλ). Λειτουργώντας ως το μακρύ χέρι του κράτους και του κεφαλαίου, οι φασίστες επιχειρούν σήμερα να κερδίσουν το χαμένο έδαφος, προκειμένου να προστατεύσουν, με τους δικούς τρόπους, το χέρι αυτών που τους ταΐζει. Έχουν δώσει άλλωστε τα διαπιστευτήρια τους στο άμεσο παρελθόν, τσακίζοντας στο ξύλο λιμενεργάτες στο Πέραμα με τις ευλογίες του εφοπλιστικού κεφαλαίου, πραγματοποιώντας επίσημες επισκέψεις στην πρεσβεία της Κίνας για να αναλάβουν δράση για τα αφεντικά της Κόσκο, σακατεύοντας και δολοφονώντας μετανάστες, αναρχικούς και αγωνίστριες.

Την ίδια στιγμή, το ρωσικό κράτος θεώρησε συμφέρον για αυτό να ξεκινήσει μια πολεμική επιχείρηση εναντίων της Ουκρανίας, προκειμένου να επιλύσει τις πολιτικές και οικονομικές αντιφάσεις που αναδύονταν στο εσωτερικό του, αλλά και παράλληλα για να διαφυλάξει το γεωπολιτικό του συμφέρον έναντι του ΝΑΤΟ. Η εν λόγω σύγκρουση αποτελεί άλλο ένα στιγμιότυπο των ευρυτέρων γεωπολιτικών ανταγωνισμών, οι οποίοι όσο βαθαίνει η καπιταλιστική κρίση τόσο θα εντείνονται, δημιουργώντας πολέμους, μισαλλοδοξία και περαιτέρω φτωχοποίηση κλπ. Συνθήκες που προφανώς ευνοούνε την περαιτέρω ανάδυση αντιδραστικών αντιλήψεων και δυνάμεων, κάτι που παρατηρούμε να συμβαίνει παντού στην Δύση.

Όλα τα παραπάνω μαζί με απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων συνθέτουν το πολιτικό σκηνικό που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως αντιφασίστες προλετάριοι στο σήμερα. Σε επίπεδο ελληνικής πραγματικότητας, οι έλληνες φασίστες έχουν αντλήσει έμπνευση από τα φασιστικά τάγματα Αζόφ και ονειρεύονται μια αντίστοιχη συνθήκη, με τους εαυτούς τους νικητές στο εσωτερικό της χώρας. Άλλοι, ταυτίζονται με τη ρωσική πλευρά, θεωρώντας πως τα συμφέροντα της αστικής ρωσικής τάξης μπορούν να επιφέρουν στους προλετάριους κάτι πέρα από τον θάνατο στα πεδία της μάχης. Όλα αυτά ενώ βρισκόμαστε εν μέσω μιας ολοένα και περισσότερο κλιμακούμενης έντασης με την Τουρκία . Εμείς λέμε ότι όσο οι εθνικιστικές φωνές και από τις δυο πλευρές του Αιγίου θα πληθαίνουν, εμείς οφείλουμε να συνεχίσουμε την οργάνωση του ταξικού μας αγώνα. Να μην δώσουμε ούτε σπιθαμή γης στους φασίστες, να σταθούμε και πάλι αλληλέγγυα στους μετανάστες και τους πρόσφυγες, τις κυνηγημένες των πολέμων και της φτώχειας. Το βάρος της νέας κρίσης να μην πέσει για άλλη μια φορά στις πλάτες μας. Να μην γίνουμε κρέας για οβίδες, να μην ξεχάσουμε ποτέ ότι ο δικός μας πόλεμος είναι ταξικός.

ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΙ ΞΥΛΟ ΣΤΟΥΣ ΦΑΣΙΣΤΕΣ/ΕΙΡΗΝΗ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΟΥΝ ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΕΣ.

Πρωτοβουλία αντιφασιστών/ριών από Κολωνό και Σεπόλια

Αντιφασίστες, αντιφασίστριες από το κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά

Ο πόλεμος είναι η άλλη όψη της «ειρήνης» τους – Να μην πληρώσουμε και αυτή την κρίση τους

Έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια πρωτόγνωρων πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών σε παγκόσμια κλίμακα, με βασική κινητήριο δύναμη την υγειονομική κρίση λόγω COVID-19. Οι σοβαρές ανακατατάξεις που παρουσιάστηκαν σε οικονομικό επίπεδο όλο αυτό το διάστημα και οι αναταράξεις στην ομαλή λειτουργία του καπιταλισμού, πλέον γίνονται όλο και πιο εμφανείς, πιο χειροπιαστές στην καθημερινότητα και στις ζωές μας, σε όλες τους τις εκφάνσεις: ακρίβεια, πληθωρισμός, επισιτιστική κρίση. Περαιτέρω όξυνση του παγκόσμιου σκηνικού έχει προκαλέσει φυσικά ο πόλεμος και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα τους εκατομμύρια ξεριζωμένους/νες πρόσφυγες και μια απρόβλεπτη ενεργειακή κρίση να εξελίσσεται σε πλήρη κλίμακα. Το παραπάνω πλαίσιο αποτελεί ένα εκρηκτικό μίγμα, που έχει δημιουργήσει πρωτόγνωρες συνθήκες σε κάθε άκρη της γης, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Παρόλες τις κορώνες των κυρίαρχων για δήθεν ανάκαμψη μετά την πανδημία, βρισκόμαστε στη πραγματικότητα στην αρχή μιας νέας οικονομικής κρίσης, με ελαφρώς διαφορετικές συνθήκες. Δεν αποτελεί, άλλωστε, έκπληξη ότι η γενικότερη πορεία της οικονομίας στην Ελλάδα, ακολουθεί την τάση της περιόδου 2008-2015, κατά την οποία είχαμε γενικότερη καθίζηση των οικονομικών «δεικτών» (π.χ. ανάπτυξης) και έκρηξη της ανεργίας, ενώ στη συνέχεια παρατηρήθηκε αύξηση τιμών με την περαιτέρω «ομαλοποίηση» της αγοράς.

Αυτό οφείλεται, αρχικά, στην βίαιη «επανεκκίνηση» της οικονομίας, μετά την άρση των κρατικών lockdown και μέρους των περιορισμών. Η έλλειψη των πρώτων υλών λόγω της υπολειτουργίας του καπιταλισμού παγκοσμίως, ακολουθούμενη από ξαφνική υψηλή αγοραστική ζήτηση και κατανάλωση σε πολλούς κλάδους όπως π.χ. τρόφιμα, εστίαση, λιανεμπόριο, αναψυχή, ταξίδια, διασκέδαση κτλ. έφεραν δομική αστάθεια σε ένα σύστημα που λειτουργεί μηχανικά (παραγωγή, εφοδιαστική αλυσίδα, μεταφορές, εξυπηρέτηση ζήτησης), με αποτέλεσμα να έχουμε ακραίες αυξήσεις τιμών σε βασικά αγαθά ή προϊόντα (κυρίως σε τρόφιμα, ηλεκτρονικούς υπολογιστές κ.α.). Αυτό φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι αυξήθηκε ξαφνικά η αγοραστική δύναμη παγκοσμίως, απλά η «ανάγκη» για κατανάλωση σε πολλούς κλάδους μετατέθηκε για τις καλένδες, όταν θα άνοιγαν ξανά οι αγορές. Καθώς οι καπιταλιστικές εφοδιαστικές αλυσίδες και η παραγωγή χώλαιναν, τα ναύλα για τις μεταφορές αυξήθηκαν κατακόρυφα, η ζήτηση για παροχή υπηρεσιών μέσω κούριερ και ταχυδρομικών εταιρειών έφτασε σε δυσθεώρητα ύψη και τελικά όλων των ειδών οι αυξήσεις στην παροχή υπηρεσιών, πέρασαν στον τελικό καταναλωτή. Παράλληλα, η αύξηση του πληθωρισμού σε τιμές ρεκόρ (>5% στην Ευρώπη), κινείται στην ίδια κατεύθυνση με τη γενικότερη ακρίβεια και τις ανατιμήσεις, δημιουργώντας μια νέα, ασφυκτική συνθήκη για τη συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία, δηλαδή τους οικονομικά μη-προνομιούχους.

Προς την παραπάνω κατεύθυνση συμβάλλει αναμφισβήτητα, η ενεργειακή κρίση και τα γεωπολιτικά παιχνίδια γύρω από το φυσικό αέριο, στο φόντο του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας. Με την σταδιακή επανεκκίνηση των οικονομιών, την αύξηση των μετακινήσεων, της συνολικής κατανάλωσης αλλά και τις ενεργειακές απαιτήσεις λόγω χειμώνα, υπήρξε αλματώδης αύξηση στην ζήτηση φυσικού αερίου. Δεδομένου ότι η ενεργειακή εξάρτηση των Ευρωπαϊκών χωρών από το Ρωσικό φυσικό αέριο κυμαίνεται περίπου στο 35-40% (ανάλογα τη χώρα), είναι προφανές ότι αποτελεί το βαρύ «πυροβολικό» του Ρωσικού κεφαλαίου. Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, ο παγκόσμιος ρυθμιστής της τιμής της ενέργειας αυτή τη στιγμή, είναι η καθημερινή εξέλιξη της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία με την εμπλοκή ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ σε αυτόν τον πόλεμο. Η αστάθεια που προκαλείται είναι παγκόσμιας κλίμακας, με τα χρηματιστήρια και τις διεθνείς αγορές να ανεβοκατεβαίνουν, παρασέρνοντας τις τιμές των καυσίμων και των πρώτων υλών παγκοσμίως. Ούτως ή άλλως, όσον αφορά το ενεργειακό κομμάτι, η απειλή εισβολής εξαρχής, αποτελούσε στην αρχή έναν από τους βασικούς μοχλούς πίεσης από την πλευρά της Ρωσίας προς ΕΕ & ΗΠΑ. Η σχεδιαζόμενη κατασκευή του νέου αγωγού Nord Stream 2, ο οποίος θα παράκαμπτε την Ουκρανία, είχε ως σκοπό την αύξηση της παροχής (άρα και τα οικονομικά οφέλη του Ρωσικού κεφαλαίου) προς τις ευρωπαϊκές χώρες. Με τη διαφαινόμενη ακύρωση των σχεδίων για τον Nord Stream 2, το Ρωσικό κράτος στράφηκε προς την αγορά της Κίνας, μετά από την ανακοίνωση νέων συμφωνιών σε βάθος 30ετίας. Το κεφάλαιο βρίσκει πάντα τις απαραίτητες λύσεις, ακόμα και μέσα στους πιο πολύπλοκους κρατικούς διαξιφισμούς, ξεπερνώντας τις κρίσεις που το ίδιο δημιουργεί. Από την άλλη μεριά, ΕΕ & ΗΠΑ ανατροφοδοτούν συνεχώς τις πρωτογενείς αιτίες των πολεμικών συγκρούσεων, εξοπλίζοντας το Ουκρανικό κράτος, περιμένοντας με το δάχτυλο στη σκανδάλη στα σύνορα των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ.

Σε κάθε περίπτωση, οι ακραίες αυξήσεις του ενεργειακού κόστους, λόγω των διακρατικών διαξιφισμών, νομοτελειακά θα καταλήξουν στην κοινωνική βάση, στους καταπιεσμένους και τις καταπιεσμένες. Αυτή είναι άλλωστε η ουσία και η φύση του καπιταλισμού: η συσσώρευση κερδών και η γέννηση περαιτέρω κεφαλαίων, εις βάρος των εκμεταλλευόμενων. Μαζί με τις αυξήσεις των πρώτων υλών και των καυσίμων, το συνολικό κόστος μετακυλίεται στις τιμές των βασικών αγαθών και των ειδών πρώτης ανάγκης, προκαλώντας γενικευμένη επισιτιστική κρίση και περαιτέρω φτωχοποίηση των οικονομικά αδύναμων στρωμάτων ανά την υφήλιο. Σε πολλές χώρες παγκοσμίως, ήδη έχουν ξεσπάσει αντιδράσεις (Ισπανία, Μαρόκο, Αλβανία κτλ.), ενώ στο Καζακστάν οι ακραίες αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων και ο πληθωρισμός, είχαν ως αποτέλεσμα να λάβουν χώρα πολεμικές συγκρούσεις με την εμπλοκή του στρατού εναντίον των διαδηλωτών.

Όσον αφορά την Ελλάδα, φιγουράρει ως ένα από τα πιο ακραία παραδείγματα παγκοσμίως, αναφορικά με την ακρίβεια, τις αυξήσεις τιμών και του πληθωρισμού.

Τα τελευταία χρόνια στον ελλαδικό χώρο διεξάγεται μία άνευ προηγουμένου ληστρική επίθεση των από πάνω προς την κοινωνική βάση. Η παρατεταμένη οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008, σε συνδυασμό με την υγειονομική κρίση των τελευταίων 2 ετών, οδήγησε στην περαιτέρω όξυνση των κοινωνικών και ταξικών ανισοτήτων στο εσωτερικό της χώρας. Το κόστος ζωής αυξήθηκε κατακόρυφα ενώ το βιοτικό επίπεδο υποβαθμίστηκε ακόμα περισσότερο, εντείνοντας την φτωχοποίηση και την εξαθλίωση των κατώτερων και μικρομεσαίων στρωμάτων. Από την άλλη το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε αποτέλεσαν προνομιακό περιβάλλον ώστε να μετατραπεί και αυτή η οικονομική και πολιτική συνθήκη, σε ευκαιρία για το κεφάλαιο και την πολιτική εξουσία.

Σε ότι αφορά το εργασιακό-ασφαλιστικό, το αντεργατικό νομοσχέδιο Χατζηδάκη το οποίο ψηφίστηκε πέρυσι το καλοκαίρι και αποτελεί πλέον νόμο του κράτους, ήρθε για να ισοπεδώσει μια σειρά εργατικών κεκτημένων, ενώ ανάμεσα σε αλλά προωθεί την κατάργηση του κεκτημένου 8ώρου και θεσμοθετεί την απλήρωτη υπερωρία την οποία συμψηφίζει με άδειες και ρεπό. Επιπλέον προβλέπει την αύξηση των υπερωριών στις 150 ώρες από́ 120 χωρίς (βέβαια) καμιά μισθολογική́ προσαύξηση, κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας, ποινικοποίηση της απεργίας και του ταξικού συνδικαλισμού. Παράλληλα στον τομέα του ασφαλιστικού, ο νόμος προβλέπει την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, περαιτέρω μείωση συντάξεων και την κατάργηση της οικονομικής ενίσχυσης του ΕΚΑΣ. Οι αιτίες βέβαια που διαμορφώνουν το παραπάνω σκηνικό, θα πρέπει να αναζητηθούν στη φύση του υπάρχοντος συστήματος και όχι απλά σε μία εύπεπτη και εύκολη ανάλυση του τύπου «φταίει η δεξιά ή αριστερή κυβέρνηση». Η ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων έχει σαν σκοπό την αύξηση του κεφαλαίου και την μεγιστοποίηση των κερδών που είναι και η ουσία του καπιταλιστικού συστήματος. Γι’ αυτό και όταν τα αφεντικά μιλάνε για ανάπτυξη, ουσιαστικά μιλάνε για επίθεση στην εργατική τάξη και σε δικαιώματα τα οποία έχουν κατακτηθεί με αγώνες και κόστος. Φυσικά για να επικυρωθεί και να νομιμοποιηθεί κοινωνικά η εργασιακή εκμετάλλευση χρειάζεται και τον κατάλληλο στυλοβάτη. Τον ρόλο αυτόν έρχεται να τον αναλάβει το κράτος, το οποίο μέσω κατάθεσης και ψήφισης νόμων και νομοσχεδίων προασπίζει τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Μέσα σε αυτή την εργασιακή δυστοπία η οποία διαμορφώνεται το τελευταίο χρονικό διάστημα, όπου οι μισθοί και συντάξεις συρρικνώνονται ακόμα περισσότερο, ήρθε το νέο κύμα ανατιμήσεων σε μία σειρά από αγαθά πρώτης ανάγκης αλλά και στους τομείς της ενέργειας και των καυσίμων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ο δείκτης Τιμών Καταναλωτή (πληθωρισμός) σκαρφάλωσε στο 5.5% τον Γενάρη συγκριτικά με το 4.8% σε σχέση με την περσινή χρονιά, προκαλώντας μεγάλες αυξήσεις σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας. Η αύξηση της τιμής των τροφίμων έφτασε στο 4.3%, ενώ όσον αφορά την ενέργεια, 45% στον ηλεκτρισμό, 135.7% στο φυσικό αέριο και 34.1% στο πετρέλαιο θέρμανσης. Αντίστοιχα το ποσοστό αύξησης της τιμής του καυσίμου κίνησης ανήλθε στο 21.7%, με τη βενζίνη να ξεπερνά τα 2€. Οι ανατιμήσεις αυτές, τόσο στα καθημερινά προϊόντα όσο και στην ενέργεια, προκύπτουν ως αποτέλεσμα της ανάγκης του ντόπιου αλλά και του διεθνούς κεφαλαίου να επιστρέψει γρήγορα στη μέγιστη δυνατή κερδοφορία, καθώς η οικονομία έχει «φρενάρει» τα τελευταία 2 χρόνια μετά το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης.  Σαφώς μέσω της παρούσας οικονομικής και κοινωνικής συνθήκης, επιμέρους επιχειρήσεις και αφεντικά άδραξαν την ευκαιρία και αύξησαν τα κέρδη τους εκεί όπου η κοινωνική βάση μπορούσε να εκτονώσει την αγοραστική της δύναμη μέσω απαγορεύσεων και γενικότερου lockdown. Οι χρηματιστηριακοί δείκτες όμως και το εμπόριο στο σύνολό τους είχαν κάθετη πτώση με το ντόπιο κεφάλαιο να γνωρίζει παρατεταμένη ύφεση και χασούρα. Σε αυτή τη δυσμενή κατάσταση, ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε να εντείνει το εγχώριο «κραχ», επιφέροντας επιπρόσθετα χτυπήματα στην ελληνική οικονομία και νέα αύξηση του πληθωρισμού (8% Μάρτιο).

Όλες οι παραπάνω εξελίξεις και με την ανάγκη εκτόνωσης της αγοράς να τίθεται επιτακτικά, αναγκάζουν την πολιτική ελίτ να μιλάει για το τέλος της πανδημίας και επιστροφή στην καθημερινότητα (άραγε ποια), χαλαρώνοντας σιγά σιγά τα περιοριστικά μέτρα. Οι άρσεις των μέτρων όμως δεν έχουν να κάνουν σε καμία περίπτωση με το τέλος της υγειονομικής κρίσης σε κανένα επίπεδο. Το Βασικό ζητούμενο για τα αφεντικά είναι η «επανεκκίνηση της αγοράς» και η εξασφάλιση μέγιστων κερδών. Η οικονομική ανάκαμψη του κεφαλαίου θα πατήσει πάνω στα εξαντλητικά ωράρια και τις απλήρωτες υπερωρίες, στην μαύρη και αδήλωτη εργασία, στα «εργατικά ατυχήματα» και τους θανάτους των ανθρώπων της τάξης μας μέσα στα εργασιακά κάτεργα της σύγχρονης δουλείας. Η λίστα των εργοδοτικών δολοφονιών είναι μεγάλη. Ήδη το τελευταίο χρονικό διάστημα μετράμε δεκάδες νεκρούς προλετάριους με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα το θάνατο 3 εργαζομένων από έκρηξη στο εργοστάσιο παραγωγής εκρηκτικών της ΕΛΤΕΚ στα Γρεβενά, 3 εργατών από ηλεκτροπληξία σε έργο υπογειοποίησης σε περιοχή της Εύβοιας, το θάνατο εργαζόμενου στο Δήμο Ελληνικού-Αργυρούπολης από πτώση ανυψωτικού, καθώς και του εργάτη της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά όπου εγκλωβίστηκε ανάμεσα σε ράγες. Φυσικά δεν μπορούμε να ξεχάσουμε και τα καθημερινά εργατικά ατυχήματα των διανομέων που εργάζονται κάτω από αντίξοες και πιεστικές συνθήκες, οι οποίες εντατικοποιήθηκαν μέσα στην περίοδο του κορωνοϊού αλλά και όλων των εργαζομένων που έχασαν την ζωή τους ή σακατεύτηκαν εν ώρα εργασίας. Η παραγωγική μηχανή του κεφαλαίου για να δουλέψει καλά θέλει γρασάρισμα και το αίμα των εργαζομένων αποτελεί ένα καλό «λιπαντικό».

Ο χορός των ανατιμήσεων βέβαια δεν είναι κάτι καινούργιο στην αγορά. Η επιταχυνόμενη ιδιωτικοποίηση την οποία πραγματοποιεί το ελληνικό κράτος από τις αρχές του 2010 με τις πολιτικές των μνημονίων, οδήγησαν σε ξεπούλημα και καταστροφή του φυσικού πλούτου (βουνά, θάλασσες δασικές εκτάσεις κτλ.) με σκοπό τη μετατροπή τους σε «φιλέτα» για τις επενδυτικές ορέξεις των επιχειρήσεων. Επίσης η πώληση κρατικών υποδομών όπως ΟΣΕ, ΔΕΗ, ΔΕΔΔΗΕ, ΟΑΣΘ, αεροδρόμια, λιμάνια κλπ. μέσω του ΤΑΙΠΕΔ σε ιδιώτες και επιχειρηματικούς κολοσσούς, αύξησε περαιτέρω το κόστος ζωής σε βασικές καθημερινές ανάγκες όπως της μετακίνησης, της στέγασης, της επικοινωνίας, κτλ. Επιπλέον η σταδιακή παρακμή του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα με την παράλληλη αύξηση του τριτογενή σε ότι αφορά τον τουρισμό δημιούργησε το κατάλληλο έδαφος για την πώληση και αγορά κατοικιών αλλά και ολόκληρων οικοδομικών τετραγώνων από real estate επιχειρήσεις και πλούσιους ιδιώτες επιχειρηματίες με σκοπό την μετατροπή τους σε βραχυπρόθεσμη ενοικίαση (Airbnb). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο τουριστικοποίησης και εξευγενισμού (gentrification) των αστικών κέντρων, η εκτίναξη των τιμών ενοικίασης και αγοράς ακινήτου λόγω του αυξημένου ενδιαφέροντος καθιστά την στέγαση τρομακτικά δυσεύρετη. Παράλληλα η απελευθέρωση της προστασίας της πρώτης κατοικίας ανοίγει τις ορέξεις των τραπεζών και των ξένων funds, καθώς η κυριότητα της οικίας νομικά πλέον θα ανήκει στις επιχειρήσεις, στρώνοντας το δρόμο για ακόμα περισσότερους πλειστηριασμούς και εξώσεις πρώτης κατοικίας σε όσους έχουν πραγματοποιήσει αγορά σπιτιού μέσω τραπεζικού δανείου. Με τον νέο νόμο πλέον, όσοι με το ένα ή τον άλλο τρόπο βρέθηκαν χρεωμένοι μέσω τραπεζών, μετατρέπονται σε νοικάρηδες του ίδιου τους του σπιτιού σε μία εκβιαστική συνθήκη συνεχόμενης πληρωμής, καθώς η μη καταβολή κάποιων μηνών σημαίνει και έξωση οποιαδήποτε στιγμή. Το κεφάλαιο συσσωρεύεται σε όλο και λιγότερα χέρια τα οποία ρυθμίζουν την αγορά και την οικονομία κατά το δοκούν, οδηγώντας την κοινωνία στα όρια της οικονομικής ανέχειας και εξαθλίωσης με το κράτος να βάζει πλάτη, τοποθετώντας τα συμφέροντά του πάνω από τις ζωές και την επιβίωση των ανθρώπων.

Πέρα από το κύμα των ανατιμήσεων και της αύξησης τους κόστους ζωής στη καθημερινή ζωή, η «νέα κανονικότητα» η οποία αναδύεται το τελευταίο διάστημα στο εσωτερικό της χώρας διαμορφώνει ένα καθεστώς μόνιμης «έκτακτης ανάγκης», ελέγχου και καταστολής. Η αντι-εξεγερτική και αντικοινωνική πολιτική των κυρίαρχων ξεδιπλώνεται με όλο και μεγαλύτερη σφοδρότητα ενώ η υγειονομική κρίση λειτουργεί ως επιταχυντής για την σαρωτική επίθεση κράτους και αφεντικών απέναντι στην κοινωνική πλειοψηφία σε όλα τα μέτωπα. Με κατεπείγουσες διατάξεις και ρυθμίσεις νόμων, ξηλώνουν όλο και περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες στο κοινωνικό και εργασιακό πεδίο στο όνομα της «υγειονομικής ασφάλειας», με την ίδια τη ζωή να γίνεται καθημερινά όλο και περισσότερο ασφυκτική και μη βιώσιμη. Σε αυτόν τον ταξικό και κοινωνικό πόλεμο, το ρόλο της εμπροσθοφυλακής τον διατηρεί πάντα η αστυνομία, η οποία συνεχώς αναβαθμίζεται σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό και προσωπικό. Παράλληλα, οι συνεχείς έλεγχοι πιστοποιητικών εμβολιασμού σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας (σχολεία, σχολές, χώρους εργασίας, αναψυχής, διασκέδασης κτλ.), έχουν παράξει επίπλαστους διαχωρισμούς με βάση τα υγειονομικά κριτήρια (εμβολιασμένοι και μη) και μία κοινωνία διαφορετικών ταχυτήτων και δικαιωμάτων. Όσες/οι έχουν επιλέξει τον εμβολιασμό, μπορούν και συνεχίζουν τη ζωή τους και την εργασία τους «κανονικά», το οποίο πλασάρεται από τα πολιτικά και οικονομικά αφεντικά πλέον ως προνόμιο. Για τους υπόλοιπους, ισοδυναμεί με κοινωνική και εργασιακή περιθωριοποίηση καθώς αποκλείονται από τους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους χωρίς την επίδειξη πιστοποιητικού υγείας. Όσον αφορά τον εργασιακό τομέα, ο εργαζόμενος/η θα πρέπει να προσκομίζει συνεχή test, τα οποία χρεώνεται ο ίδιος/α, ειδάλλως αντιμετωπίζει τον κίνδυνο απόλυσης. Η δημιουργία «εσωτερικού κινδύνου» αποτελεί πάγια τακτική της εξουσίας, για να νομιμοποιηθεί κοινωνικά η επίθεση και η βία προς τους εκμεταλλευόμενους/ες προκειμένου να επιβάλει τα συμφέροντά της. Μετανάστες, οροθετικές και τοξικοεξαρτημένοι, ταξικά-ανταγωνιστικά κινήματα και κοινωνικοί αγωνιστ(ρι)ές πάντα αποτελούσαν και αποτελούν τη δεξαμενή για την κατασκευή τέτοιων «κινδύνων». Η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης ήρθε να διευρύνει τον ορισμό του «εσωτερικού εχθρού», πατώντας πάνω στο δόγμα της «ατομικής ευθύνης», χαρακτηρίζοντας ολόκληρους πληθυσμούς ως κοινωνικά «επικίνδυνους» για την δημόσια υγεία.

Ταυτόχρονα το κράτος ανοίγει το δρόμο για την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση του συστήματος υγείας, το οποίο αφήνεται σκοπίμως σε παρακμή και υποστελέχωση, με την χρηματοδότησή του να παραμένει καθηλωμένη στο 5% του ΑΕΠ. Μέσα σε αυτό το κλίμα διάλυσης, εκπνέει και η τελευταία διορία για πάνω από 5.000 ανεμβολίαστους υγειονομικούς που είναι σε αναστολή εργασίας εδώ και 6 μήνες. Μέσω επίδειξης μηδενικής ανοχής και αυταρχισμού, το κράτος θέτει το εκβιαστικό δίπολο, εμβολιασμός ή απόλυση, σενάριο το οποίο αν γίνει πραγματικότητα θα οδηγήσει σε εργασιακό θάνατο χιλιάδες εργαζόμενους/ες και θα επιδεινώσει περεταίρω το ήδη διαλυμένο Ε.Σ.Υ. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι τελευταία έχει ανοίξει συζήτηση για πληρωμή των απογευματινών χειρουργείων από την τσέπη του ασθενή. Κατάσταση η οποία αν γίνει πραγματικότητα θα έχει τραγικές υγειονομικές και οικονομικές συνέπειες για τους ανθρώπους της τάξης μας, καθώς το κόστος των χειρουργείων είναι υψηλό και σχεδόν αδύνατο να πληρωθεί από το ίδιο το άτομο, αποκλείοντας το στην ουσία από το σύστημα υγείας. Με αποτέλεσμα η εύρεση μιας θέσης για τέτοιου είδους περιστατικά στα πρωινά χειρουργεία να μετατρέπεται σε διαδικασία μακροχρόνια και δυσεύρετη. Το δικαίωμα στην υγεία και την περίθαλψη παύει να είναι κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα του καθενός και της καθεμίας. Η ζωή μετατρέπεται σε εμπόρευμα και κοστολογείται με υγειονομικά κριτήρια. Το ποιος/α θα έχει μία θέση στην υγεία θα είναι καθαρά θέμα κόστους-κέρδους για τις παχυλές τσέπες των αφεντικών τα οποία θα ελέγχουν και θα κρίνουν για το ποιος θα ζήσει ή όχι.

Όπως αρμόζει σε κάθε είδους κρατική διαχείριση, στην άκρη της πολιτικής ατζέντας υπάρχει το ενδεχόμενο εθνικών εκλογών, ανάλογα τη συγκυρία και μάλιστα ίσως πιο σύντομα απ’ ότι περιμένουμε. Το ενδεχόμενο εκλογών, βέβαια, θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες. Ο στόχος, άλλωστε, είναι ακόμα και οι παραμικροί συστημικοί κραδασμοί ή η όποια υπόνοια ενδεχόμενης κοινωνικής έκρηξης, να μπορέσουν να απορροφηθούν πιο εύκολα μέσα από το κλίμα εκλογικής αυταπάτης και «δημοκρατικής» ανάθεσης. Γι’ αυτό το λόγο, ο χρόνος διεξαγωγής τους θα είναι αυτός που βολεύει τους τωρινούς διαχειριστές της εξουσίας, ώστε να έχουν «επουλωθεί» τα σημάδια της πανδημίας στην κοινωνική βάση, με ακόμα μεγαλύτερη χαλάρωση (ή και πλήρη άρση όλων) των περιορισμών. Επίσης, θα επιχειρηθεί η οικονομική συνθήκη να είναι η καλύτερη δυνατή και η αγορά να κινείται στους ρυθμούς της «ανάπτυξης», παράλληλα με την προεκλογική πελατειακή παροχολογία. Και αν οι παγκόσμιες ανακατατάξεις άλλαξαν άρδην το πολιτικό σκηνικό, ήδη έχουν γίνει οι πρώτες αναγγελίες για τα ψίχουλα των κρατικών επιδοτήσεων, σε μια απέλπιδα προσπάθεια ομαλοποίησης της κατάστασης στο εσωτερικό της χώρας. Φυσικά, όσον αφορά την κεντρική πολιτική χάραξη της τωρινής κρατικής διαχείρισης, ήδη έχουμε πάρει μια μικρή γεύση για το τι μέλλει γενέσθαι. Οι ξεφτιλισμένες δηλώσεις του πρώην υπουργού Πέτρου Δούκα στη Σπάρτη, μετά το τελευταίο φιάσκο με τον εγκλωβισμό χιλιάδων ανθρώπων στην Αττική Οδό, έδωσαν το στίγμα που πάντα χαρακτήριζε το εκλογικό αλισβερίσι: μερικές βαλίτσες με χάντρες στους ιθαγενείς, άλλη μια 4ετία για τους καλοταϊσμένους κοπρίτες του κρατικού μηχανισμού.

Αυτό είναι το παρόν και το μέλλον που κράτος και αφεντικά μας επιφυλάσσουν: μια ζωή που συνθλίβεται καθημερινά, από ακόμα περισσότερη φτώχεια και εξαθλίωση, εκμετάλλευση και καταπίεση, ασυδοσία, αποκλεισμούς και καταναγκασμούς. Ένα διαρκές έγκλημα απέναντι στην τάξη μας, απ’το οποίο κάνεις δε θα μας σώσει αν δεν το κάνουμε εμείς οι ίδιοι και οι ίδιες. Μονάχα με αγώνες, μικρούς και μεγάλους, καθημερινούς και πολυμόρφους, θα μπορέσουμε βραχυπροθέσμα ή μακροπρόθεσμα να ανταπεξέλθουμε απέναντι στο αυξημένο κόστος διαβίωσης και στη συνεχή μετακύλιση του βάρους των αφεντικών στις πλάτες μας. Να οργανωθούμε οριζόντια και μαχητικά, με όπλο μας την Αλληλεγγύη και την Αλληλοβοήθεια μεταξύ των καταπιεσμένων, στις γειτονιές, τους χώρους δουλειάς και σε κάθε κοινωνικό πεδίο που συναντιόμαστε και αλληλοεπιδρούμε. Να υπερασπιστούμε – επανοικειοποιηθούμε κάθε μέσο και αιχμηρό εργαλείο αντίστασης που έχουν αναδείξει οι αγώνες του παρελθόντος, όπως είναι οι μαζικές (ή μη) απαλλοτριώσεις κοινωνικών αγαθών, οι συλλογικές (ή μη) αρνήσεις πληρωμών, οι καταλήψεις στέγης, οι κάθε είδους αυτομειώσεις σε τομείς που αναπνέει και αναπαράγεται η τάξη μας, αλλά και να εφεύρουμε νέους. Να αντισταθούμε στην περαιτέρω φτωχοποίησή μας, με απεργίες, σαμποτάζ, καταλήψεις, διαδηλώσεις και συγκρούσεις. Να απαιτήσουμε αξιοπρεπείς συνθήκες στην περίθαλψη και άμεση πρόσβαση χωρίς διαχωρισμούς για όλους, ντόπιες και μετανάστ(ρι)ες τόσο εκτός όσο και εντός των φυλακών. Να πολεμήσουμε τον πόλεμό τους, φέρνοντας τον στα μετόπισθεν και σαμποτάροντας την κοινωνική́ τους «ειρήνη».

Περαιτέρω, να συνδέσουμε και να ενώσουμε τους επιμέρους αγώνες, εργατικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς, στην εκπαίδευση, την υγεία, τις φυλακές, γιατί μονάχα ενωμένοι μπορούμε να διεκδικούμε και να κερδίζουμε. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να γκρεμίσουμε τις αυταπάτες της κοινωνικής βάσης για εκλογική ή άλλη δημοκρατική λύση· η εναπόθεση των ελπίδων σε κάποιο «προστάτη» από τα πάνω, ανεξαρτήτως πολιτικής αποχρώσεως της κρατικής διαχείρισης, θα είναι η επιβεβαίωση της ήττας μας ως τάξη. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για το ρεφορμισμό, των μερικών και ειρηνικών μεταρρυθμίσεων, με τον οποίο έχει προικοδοτήσει τα κινήματα η Αριστερά. Μόνη διέξοδος από τον κόσμο της εξουσίας, είναι η επαναστατική προοπτική και ο συνολικός μετασχηματισμός της κοινωνίας, για ένα κόσμο ελευθερίας, αλληλεγγύης και ισότητας.

Να μετατρέψουμε τους πολέμους και τις κρίσεις τους σε κοινωνική επανάσταση

Εμπρός για απεργίες – διαδηλώσεις – συγκρούσεις – απαλλοτριώσεις

Κράτη και καπιταλισμός φέρουν μέσα τους τον πόλεμο όπως το σύννεφο τη βροχή

«Η τέχνη του πολέμου είναι ζωτικής σημασίας για το Κράτος, είναι θέμα ζωής και θανάτου, δρόμος προς τη σωτηρία ή την καταστροφή. Γι’αυτό σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παραμελείται.»
Σουν Τζου «Η τέχνη του Πολέμου»

Εδώ και ένα μήνα, λαμβάνει χώρα στρατιωτική εισβολή ευρείας κλίμακας από την πλευρά του Ρωσικού κράτους σε Ουκρανικό έδαφος. Ενώ εκ πρώτης όψεως δινόταν η εντύπωση ότι η διάρκεια της σύγκρουσης θα ήταν περιορισμένη, εξελίσσεται, πλέον, σε πόλεμο με πολλά στρατιωτικά μέτωπα και ακόμα περισσότερες προεκτάσεις (πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές) για ολόκληρο τον πλανήτη. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, αυτές τις μέρες η ιστορία καταγράφει έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους και σίγουρα τον πιο αιματηρό σε Ευρωπαϊκό έδαφος μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Θεωρώντας ότι, πλέον, βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής, οφείλουμε να σκιαγραφήσουμε τις καταστάσεις και τις συγκυρίες που προϋπήρχαν της σύγκρουσης, πριν μιλήσουμε για την κατάσταση στο τώρα και τις επικείμενες συνέπειες στο μέλλον.

Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, περίπου 45 χρόνια μετά την καθ’ όλα κυνική (αλλά βαθύτατα στρατηγική) συμφωνία καθορισμού των σφαιρών επιρροής από τους νικητές του 2ου Παγκοσμίου πολέμου, ήταν σαφές ότι τίποτα στον κόσμο δεν θα ήταν το ίδιο. Το πέρας του Ψυχρού Πολέμου επαναχάραξε τα σύνορα των πρώην Σοβιετικών Κρατών, καθώς αυτά διακήρυτταν την ανεξαρτησία τους από τη «μαμά» Σοβιετική Ένωση, κατατάσσοντάς τα στις τελευταίες ταχύτητες όχι μόνο του ευρωπαϊκού, αλλά και του παγκόσμιου καπιταλισμού, καθώς αυτός πλέον θα ήταν το de facto μέτρο σύγκρισης. Παράλληλα, πολλά εδαφικά ζητήματα παρέμεναν με ερωτηματικά. Όλες αυτές οι χώρες, ανεξαιρέτως, αντιμετώπισαν τρομακτικές συνθήκες ύφεσης κατά τη μετάβαση στη νέα οικονομική και πολιτική πραγματικότητα, με τις πολεμικές συγκρούσεις στις παρυφές της νέας Ρωσικής Ομοσπονδίας -και όχι μόνο- να είναι συνεχείς (εμφύλιος πόλεμος στο Τατζικιστάν, πόλεμος στη Τσετσενία , στη Νότια Οσσετία κτλ), χωρίς, βέβαια, να εξετάζονται εδώ οι αιτίες της κάθε σύγκρουσης. Η περίπτωση της Ουκρανίας, δεν ξεφεύγει από τον παραπάνω γενικό κανόνα, με τη βασική διαφορά ότι λόγω της έκτασης, της τοποθεσίας και των πόρων της, ξεχωρίζει αισθητά, συγκεντρώνοντας παραπάνω παγκόσμιο ενδιαφέρον, σε σχέση με κάποια άγνωστα εδάφη στα βόρεια του Καύκασου. Η ολοένα και αυξανόμενη πολιτική, οικονομική και στρατιωτική οργάνωση των Ευρωπαϊκών χωρών και των Συμμάχων τους (ΝΑΤΟ – Βορειοατλαντική Συμμαχία) από τη μία, με την συνεχή ανάκαμψη της Ρωσίας μετά το ‘91, που ανέκαθεν συγκροτούσε το αντίπαλο δέος στην κοντινή Ανατολή, αποτελούσαν τη βασική κινητήρια δύναμη των ιστορικών εξελίξεων στην περιοχή, διαμορφώνοντας ένα αμφίρροπο γεωπολιτικό πεδίο.

Με την Ουκρανία να παραμένει, γενικά, στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, αλλά να αποτελεί και δυνητικό στρατηγικό εταίρο της Δύσης, μια παρόμοια πολιτική αστάθεια αντικατοπτριζόταν και στο εσωτερικό της χώρας: εκλογές του 2004 και «πορτοκαλί» επανάσταση, απόπειρα δολοφονίας με δηλητήριο του Βίκτορ Γιουσένκο (πρωθυπουργός με αντιρωσική πολιτική γραμμή), πρόωρες εκλογές του 2007 και συνεχείς καταγγελίες για κρατική διαφθορά, φυλάκιση της πρωθυπουργού Τιμοσένκο για τις συμφωνίες του Φυσικού Αερίου με τη Ρωσία το 2009, μέχρι τις αναταράξεις του 2014 (Euromaidan, Επανάσταση της Αξιοπρέπειας), την σύγκρουση στην περιοχή του Ντονμπάς και την ανεξαρτητοποίηση της Κριμαίας. Οι εναλλαγές των κυβερνήσεων έρχονταν και παρέρχονταν πάντα σε κλίμα διχόνοιας, με τον Βίκτορ Γιανουκόβιτς από τη μία να αποτελεί το βασικό πιόνι της Ρωσίας και τις φιγούρες της εκάστοτε αντιπολίτευσης (Γιουσένκο, Ποροσένκο) να έχουν, γενικά, βλέψεις προς τη Δύση, με την επιθυμία της ένταξης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και το ΝΑΤΟ. Αυτό φυσικά δεν περνούσε ποτέ απαρατήρητο από την Ρωσία, η οποία στρατηγικά επιδίωκε να έχει την ελάχιστη δυνατή απειλή στα δυτικά σύνορά της και ήταν προς το συμφέρον της, χώρες όπως η Ουκρανία να παραμένουν εκτός ΝΑΤΟ και δυτικών στρατιωτικών συμμαχιών. Άλλωστε, ήδη χώρες όπως η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία είχαν γίνει πλήρη μέλη του ΝΑΤΟ από το 2004, με την Λευκορωσία να παραμένει παραδοσιακά (και ουσιαστικά) ο βασικός σύμμαχος στο πλευρό της Ρωσίας. Η συνεχής επέκταση του ΝΑΤΟ, με την πολιτική επιρροή των ΗΠΑ και της ΕΕ, αποτελούσαν πάντα την κόκκινη γραμμή ανάμεσα στους βασικούς γεωπολιτικούς παίχτες, με την «σιωπηλή» συμφωνία μη επέκτασης του ΝΑΤΟ μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, να υφίσταται μόνο προφορικά. Όμως στην πραγματικότητα υπήρχε και κάτι άλλο. Παράλληλα με τους συνεχείς τριγμούς και την προσέγγιση της Δύσης υπό την αιγίδα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ προς την Ουκρανία, εγειρόταν παράλληλα ένα άλλο ζήτημα από το σοβιετικό παρελθόν: το ζήτημα της Κριμαίας και της στρατηγικής της σημασίας. Με άμεση πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα και κατά συνέπεια προς τη Μεσόγειο, η Χερσόνησος της Κριμαίας είχε δωθεί στη Σοβιετική Δημοκρατία της Ουκρανίας τη δεκαετία του 50, καθώς, ούτως ή άλλως αποτελούσε κοινή βάση του Σοβιετικού Στόλου. Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και εν μέσω πολιτικών και στρατιωτικών συμφωνιών μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, η Κριμαία συνέχισε να αποτελεί ναυτική βάση για τους διαχωρισμένους, πλέον, στόλους.

Ως απότοκο της δυτικής εμπλοκής και επιρροής στο εσωτερικό της Ουκρανίας, εκκρεμούσε η πολιτική και οικονομική συμφωνία με την ΕΕ που προετοιμαζόταν ήδη κάποια χρόνια πριν. Στα τέλη του 2013 / αρχές 2014 με τον Γιανουκόβιτς στην εξουσία και με την εξώφθαλμη παρέμβαση της Ρωσίας, τελικά η συμφωνία δεν υπογράφεται. Οι χρόνιες επεκτατικές πιέσεις και παρεμβάσεις και των δύο πλευρών προς το ουκρανικό κράτος, αποτέλεσαν την σπίθα για αυτά που ακολούθησαν: διαδηλώσεις, αιματηρές συγκρούσεις με τον στρατό και την αστυνομία, πτώση του Πρόεδρου Γιανουκόβιτς τον Φεβρουάριο του ‘14, συσπείρωση του αντιρωσικού μπλοκ με την οργάνωση ένοπλων πολιτοφυλακών. Η Ρωσία από την πλευρά της εισβάλλει στα ανατολικά κομμάτια της Ουκρανίας (χερσόνησος της Κριμαίας, περιοχή του Ντονμπάς), δηλαδή στα εδάφη στα οποία το ρώσικο στοιχείο ήταν ανέκαθεν συντριπτικό και εκλογικά υποστήριζε τον Γιανουκόβιτς, χωρίς να συμμετέχει στις διαδηλώσεις υπέρ του Euromaidan. Στη βάση αυτής της σύγκρουσης, δημιουργείται περαιτέρω όξυνση στο εσωτερικό της χώρας, αφού, πλέον, οι ακροδεξιές πολιτοφυλακές μετατρέπονται σε στρατιωτικά τάγματα που μοστράρουν απροκάλυπτα τα βρωμερά φασιστικά-νεοναζιστικά σύμβολα και θα ενταχθούν στο μέλλον στον ουκρανικό στρατό. Ο Δεξιός Τομέας, το τάγμα Azov, το τάγμα Aidar, το τάγμα Dnipro-1 κτλ είναι ορισμένα απο τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Το τάγμα Azov, μάλιστα, χρηματοδοτήθηκε από το oυκρανικό κράτος και το ΝΑΤΟ και εκπαιδεύτηκε μετέπειτα από τη CIA, λαμβάνοντας μέρος σε πολλές μάχες εναντίον Ρώσων Αυτονομιστών στα μέτωπα του Ντονέτσκ/Λουχάνσκ. Τα εγκλήματα που έχουν διαπράξει όλα αυτά τα μορφώματα απέναντι στο ρωσόφωνο πληθυσμό με ξυλοδαρμούς, απαγωγές, βιασμούς κτλ είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός και είναι καταγεγραμμένα σε διάφορες εκθέσεις, καθώς χρησιμοποιήθηκαν ως βασικό επιχείρημα από το Ρωσικό κράτος για την κήρυξη του πολέμου, ενώ ταυτόχρονα αποτέλεσαν το «βολικό» άλλοθι για τον επεκτατισμό και τον μεγαλοϊδεατισμό του. Η νέα πολιτική διαχείριση του Ουκρανικού κράτους (Ποροσένκο) φροντίζει, φυσικά, να τους «ξεπλένει» μπροστά στο μεγάλο «πατριωτικό» καθήκον και στον «κοινό» αγώνα εναντίον των εισβολέων, ύστερα από τα γεγονότα του Euromaidan. Σε μια προσπάθεια αναδιοργάνωσης της χώρας υπογράφεται η πρόσφατα ακυρωθήσα συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με σαφείς βλέψεις προς τη Δύση. Ξεκινάει εκκαθάριση των κρατικών μηχανισμών για την απομάκρυνση του ρωσικού στοιχείου, θεσπίζεται απαγόρευση χρήσης μειονοτικών γλωσσών και γίνεται προσπάθεια «αποκομμουνιστικοποίησης» της χώρας, σε ένα γενικότερο κλίμα τόνωσης του εθνικιστικού αισθήματος των Ουκρανών. Οι συρράξεις στα μέτωπα του Ντονμπάς και της Μαριούπολης συνεχίζονται με αμείωτη ένταση, με τα φασιστικά αποσπάσματα να προβαίνουν σε συνεχή εγκλήματα κατά του ρωσόφωνου πληθυσμού στις εκεί περιοχές. Αξίζει να σημειωθεί ότι αντίστοιχες ρωσικές παραστρατιωτικές-ναζιστικές ομάδες και πολεμιστές, όπως η Task Force Rusich του γνωστού ναζιστή Μιλτσάκοφ, τάχθηκαν στο μέτωπο των «Λαϊκών Δημοκρατιών», διαπράττοντας αντίστοιχα εγκλήματα πολέμου. Κάπως έτσι, η κατάσταση στη χώρα θα εκτροχιάζεται σταδιακά, για τα επόμενα χρόνια, με τα παρακρατικά/εθνικιστικά/φασιστικά στοιχεία να οργανώνονται συνεχώς και να καθορίζουν το πολιτικό status quo. Οι συμφωνίες του Μίνσκ (Μίνσκ Ι/ΙΙ) που υπεγράφησαν το ‘14/’15, στην πραγματικότητα ποτέ δεν έληξαν τις συγκρούσεις. Οι αυτοανακηρυγμένες «Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ και η κατάπαυση του πυρός, βρέθηκαν στο επίκεντρο των προαναφερθείσων συμφωνιών, με τα συμφέροντα Ρωσίας, ΕΕ και ΗΠΑ να εμπεριέχονται επιμελώς κρυμμένα σε κάθε στρατηγικής σημασίας λέξη μέσα στα επίσημα κείμενα.

Ο κύβος, όμως, είχε ριφθεί χρόνια πριν.

Από τη μία πλευρά η επιθετική πολιτική της ΕΕ και του ΝΑΤΟ που προσπαθούν να λύσουν τον τελευταίο (και ίσως πιο σημαντικό) γρίφο της δυτικής πολιτικής επιρροής στα σύνορα της Ρωσίας, πιέζοντας (εμφανώς ή μη) για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Από την άλλη πλευρά, οι επεκτατικές πιέσεις της Ρωσίας προς έναν πρώην Σοβιετικό «σύμμαχο» για την διασφάλιση των γεωπολιτικών της συμφερόντων και την «ασφάλεια» των συνόρων της. Στη μέση μια χώρα πολιτικά και εθνικά διχοτομημένη, με στρατηγική θέση και αφθονία πρώτων υλών και ενεργειακών πόρων.

24/2/2022, η μέρα που τα χαρακώματα του Ντονμπάς μετατρέπονται σε ολοκληρωτικό πόλεμο στα Ουκρανικά εδάφη

Σε μια άνευ προηγουμένου στρατιωτική συγκέντρωση δυνάμεων, ο Ρωσικός στρατός εισβάλλει στην Ουκρανία, χωρίς να είναι σαφή τα αρχικά σχέδια του Ρωσικού Κράτους. Δεδομένου ότι στον πόλεμο το πρώτο πράγμα που δολοφονείται είναι η αλήθεια, όλοι και όλες μας προσπαθούμε να βρούμε ανεξάρτητες διόδους πληροφόρησης, που να μην ελέγχονται από την προπαγάνδα καμίας εκ των δύο πλευρών. Μετά από ένα μήνα και ενώ στην πραγματικότητα καμία σημαντική πόλη της Ουκρανίας δεν έχει καταληφθεί (εκτός από τη Χερσώνα), γινόμαστε μάρτυρες μιας συνεχιζόμενης σφαγής, με κύρια θύματα τον άμαχο πληθυσμό, τον Ουκρανικό λαό, τις πόλεις, τα χωριά και τις υποδομές της χώρας. Τα γεγονότα μέχρι τώρα δείχνουν ότι πρόκειται για έναν πόλεμο ο οποίος ήδη έχει δεκάδες χιλιάδες απώλειες, νεκρούς, τραυματίες και εκτοπισμένους/ες, ενώ πάνω από 3,5 εκατομμύρια πρόσφυγες έχουν ήδη περάσει σε διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εικόνες από κάθε γωνιά της Ουκρανίας είναι γροθιά στο στομάχι: χαρακώματα και πόλεις υπό πολιορκία, βομβαρδισμένα νοσοκομεία και ορφανοτροφεία, καταστραμμένες πολυκατοικίες και αστικές περιοχές, πολεμικά συντρίμμια και παραναλώματα του πυρός. Το πρόσωπο του πολέμου σε κάθε ήπειρο, χώρα, πόλη και χωριό είναι το ίδιο σκληρό και απάνθρωπο, όπως είναι τα πολεμικά logistics των κρατών και του καπιταλισμού. Η «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» όπως την είχε προλογήσει ο Πούτιν και η οποία φαίνεται να ξεκίναγε με δήθεν χειρουργική ακρίβεια και στοχευμένες επιθέσεις (για λόγους προπαγάνδας), πήγε περίπατο από τις πρώτες μέρες. Η εμπλοκή στις μάχες περαιτέρω Ρώσικων εφεδρειών αλλά και Τσετσένων και Σύριων μισθοφόρων, συγκλίνουν στο ότι πρόκειται για μια επίθεση διαρκή και ανελέητη, μια μάχη σπιθαμής προς σπιθαμή για τον αφανισμό του αντιπάλου.

Από την άλλη πλευρά, η ιμπεριαλιστική εισβολή της Ρωσίας, ήταν το τυράκι που περίμεναν ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ, ώστε να βγουν από τη δύσκολη θέση του βασικού υπεύθυνου μιας σύγκρουσης με παγκόσμιο αντίκτυπο. Ενώ αρχικά η απάντησή τους περιορίζεται σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, με καταδίκες, ψηφίσματα και βαριές οικονομικές κυρώσεις προς τη Ρωσία, σταδιακά αυξάνεται και η στρατιωτική εμπλοκή: οικονομική βοήθεια, αποστολή όπλων και πολεμικού υλικού, αποστολή εκπαιδευτών στην Ουκρανία, αύξηση των στρατευμάτων και κινητοποίηση νατοϊκών δυνάμεων στα σύνορα των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ. Άλλωστε, η πολεμική ιστορία από την πλευρά της «Δύσης» έχει γραφτεί και αυτή με το ίδιο βαθύ κόκκινο του αίματος: Γιουγκοσλαβία, Κόσοβο, Αφγανιστάν, Ιράκ, Λιβύη κτλ με τον κατάλογο να είναι ατελείωτος. Σε αυτό το γεωπολιτικό κουβάρι, πολλές χώρες πήραν την πρωτοβουλία για την αποστολή στρατιωτικού υλικού προς την Ουκρανία, με την Ελλάδα να είναι απο τις πρώτες στην ουρά. Βέβαια δεν θα περίμενε κανείς ότι μερικά σκουριασμένα καλάσνικοφ και παροπλισμένα RPG θα κάνανε τη διαφορά στο πεδίο της μάχης, όμως το σημαίνων στοιχείο εδώ είναι η πολιτική στράτευση και έμπρακτη πολεμική διαθεσιμότητα του Ελληνικού κράτους στο πλευρό του ΝΑΤΟ, σε περίπτωση γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Όχι ότι θα περιμέναμε κάτι διαφορετικό, αφού αυτή ήταν η πολιτική του ατζέντα διαχρονικά, είτε με στρατιωτική παρουσία εκτός συνόρων (π.χ Κόσοβο, Αφγανιστάν κτλ), είτε με διάθεση πολύτιμων βάσεων ανεφοδιασμού/εξοπλισμού για ΗΠΑ και ΝΑΤΟ (π.χ Σούδα, Λάρισα κτλ). Σε μια πιο πρόσφατη περίπτωση, το λιμάνι και η βάση της Αλεξανδρούπολης αποτελούν έναν από τους πιο κρίσιμους στρατιωτικούς και ενεργειακούς κόμβους του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στη περιοχή, κάτι που έχει σχολιαστεί έντονα ακόμα και από τα υψηλότερα κλιμάκια του ρωσικού κράτους (Λαβρόφ). Παρόμοιες πολιτικές πρωτοβουλίες έχουν παρατηρηθεί και από άλλες χώρες, με ακραία περίπτωση αυτή της Πολωνίας που πρακτικά δήλωσε διαθεσιμότητα όλων των μαχητικών της αεροσκαφών σε βάση της Γερμανίας, υπό την προϋπόθεση ότι θα παραδοθούν από πιλότους των ΗΠΑ στο Ουκρανικό κράτος. Παράλληλα οι κοινές ασκήσεις και στρατιωτικές προετοιμασίες του ΝΑΤΟ σε Ευρωπαϊκό έδαφος (π.χ Νορβηγία) εντείνονται, στέλνοντας στίγμα στην αντίπαλη πλευρά για την έκταση της… «αμυντικής» συμμαχίας.

Ένα άλλο στοιχείο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι τα κροκοδείλια δάκρυα και η επιλεκτική ευαισθησία που δείχνουν τα δυτικά κράτη για τα εκατομμύρια των προσφύγων/εκτοπισμένων, την ώρα που συνεχίζουν να ρίχνουν λάδι στη φωτιά του πολέμου. Η έννοια του «λευκού», του Χριστιανού Ορθόδοξου, του Ευρωπαίου Ουκρανού πρόσφυγα, αποτελεί βούτυρο στο ψωμί της ακροδεξιάς ρητορικής, που τα τελευταία χρόνια σημείωνε ραγδαία αύξηση στην Ευρώπη. Χωρίς, προφανώς, να αμφισβητείται η άμεση συνοριακή απόκριση εθελοντών, μη κυβερνητικών ή ακόμα και κυβερνητικών οργανώσεων σε γειτονικές χώρες (π.χ Πολωνία/Ρουμανία), εντούτοις γίνεται η προσπάθεια οι στρατιές των προσφύγων να χρησιμοποιηθούν και σε έναν άλλον, εξίσου βρώμικο πόλεμο: αυτόν της εικόνας, της αντιρωσικής προπαγάνδας και της δήθεν Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Την ώρα που τα ευρωπαϊκά σύνορα μετράνε χιλιάδες θαλάσσιους τάφους από τους πρόσφυγες των πολέμων της Δύσης (και όχι μόνο) και την ώρα που άλλες τόσες χιλιάδες βρίσκονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, η ανάδειξη της ιμπεριαλιστικής εισβολής στην Ουκρανία χρησιμοποιείται για να φωτίσει το «κλωνισμένο» ανθρωπιστικό κύρος των Ευρωπαϊκών χωρών. Οι προπαγανδιστικές μηχανές των κρατών μέσω των ΜΜΕ έχουν πάρει φωτιά και τα απεγνωσμένα πρόσωπα των εκατομμυρίων ουκρανών προσφύγων, έχουν καταλάβει την πρώτη θέση στο δυτικό πολεμικό marketing, καθώς θεωρούνται πολιτισμικά συμβατοί, σε σχέση με πρόσφυγες από τις αραβικές χώρες.

Οι προεκτάσεις του πολέμου δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστο ούτε τον τελευταίο καταπιεσμένο/η, στην Ουκρανία, στην Ρωσία, στην Ευρώπη και παντού.

Η ενεργειακή εξάρτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ευρωπαϊκών χωρών από το ρώσικο Φυσικό Αέριο ήταν και παραμένει τεράστια, με αποτέλεσμα να υπάρχει έκρηξη τιμών σε βασικά αγαθά, τρόφιμα, λογαριασμούς ΔΕΚΟ, παράλληλα με την έκρηξη πληθωρισμού. Όπως είναι κατανοητό, αυτές και αυτοί που χτυπιούνται από την ακρίβεια είναι η κοινωνική βάση, τα αδύναμα οικονομικά στρώματα, οι καταπιεσμένοι/ες. Και ας μην έχουμε αυταπάτες, τα ίδια στρώματα θα είναι αυτά που θα χτυπηθούν πρώτα και μέσα στη Ρωσία με την συνεχιζόμενη επιβολή ασφυκτικών οικονομικών κυρώσεων, καθώς το Ρωσικό κράτος θα ανατροφοδοτεί την πολεμική του μηχανή. Ας μη ξεχνάμε ότι η ρώσικη πολιτική/οικονομική ελίτ και το ρωσικό κράτος έχουν διέξoδο προς τις αγορές της Κίνας ή της Ινδίας (κράτη τα οποία κρατούν εντέχνως μια πιο μετριοπαθή στάση), ενώ οι συνέπειες των κυρώσεων στη κοινωνική βάση, αναμένεται να φανούν ακόμα εντονότερα το επόμενο διάστημα. Δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατα υπεγράφη συμφωνία με βάθος 30ετίας για νέο αγωγό Φυσικού Αερίου προς την Κίνα: ουδέν κακόν, αμιγές καλού. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, κερδισμένο από αυτή την υπόθεση είναι το Αμερικάνικο κεφάλαιο, καθώς έρχεται να καλύψει το κενό που άφησε η Ρωσία, με παραδόσεις τεράστιων φορτίων LNG σε χώρες της Ευρώπης.

Είναι πολύ σημαντικό να καταστήσουμε σαφές, για άλλη μια φορά, ότι η ιμπεριαλιστική εισβολή του ρωσικού κράτους δεν είναι μάνα εξ ουρανού, αλλά αποτελεί ένα ακόμα στιγμιότυπο της γεωπολιτικής διελκυστίνδας που παίζουν τα κράτη Δύσης και Ανατολής σε Ουκρανικό έδαφος, εδώ και χρόνια. Αν κάτι έχει αποδειχθεί ιστορικά, είναι ότι η φύση όλων των κρατών ανεξαρτήτως, διέπεται από τον επεκτατισμό, τον μιλιταρισμό, την εκμετάλλευση και την καταπίεση. Είτε με τη μορφή ένωσης (ΕΕ), είτε με τη μορφή ενός μόνο κράτους (π.χ ΗΠΑ / Ρωσία), σκοπός τους είναι η διασφάλιση των συμφερόντων του τοπικού/υπερεθνικού κεφαλαίου και της αντίστοιχης πολιτικής και οικονομικής ελίτ. Γι αυτό το λόγο, η διακρατική συσπείρωση σε ένα συμπαγές ΝΑΤΟϊκό μπλοκ απέναντι στην πολεμική μηχανή του ρωσικού κράτους, ξυπνάει εφιαλτικές μνήμες από το παρελθόν, οξύνοντας τα πράγματα προς μια κατεύθυνση που ενδεχομένως να μην υπάρχει επιστροφή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι αδιανόητες αυξήσεις των στρατιωτικών προϋπολογισμών των κρατών (π.χ Γερμανία) μετά την έναρξη της εισβολής και η γενικότερη αφύπνιση του μιλιταριστικού αισθήματος, ακόμα και σε χώρες που παραδοσιακά διατηρούσαν μια πιο μετριοπαθή στάση (π.χ Σουηδία). Ούτως ή άλλως ο πόλεμος αποτελεί την υγεία της καπιταλιστικής μηχανής, μέσω της ανακύκλωσης του παλιότερου πολεμικού υλικού που συσσωρεύεται και τη δημιουργία νέου, ακόμα πιο εξελιγμένου και δολοφονικού, καθώς και μέσω της διαδικασίας καταστροφής ολόκληρων πόλεων και χωρών και την ανοικοδόμησή τους. Όλα τα παραπάνω, θεωρούμε ότι θα φέρουν ντόμινο πολιτικών εξελίξεων στο εσωτερικό των Ευρωπαϊκών χωρών, έξαρση ρατσισμού, εθνικισμού και μιλιταρισμού, με τον κίνδυνο ενός γενικευμένου πολέμου να είναι κάτι παραπάνω από πιθανός. Αυτός ο φόβος ενδεχομένως να αποτελέσει στο μέλλον και το βασικότερο επιχείρημα για την εδραίωση ενός καθεστώτος μόνιμης έκτακτης ανάγκης στο εσωτερικό πολλών χωρών. Ό,τι ακριβώς γίνεται δηλαδή αυτή τη στιγμή στη Ρωσία, καθώς σε κατασταλτικό επίπεδο έχουμε δεκάδες χιλιάδες συλλήψεις του «εσωτερικού εχθρού» από τα αντιπολεμικά συλλαλητήρια που οργανώνονται σε διάφορες πόλεις της χώρας. Άλλωστε η κοινωνική τους «ειρήνη» είναι η άλλη όψη του πολέμου τους. Δυστυχώς, όποια και να είναι η κατάληξη των πολεμικών συγκρούσεων που διεξάγονται αυτή τη στιγμή, θεωρούμε ότι η περιοχή θα συνεχίσει να είναι για πολύ καιρό ακόμα ένα «θερμό» μέτωπο, τύπου Συρίας, με στιγμές έξαρσης και εκτόνωσης, ανάλογα τις γεωπολιτικές ορέξεις των επιμέρους στρατοπέδων.

Bring the War Home

Ως καταπιεσμένοι/ες – εκμεταλλευόμενες/οι, οφείλουμε να μην πάρουμε σε καμία περίπτωση θέση με τη μία ή την άλλη πλευρά σε έναν τέτοιου είδους πόλεμο, να μη συστρατευτούμε ούτε να πολεμήσουμε για κανένα έθνος, καμία πατρίδα και κανένα κράτος. Αντίθετα, είναι αναγκαίο να σταθούμε αλληλλέγγυοι στα εκατομμύρια των προσφύγων που ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους και σε αυτούς/ες που συμμετέχουν στον κοινωνικό και ταξικό πόλεμο σε Ουκρανία, Ρωσία, όπως και σε οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου. Οφείλουμε να αποδομήσουμε την προπαγάνδα και των δύο πλευρών και την παραπλανητική εξήγηση περί πολέμου Ανατολής και Δύσης. Να προσπαθήσουμε να καταδείξουμε την πραγματική του φύση, που δεν είναι άλλη παρά μια ιμπεριαλιστική σύγκρουση στις πλάτες εκατομμυρίων καταπιεσμένων, πρωτίστως στην Ουκρανία και εν συνεχεία στον υπόλοιπο κόσμο. Να μιλήσουμε ανοιχτά, πως στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν πόλεμο θέσεων στο παγκόσμιο γεωπολιτικό σκηνικό, μια μάχη για την κυριαρχία και τον επανακαθορισμό των καπιταλιστικών συμφερόντων (ενεργειακών, εμπορικών, στρατιωτικών) κρατών και συνασπισμών κρατών. Σε αυτά τα πλαίσια, θεωρώντας ότι το Ελληνικό κράτος έχει το μερίδιο που του αναλογεί σε αυτή τη σύγκρουση -καθώς διεκδικεί ολοένα και μεγαλύτερο-, να φέρουμε τον πόλεμο πίσω στα σπίτια μας, στα «ασφαλή» μετόπισθεν των δυτικών μητροπόλεων, από τα αντιπολεμικά συλλαλητήρια και την καθημερινή μας παρουσία στο δρόμο μέχρι τις πολύμορφες δράσεις και το σαμποτάζ στην πολεμική μηχανή. Ακόμα, να εντείνουμε τον κοινωνικό και ταξικό πόλεμο που δεν αναγνωρίζει εθνικότητες, θρησκείες και φύλα, σε κάθε πεδίο της καθημερινότητας και της ζωής. Να μην αφήσουμε το εθνικιστικό δηλητήριο να ποτίσει το δημόσιο πεδίο με ρατσισμό, πατριωτισμό και μεγαλοϊδεατισμό, υπερασπιζόμενοι οποιαδήποτε πλευρά μεταξύ διακρατικών διαξιφισμών. Τέλος, να καταδείξουμε τα κράτη, το κεφάλαιο και τις απανταχού ελίτ ως μηχανές παραγωγής πολέμων, βίας και δυστυχίας σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Και να περάσουμε στην επίθεση.

Ούτε με τη Ρωσία, ούτε με το ΝΑΤΟ-ΕΕ

Κράτη και καπιταλισμός γεννούν τον πόλεμο, στην Ουκρανία, εδώ και παντού

Να οξύνουμε το δικό μας, κοινωνικό – ταξικό πόλεμο, ενάντια στον δικό τους που δε λέει να τελειώσει

 

Αν δεν είσαι έτοιμος να αγωνιστείς για αυτήν… Αφίσα αληλεγγύης στους 3 της Θεσσαλονίκης

Τα ξημερώματα της Τρίτης 8/2 πραγματοποιείται εμπρηστική επίθεση στο Ι.Ε.Θ.Π (Ίδρυμα Εθνικού και Θρησκευτικού Προβληματισμού) στη Θεσσαλονίκη. Λίγες ώρες αργότερα, πάνοπλες δυνάμεις της “αντι”τρομοκρατικής, εισβάλλουν σε σπίτι στην Άνω Πόλη και συλλαμβάνουν τον σύντροφο Θ. Χατζηαγγέλου και τη συντρόφισσα Γ. Βούλγαρη. Την ευθύνη των “ευρυμάτων” στο σπίτι αναλαμβάνει ο σύντροφος, ενώ από την πρώτη στιγμή τα συντρόφια δεν αρνούνται τη συμμετοχή τους στην επίθεση, στο βαθμό όμως που αντιστοιχεί στον καθένα τους. Ο σύντροφος Χατζηαγγέλου αναλαμβάνει την ευθύνη του εμπρησμού, με τη συντρόφισσα να παραδέχεται τη απλή συμμετοχή της με υποστηρικτικό μόνο ρόλο. Το περιεχόμενο της εμπρηστικής ενέργειας στο ίδρυμα Ι.Ε.Θ.Π αφορά την υπόθεση του 37χρονου ιερέα παιδοβιαστή, ο οποίος κατηγορείται για συστηματική ασέλγεια σε βάρος 11χρονου κοριτσιού στα Πατήσια. Το απόγευμα της ίδιας μέρας συλλαμβάνεται και ο σύντροφος Π. Καλαϊτζής χωρίς κανένα στοιχείο και χωρίς να έχει την παραμικρή εμπλοκή με την υπόθεση. Η μόνη σύνδεση αποτελεί η φιλική και προσωπική σχέση με τον σύντροφο Χατζηαγγέλου. Η δίωξη του Π.Καλαϊτζή αποτελεί μια ξεκάθαρα εκδικητική πράξη από την πλευρά του κράτους, καθώς στοχεύει στην ποινικοποίηση φιλικών και διαπροσωπικών σχέσεων. Με αυτό το τρόπο και κατά τη γνωστή τακτική της, η αντιτρομοκρατική προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κατασκευάσει άλλο ένα επίπλαστο-κοινό κατηγορητήριο και για τους τρεις, ώστε να διώξει ποινικά τα συντρόφια βάσει του άρθρου 187Α (σύσταση τρομοκρατικής οργάνωσης).

Στην εποχή ενός καθεστώτος μόνιμης “έκτακτης ανάγκης”, ελέγχου και καταστολής, απέναντι στο κυνήγι μαγισσών και την επέλαση της κρατικής τρομοκρατίας, οι αιχμάλωτες/οι του κοινωνικού-ταξικού πολέμου δεν είναι μόνοι τους. Στους καιρούς της ακραίας ακρίβειας, της βίαιης φτωχοποίησης του πληθυσμού και της διάλυσης του κοινωνικού ιστού, η πολιτική συγκρότηση και δράση ενάντια στην εξουσία και σε ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει, αποτελεί τη μόνη διέξοδο προς ένα κόσμο ισότητας και ελευθερίας, χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση. Και αν τα συντρόφια μας στάθηκαν με αξιοπρέπεια και με το κεφάλι ψηλά, υπερασπιζόμενα τη θέση που έχουν διαλέξει στο στρατόπεδο των καταπιεσμένων, το ίδιο οφείλουμε να κάνουμε και εμείς. Να ορθώσουμε ανάστημα απέναντι στη βία που μας ασκείται καθημερινά, να ατσαλώσουμε τις αντιστάσεις μας στο παρόν και να χαράξουμε ρότα προς τη συνολική απελευθέρωση, μέσα απο τη πυξίδα του πολύμορφου αγώνα. Σε αυτό το κόσμο τίποτα δεν κερδήθηκε με προσευχές, ούτε χαρίστηκε με παρακάλια, παρά μόνο κατακτήθηκε με αγώνες και μάχες, μικρές ή μεγάλες, καθημερινές, συνεχείς. Να μην αφήσουμε άλλο έδαφος σε κάθε λογής καταπιεστές, να περάσουμε το φόβο στο αντίπαλο στρατόπεδο. Για τις συντρόφισσες/ους μας, για εμάς τους ίδιους/ες, για όλες τις καταπιεσμένες/ους αυτού του κόσμου.

Αλληλεγγύη στον αγώνα του απεργού πείνας Δημήτρη Κουφοντίνα – μέχρι το γκρέμισμα και της τελευταίας φυλακής

Για άλλη μια φορά, την τρίτη τα τελευταία χρόνια, ο πολιτικός κρατούμενος και μέλος της ε.ο.17Ν Δημήτρης Κουφοντίνας προχωρά σε απεργία πείνας, ξαναπιάνοντας το νήμα των αγώνων απέναντι στην κρατική και πολιτική εξουσία. Αιτία και πάλι η εκδικητική και αυθαίρετη μεταχείρισή του από τους κρατικούς μηχανισμούς, με μια σειρά ενεργειών που στόχο έχουν να κάμψουν το αγωνιστικό του φρόνημα και να τιμωρήσουν τη συνεπή, αμετανόητη στάση του απέναντι στο καθεστώς, όντας όμηρος για 18 χρόνια στα κελιά της ελληνικής δημοκρατίας σε μόνιμο καθεστώς εξαίρεσης και απομόνωσης. Στο πρόσωπό του χτυπιέται οποιο(α)σδήποτε επιχειρεί να αμφισβητήσει το κρατικό μονοπώλιο της βίας, να σπάσει την απόλυτη κυριαρχία της εξουσίας, κάθε κίνημα, κάθε αγώνας για την ανατροπή του συστήματος που γεννά και βασίζεται στην αδικία, την εκμετάλλευση, το θάνατο.

Τεράστια ευθύνη για τη μεθοδευμένη επίθεση στον Δημήτρη Κουφοντίνα φέρει η γενική γραμματέας «αντεγκληματικής πολιτικής» Σοφία Νικολάου, η οποία βρίσκεται σε ανοιχτό πόλεμο με τους χιλιάδες κρατούμενους/ες στις φυλακές όλης της χώρας. Η Σοφία Νικολάου, όντας στην αιχμή του κρατικού σχεδιασμού για τις φυλακές, ευθύνεται για την εγκληματική πολιτική στα «σωφρονιστικά» κάτεργα στους καιρούς του covid-19, καθώς και για μια σειρά νόμων και διατάξεων που στόχο έχουν να περιορίσουν ακόμα περισσότερο τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των κρατουμένων, να βάλουν ένα ακόμα λιθαράκι στο διαρκές έγκλημα που ονομάζεται φυλακή και στέρηση της ελευθερίας.

Η επίθεση στον Δημήτρη Κουφοντίνα δε μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από την επίθεση με όρους ασφυξίας στους αγώνες, τα κινήματα και την κοινωνία συνολικότερα, με την αιχμή του δόρατος να στρέφεται απέναντι στον αναρχικό χώρο, όντας το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι της. Έτσι, μαζί και με την επίθεση στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους αγώνα, την ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση των κατασταλτικών δυνάμεων, το νόμο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, την επίθεση στους πανεπιστημιακούς χώρους, τις κάθε είδους απαγορεύσεις, αποτελούν κομμάτια του ίδιου σχεδιασμού που στόχο έχει να καταστείλει και να φιμώσει κάθε ριζοσπαστική φωνή, κάθε απόπειρα των καταπιεσμένων να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους.

Φαίνεται λοιπόν πως η συνθήκη ολοκληρωτισμού και καταστολής στην οποία έχουν βυθίσει την κοινωνία, με πρόσχημα τη διαχείριση του covid-19, είναι η ιδανική για να ξεμπερδέψουν με το «μόνιμο αγκάθι» που ονομάζεται Δημήτρης Κουφοντίνας, είτε οδηγώντας τον στο θάνατο είτε προκαλώντας ανεπανόρθωτες βλάβες στην υγεία του. Είναι χρέος μας να μην επιτρέψουμε κάτι τέτοιο να συμβεί. Η νίκη του αγώνα του θα είναι μια ανάσα απέναντι στον εντεινόμενο αυταρχισμό του κράτους, για τις δύσκολες εποχές που ζούμε και για αυτές που έρχονται. Να σταθούμε δίπλα στους αγώνες των φυλακισμένων που αντιστέκονται και υψώνουν τη φωνή τους απέναντι στο τέρας του «σωφρονισμού». Να αγωνιστούμε από κοινού απέναντι στους γδάρτες των ονείρων μας, απέναντι στην κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα που χτίζει και έχει ανάγκη τις φυλακές.

Κράτη και κεφάλαιο οι μόνοι τρομοκράτες

Νίκη στην απεργία πείνας του αγωνιστή πολιτικού κρατούμενου Δ. Κουφοντίνα

Δύναμη στους συντρόφους απεργούς πείνας Γ. Δημητράκη, Ν. Μαζιώτη

Στηρίζουμε – συμμετέχουμε στην συγκέντρωση αλληλεγγύης την Παρασκευή 29/1 στα Προπύλαια στις 5μμ, όπως και σε κάθε κίνηση αλληλεγγύης στον απεργό πείνας Δ. Κουφοντίνα

Ανάρτηση πανό και αναγραφή συνθημάτων ενάντια στην καταστολή και τις απαγορεύσεις των ημερών μας

Με πρόφαση την υγειονομική κρίση και ενώ το δεύτερο lockdown βρίσκεται σε ισχύ, το κράτος με τις ευλογίες των “ειδικών” του προέβη σε νέα μέτρα επιτήρησης και πειθάρχησης. Περιορισμός στις μετακινήσεις, ολική απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 9, αυξημένη αστυνομοκρατία. Παράλληλα με τις απαγορεύσεις, το κράτος και οι μηχανισμοί του επενδύουν σε ότι τους είναι απαραίτητο για την επιβίωσή τους, προσλαμβάνοντας καραβανάδες, ειδικούς φρουρούς και κάθε λογής μπάτσο αλλά και αναβαθμίζοντας τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τον στόλο τους. Ταυτόχρονα, εκμεταλλευόμενο την παρούσα συνθήκη, ετοιμάζει ένα σχέδιο εξάλειψης και των τελευταίων εργατικών κεκτημένων και αντιστάσεων. Το νομοσχέδιο που κατατίθεται προς ψήφιση συμπεριλαμβάνει τη θέσπιση της κατάργησης του 8ωρου, τις απλήρωτες υπερωρίες αλλά και ένα επιπλέον χτύπημα στο δικαίωμα της απεργίας. Τέλος, συνεχίζει την εγκληματική του διαχείριση στις φυλακές και τα κέντρα κράτησης μεταναστών, όπου ήδη μετράνε νεκρούς από τις (ούτως ή άλλως) απάνθρωπες συνθήκες κράτησης και συνωστισμού.

Μέσα στο γενικότερο κλίμα τρομοκράτησης, το κράτος απαγόρευσε όλες τις συγκεντρώσεις/πορείες για το τριήμερο του Πολυτεχνείου και οποιαδήποτε συνάθροιση άνω των τριών ατόμων, ενώ ο Χρυσοχοΐδης έκανε σαφές πως “δε θα γίνει καμία εξαίρεση” υπογραμμίζοντας πως “δυστυχώς οι δρόμοι και οι διαδηλώσεις κουβαλάνε ιό και γεννάνε αρρώστια.” Αγνοώντας το καθεστώς φόβου, σύντροφοι και συντρόφισσες έσπασαν στην πράξη την απαγόρευση ανοίγοντας τον χώρο του Πολυτεχνείου, ενώ ταυτόχρονα καταλήφθηκε και η πρυτανεία του ΕΜΠ στην Πολυτεχνειούπολη. Την επόμενη μέρα, η ΕΛ.ΑΣ. με συντονισμένη επιχείρηση εισέβαλε στους δύο πανεπιστημιακούς χώρους συλλαμβάνοντας 92 συντρόφους και συντρόφισσες. Οι κινήσεις αυτές ενόχλησαν το κυρίαρχο αφήγημα περί “εθνικής προσπάθειας ενάντια στην πανδημία” γι’αυτό και αντιμετωπίστηκαν με μηδενική ανοχή.

Την ημέρα της 17 Νοέμβρη ένας στρατός από χιλιάδες μπάτσους, αύρες και drones επιχείρησαν να επιβάλλουν εκ νέου το καθεστώς τρομοκρατίας και καταστολής. Σε όποιο μέρος υπήρχε καλεσμένη συγκέντρωση η παρουσία των μπάτσων στα σημεία και περιμετρικά αυτών, έκανε την πρόσβαση ουσιαστικά αδύνατη. Ο κόσμος που κατάφερε να συγκεντρωθεί στα Προπύλαια κυνηγήθηκε μέχρι το Μεταξουργείο. Ταυτόχρονα και μέχρι αργά το απόγευμα αγωνιστές/στριες συγκεντρώθηκαν σε γειτονιές της Αθήνας (Κυψέλη, Νέα Σμύρνη, Πετράλωνα, Σεπόλια, Βύρωνα, Αγία Παρασκευή, Περιστέρι) αλλά και σε πολλές πόλεις της επαρχίας, ενώ επίθεση έγινε και στο ΑΤ Συκεών Θεσσαλονίκης. Πολλές από αυτές τις συγκεντρώσεις-πορείες χτυπήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με αποτέλεσμα συλλήψεις και τραυματισμούς. Το σημαντικό όμως είναι πως αρκετός κόσμος δεν πειθάρχησε στις προσταγές του κράτους αλλά κατέβηκε αγωνιστικά και αποφασιστικά στο δρόμο σπάζοντας έμπρακτα τις απαγορεύσεις.

Παρά το καθεστώς φόβου που μας επιβάλλεται είναι απαραίτητο να επαναδιεκδικήσουμε το χαμένο δημόσιο χώρο, να βρούμε νέους διαύλους επικοινωνίας ανάμεσα στους αγώνες μας και να μην αφήσουμε καμία και κανέναν μόνο του απέναντι στη θηριωδία του κράτους. Η αλληλεγγύη πρέπει να ξαναποκτήσει ουσία τόσο στο λόγο μας όσο και στις πράξεις μας. Ταυτόχρονα, πρέπει να διεκδικήσουμε την παρουσία μας στο δρόμο, να αρνηθούμε τα εισπρακτικά μέτρα του κράτους και φυσικά να μην επιτρέψουμε στην κατασταλτική μανία να γίνει συνήθεια.

Σπάζοντας την καθημερινότητα του εγκλεισμού και προσπαθώντας να παραμείνουμε πολιτικά ενεργοί σε αυτή τη δυστοπική συνθήκη γράψαμε συνθήματα και αναρτήσαμε πανό σε διάφορα σημεία της μητρόπολης.

Αλληλεγγύη στους συλληφθέντες συντρόφους και συντρόφισσες

Συλλογική άρνηση πληρωμής προστίμων

Όλοι/ες στο δρόμο να σπάσουμε τις απαγορεύσεις και το φόβο


Ο φασισμός δεν τσακίζεται με δημοκρατική φασαρία…

Αυτές τις μέρες συμπληρώθηκαν 7 χρόνια από το βράδυ της στοχευμένης δολοφονίας του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα – Killah P στο Κερατσίνι από το τοπικό τάγμα εφόδου καθαρμάτων της Χρυσής Αυγής, με τη συνενοχή της ελληνικής αστυνομίας. Ο Παύλος Φύσσας δολοφονήθηκε γιατί δεν έσκυψε το κεφάλι μπροστά στον εκφασισμό και τη σαπίλα που είχε πλημμυρίσει την ελληνική κοινωνία εκείνα τα χρόνια από άκρη σε άκρη αυτής της χώρας. Αντίθετα, ύψωσε το ανάστημά του και αντιστάθηκε. Τον σκότωσαν γιατί υπερασπίστηκε την παρέα του, την γειτονιά του, την τάξη του, την αξιοπρέπειά του, την αξιοπρέπεια όλων μας. Γι’αυτό δε θα ξεχάσουμε ποτέ ούτε θα συγχωρήσουμε τη δολοφονία του. Γι’αυτό όσες επιθέσεις και αν δεχτούν οι φασίστες ή τα γραφεία τους δε θα είναι ποτέ αρκετό.

Αυτές τις μέρες επίσης, στις 7/10, ολοκληρώνεται μετά από 5 ολόκληρα χρόνια η «περιβόητη» δίκη της Χρυσής Αυγής, με την ανακοίνωση της πρωτόδικης απόφασης για τους σχεδόν 70 κατηγορούμενους φασίστες, συμπεριλαμβανομένης της τότε ηγετικής ομάδας. Στη δίκη αυτή, εκτός από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και δύο ακόμα ανάλογης έντασης επιθέσεων (σε Αιγύπτιους αλιεργάτες και σε συνεργείο αφισοκολλητών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα), συνεξετάστηκαν 60 ακόμα σχετικές δικογραφίες για επιθέσεις χρυσαυγιτών (με σημαντικότερη τη δολοφονία του μετανάστη Σαχζάτ Λουκμάν το 2013 από δύο ναζιστικά καθάρματα), στο πλαίσιο της ένταξης ή και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης. Η δίκη αυτή λειτούργησε ως «πλυντήριο» για όσους εξέθρεψαν και καρπώθηκαν από την άνοδο του φασισμού στην ελλάδα, ενώ αποτέλεσε και αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης από τις εκάστοτε κυβερνήσεις.

Έχει ενδιαφέρον το πώς η Χρυσή Αυγή, για δεκαετίες μία ολιγομελής οργάνωση παρακρατικών και ναζί, έφτασε μέσα σε λίγα χρόνια να γιγαντωθεί, να αποκτήσει χιλιάδες μέλη και υποστηρικτές, με αποτέλεσμα να μπει στη Βουλή το 2012 με σχεδόν 500.000 ψήφους. Οι φασίστες αποτελούν διαχρονικά ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια του κράτους και του κεφαλαίου, εκεί όπου δεν φτάνει η βία των μπάτσων ή η προπαγάνδα των δημοσιογράφων. Η αστυνομική και δικαστική τους ασυλία ήταν πάντα χαρακτηριστική, είτε ως «αγανακτισμένοι πολίτες» στις συγκρούσεις πίσω από τα ΜΑΤ είτε ως «επιτροπές κατοίκων» στις πλατείες του κέντρου. Παράλληλα, με τις επιθέσεις σε μετανάστες, πολιτικούς αντιπάλους και κοινωνικούς χώρους προσπαθούσαν να κρατήσουν τρομοκρατημένα και πειθαρχημένα το πολυεθνικό προλεταριάτο και τα κινήματα, προς όφελος των αφεντικών τους.

Η περίοδος από το 2010 και μετά ήταν περίοδος έντονου κοινωνικού αναβρασμού και σημαδεύτηκε από εκτεταμένες συγκρούσεις και άγριες απεργίες έναντια στην οικονομική κρίση και τα σκληρά μέτρα που χτύπησαν ανελέητα τις κατώτερες κοινωνικά τάξεις. Η Χρυσή Αυγή με τη φασιστική της ατζέντα για άλλη μία φορά ανασύρθηκε για να επιτελέσει τον αντικοινωνικό της ρόλο, να χρησιμοποιηθεί ενάντια στους κοινωνικούς αγώνες, να αποπροσανατολίσει, να διασπάσει και να τρομοκρατήσει την κοινωνική βάση. Με την τεράστια προβολή τους από τα ΜΜΕ, την προστασία από το κράτος, τη χρηματοδότηση από το μεγάλο κεφάλαιο, τις ευχές του κλήρου και τη συνενοχή των κομμάτων κάθε απόχρωσης, οι φασίστες κατάφεραν να αποκτήσουν πρόσωπο, δύναμη και κοινωνική απήχηση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τελικά να μπουν στη Βουλή το 2012 ως τρίτο κόμμα με 7%, κάτι που τους ενίσχυσε οικονομικά ακόμα περισσότερο, με επίσημα κρατικά κονδύλια αυτή τη φορά. Γραφεία άνοιξαν σχεδόν σε όλη την επικράτεια, ενώ στην ασυλία τους προστέθηκε και η βουλευτική.  Έτσι, μαζί με τις φιέστες, τις παρελάσεις και τα συσίτια «μόνο για έλληνες» πολλαπλασιάστηκαν και τα πογκρόμ, οι επιθέσεις, η βία και ο τρόμος σε πλατείες και γειτονιές.

Θα ήταν όμως η μισή αλήθεια αν λέγαμε ότι η η άνοδος της Χρυσής Αυγής οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην τεράστια πριμοδότηση που δέχτηκε από τα «πάνω». Οι εθνικιστικές κορώνες, τα εθνικά ιδεώδη, ο μιλιταρισμός, το ρατσιστικό δηλητήριο, η μισαλλοδοξία, πασπαλισμένα με αντισυστημικό προφίλ και αντιμνημονιακή ρητορική, βρήκαν «φιλόξενα αυτιά» σε σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Μεγάλο κομμάτι της, ούτως ή άλλως, συντηρητικής και ρατσιστικής κοινωνίας, τα χρόνια της οικονομικής κρίσης μετατοπίστηκε προς την (ακρο)δεξιά, στρώνοντας το δρόμο στα φασιστικά τάγματα. Τα πιο σκοτεινά, μισανθρωπικά, σκατόψυχα ένστικτα βρήκαν τόπο και τρόπο για να εκφραστούν. Ευθύνη δεν έχουν μόνο όσοι στήριξαν ανοιχτά τη Χρυσή Αυγή αλλά και όσοι της έκλεισαν τα μάτι, επέδειξαν ανοχή ή αδιαφορία στην εγκληματική της δραστηριότητα. Το άλλο μισό της βαρβαρότητας είναι να την ανέχεσαι.

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα αποτέλεσε την αρχή του τέλους για τη Χρυσή Αυγή ως κοινοβουλευτική και κοινωνική δύναμη. Παρόλο που τα εντεταλμένα καθάρματα των ΜΜΕ προσπάθησαν στην αρχή να αποσιωπήσουν το περιστατικό, οι αντιδράσεις και οι δυναμικές διαδηλώσεις που ξέσπασαν άμεσα σε όλη τη χώρα ανάγκασε την κυβέρνηση Σαμαρά να κινήσει διώξεις για όλα αυτά που μέχρι τότε ήταν  «κοινό μυστικό». Ήταν μάλιστα μια καλή ευκαιρία να «καθαρίσει» το κόμμα του από τις σχέσεις με το κόμμα του Μιχαλολιάκου που έβγαιναν επικίνδυνα στη φόρα (βλέπε Κασιδιάρης-Μπαλτάκος). Ακόμα, να ξεπλύνει την αστυνομία και τους υπόλοιπους κρατικούς μηχανισμούς που προστάτευαν ή/και στελέχωναν τα φασιστικά τάγματα εφόδου. Να εντείνει την επίθεση στον αναρχικό χώρο και τους αντιφασίστες/στριες, εξισώνοντάς τους με τους χρυσαυγίτες βάσει της θεωρίας των «δύο άκρων». Τέλος, να βάλει χέρι στη μεγάλη δεξαμενή των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής και να συσπειρώσει την (ακρο)δεξιά για την επερχόμενη εκλογική «μάχη» με τον Σύριζα. Και ο Σύριζα βέβαια δεν έχασε την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τη δίκη κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, συντηρώντας το «αντιφασιστικό» προφίλ του για να ξεπλύνει τη μνημονιακή και αντεργατική πολιτική του.

Μέτα από 5 χρόνια δίκης λοιπόν, διασπάσεων, αλληλοκαρφωμάτων, κλαμμάτων, δηλώσεων μετανοίας και λοιπών αρχαιοελληνικών «στάσεων» απέναντι στη δικαιοσύνη, έφτασε η ώρα της απόφασης του δικαστηρίου. Να πούμε καταρχάς ότι η αστική δικαιοσύνη δεν ήταν ποτέ τυφλή ή ανεξάρτητη· ήταν πάντοτε βαθιά ταξική και κατευθυνόμενη. Είναι δεδομένο λοιπόν ότι οποιαδήποτε απόφαση θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα και τους συσχετισμούς όπως αυτοί αποτυπώνονται στο τωρινό πολιτικό και κοινωνικό πεδίο. Παρόλαυτα, δε θεωρούμε ότι θα μπορούσε ποτέ η εξουσία να τιμωρίσει πραγματικά τους φασίστες γιατί είναι δικά της «παιδιά» και ως τέτοια τους προστατεύει. «Ξέρουμε καλά ότι καμιά κυβέρνηση στον κόσμο δεν θέλει να τσακίσει στ’ αλήθεια τον φασισμό, γιατί οι αστοί θα χρειάζεται να καταφεύγουν σε αυτόν κάθε φορά που θα τους γλιστράει η εξουσία από τα χέρια». Αυτό αποδεικνύει άλλωστε και η ατιμωρησία που απολαμβάνουν διαχρονικά οι φασίστες και οι παρακρατικοί σε αυτό τον τόπο, μεταπολεμικά, μετεμφυλιακά και μεταπολιτευτικά. Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται βεβαίως και η πρόταση της εισαγγελέως στη δίκη, όπου εισηγήθηκε την απαλλαγή των φασιστών από τις κατηγορίες της «εγκληματικής οργάνωσης».

Όσον αφορά εμάς, δεν τρέφουμε καμία αυταπάτη για τη δικαιοσύνη και τους νόμους τους. Η ιστορία μας έχει διδάξει ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος για να αντιμετωπίζεις τους ναζί και αυτός δε χωράει στα αστικά δίπολα «ενοχής» ή «αθωότητας», τον θεσμικό δήθεν αντιφασισμό  ή τις άνευρες δηλώσεις «καταδίκης των ναζί». Η μόνη γλώσσα που μιλάνε οι φασίστες είναι η βία και σε αυτή πρέπει να τους απευθυνόμαστε. Παράλληλα, το τέλος της δίκης θα αποτελέσει και το σημείο μηδέν για την επανεκκίνηση της Χρυσής Αυγής, αλλά και των υπόλοιπων μορφωμάτων που δημιουργήθηκαν από αυτήν, στο κομμάτι του «δρόμου». Άλλωστε, η δυναμική τους δε χάθηκε ποτέ αλλα «διαχύθηκε» ευρύτερα κοινωνικά. Είναι αυτοί που ξερνούν καθημερινά το φασιστικό και ρατσιστικό τους δηλητήριο στα social media, που επιτίθονται σε μαθητικές καταλήψεις, που μπλοκάρουν τους δρόμους αφήνοντας νηστικά προσφυγόπουλα, που δολοφόνησαν τον Ζακ-Zackie Oh μέρα μεσημέρι στην Ομόνοια. Δε θα πρέπει λοιπόν να τους επιτρέψουμε να ξανασηκώσουν κεφάλι αλλά να τους το σπάσουμε, άμεσα και αποφασιστικά. Σε μια περίοδο που η φασιστική ατζέντα είναι επίσημα η ατζέντα του κράτους, όπου μαίνεται ο πόλεμος απέναντι στον αναρχικό χώρο, στους μετανάστες/στριες και την κοινωνία, να ενδυναμώσουμε τους κοινούς αγώνες μας, την αλληλεγγύη, τον πόλεμο σε κράτος, κεφάλαιο και τους φασίστες τους, με κάθε μέσο και με όλα.

Γι’αυτούς τους λόγους λοιπόν, στις 7 του Οκτώβρη το πρωί θα είμαστε έξω από το Εφετείο, απέναντι στους χρυσαυγίτες, τους ένστολους κρατικούς προστάτες τους, τη δικαστική εξουσία, τους πολιτικούς πάτρωνές τους, φωνάζοντας πως:

ΟΥΤΕ ΜΕ ΚΑΤΑΔΙΚΕΣ ΟΥΤΕ ΜΕ ΦΥΛΑΚΕΣ – Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΤΣΑΚΙΖΕΤΑΙ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΣΤΙΓΜΗ, ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ, ΣΤΙΣ ΠΛΑΤΕΙΕΣ, ΣΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΥ…

PDF

Κάτω τα χέρια από την κατάληψη Terra Incognita

Τα ξημερώματα της 17ης Αυγούστου, μπάτσοι όλων των ειδών (ΔΙΑΣ, Ζ, ΜΑΤ και ΟΠΚΕ) εισβάλλουν και εκκενώνουν μία από τις ιστορικότερες καταλήψεις της Θεσσαλονίκης, την Terra Incognita (ιδιοκτησίας ΑΠΘ) στο κέντρο της πόλης. H Terra Incognita δημιουργήθηκε το μακρυνό 2004 εν μέσω κρατικής υστερίας την περίοδο των ολυμπιακών αγώνων. Λίγες μέρες μετά, στις 23 Αυγούστου, αντίστοιχη επιχείρηση πραγματοποιείται στην κατάληψη Libertatia, κατά τη διάρκεια εργασιών ανοικοδόμησής της, η οποία είχε καεί ολοσχερώς από φασιστικό όχλο μετά το εθνικιστικό συλλαλητήριο του ’18.

Οι επιχειρήσεις αυτές έρχονται να προστεθούν στη μαινόμενη κρατική επίθεση απέναντι σε πολιτικούς χώρους και καταλήψεις, μετά και την τελευταία χρονικά εκκένωση στις 26 Ιουνίου της κατάληψης Δερβενίων 56 στα Εξάρχεια. Τα μέσα που χρησιμοποιεί το κράτος για να επιβάλλει την κυριαρχία του πολλαπλασιάζονται και γίνονται αντίστοιχα με την Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προσθήκη της ομάδας ΔΡΑΣΗ (πρώην ΔΕΛΤΑ) στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, μια κίνηση που δεν αφήνει αμφιβολίες σχετικά με τις ορέξεις του κράτους γύρω από τον έλεγχο και την καταστολή των αγωνιζόμενων κομματιών.

H κρατική καταστολή απέναντι στις καταλήψεις, είτε με όρους “αριστερής διαχείρισης” είτε με όρους “τάξης και ασφάλειας” όπως αυτοί αποτυπώνονται από την ακροδεξιά κυβέρνηση της ΝΔ, έχει πολλαπλές χρήσεις. Από την ικανοποίηση των αντιδραστικών αντανακλαστικών των ψηφοφόρων που ονειρεύονται “πάταξη της ανομίας” μέχρι τον παραδειγματισμό όλων όσων τολμούν να αγωνιστούν, η καταστολή αποτελούσε ανέκαθεν την βιτρίνα της κρατικής πολιτικής. Σε συνδυασμό μάλιστα με την προπαγάνδα των ΜΜΕ αλλά και τις εξοντωτικές ποινές/κατηγορητήρια που λειτουργούν με όρους πολιτικής/οικονομικής αφαίμαξης απέναντι στον κόσμο του αγώνα, δημιουργείται μια συνθήκη ασφυξίας.

Η συγκεκριμένη συνθήκη ξεφεύγει από τα στενά όρια του α/α χώρου και ακουμπάει πλέον και ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας. Η επιδημία του παρουσιάζεται ως άλλο ένα εμπόδιο που καλούμαστε να ξεπεράσουμε με “εθνική σύμπνοια” την ώρα που η διαχείρισή της αναδεικνύει τις οξύτατες ταξικές αντιθέσεις σε όλα τα πεδία. Για παράδειγμα ενώ ο τουρισμός “άνοιξε” ουσιαστικά χωρίς όρους προς τέρψιν των μεγάλων (ντόπιων/ξένων) αφεντικών του κλάδου, οι εργαζόμενες/οι βρίσκονται αντιμέτωποι με αναστολές συμβάσεων εργασίας αν οι επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται “πλήττονται”. Μέτρα τα οποία νομοθετήθηκαν με αφορμή την “υγειονομική” κρίση αλλά σίγουρα δοκιμάζονται για το μέλλον.

Ένα μέλλον το οποίο φαντάζει ζοφερό καθώς το κράτος και οι μηχανισμοί του επιχειρούν να πάρουν πίσω τα κεκτημένα χρόνων αλλά και να διεκδικήσουν ακόμα περισσότερα. Ένα μέλλον που εμείς μπορούμε να το φανταστούμε βιώσιμο μόνο με όρους αγώνα και αλληλεγγύης. Η αλληλεγγύη δεν είναι μια λέξη χωρίς νόημα και φυσικά δεν έχει όρους και προϋποθέσεις. Στεκόμαστε δίπλα σε αυτούς/ες που αγωνίζονται με συνέπεια και αξιοπρέπεια ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο. Στηρίζουμε τις καταλήψεις και τους κοινωνικούς αγώνες. Για να επιστρέψουμε, στο μέτρο των δυνάμεών μας, το φόβο στο αντίπαλο στρατόπεδο, να υπερασπιστούμε τους χώρους και τις ιδέες μας, να κάνουμε το πολιτικό κόστος ασήκωτο βάρος για την κυριαρχία. Και αν όλα αυτά φαίνονται μάταια, για μας μάταια και αναξιοπρεπής είναι η προκαθορισμένη και ελεγχόμενη ζωή στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος. Κουβαλάμε ένα νέο κόσμο στις καρδιές μας…

Τίποτα δε τελείωσε – Όλα συνεχίζονται

Αλληλεγγύη σημαίνει επίθεση

Κάτω τα χέρια από τις καταλήψεις

Με τα συντρίμμια των εισόδων των εκκενωμένων καταλήψεων να επιτεθούμε στον παλιό κόσμο

Την Παρασκευή 26/6 τα ξημερώματα το κράτος εισέβαλε στην κατάληψη Δερβενίων 56 στα Εξάρχεια, την οποία μετέπειτα εκκένωσε και σφράγισε. Είχε προηγηθεί ασφυκτική πίεση από κάθε λογής μπάτσους τριγύρω και μπροστά απ’την κατάληψη, ενώ τα καθεστωτικά media μέσω συνεχών ρεπορτάζ με πρόσχημα τη διακίνηση ναρκωτικών στη γειτονιά την στοχοποίησαν και έστρωσαν το δρόμο για την επικείμενη εκκένωσή της. Από την εκκένωση και μετά αναπτύχθηκε μια σειρά πολύμορφων και στοχευμένων δράσεων, δείχνοντας ότι τίποτα δε μένει αναπάντητο.

Το κτίριο της Δερβενίων 56, ιδιοκτησίας ΟΣΕ, καταλήφθηκε το 2015 για να στηρίξει έμπρακτα τους μετανάστες/στριες και τους αγώνες τους. Έκτοτε συμμετείχε σε μια πληθώρα κοινωνικών αγώνων ενώ αποτέλεσε το φυσικό χώρο για πολλές πολιτικές συλλογικότητες και συνελεύσεις. Το τελευταίο διάστημα και εν μέσω της συνεχιζόμενης κατασταλτικής πολιτικής του κράτους σε όλα τα μέτωπα, η Δ56 όντας μία από τις τελευταίες πολιτικές καταλήψεις του κέντρου έδωσε τη δυνατότητα και τον απαραίτητο ζωτικό χώρο στο κίνημα να αναπνεύσει και να οργανωθεί, κάτι που δεν πέρασε όπως φάνηκε απαρατήρητο από τους διώκτες της.

Αντιλαμβανόμαστε τις καταλήψεις ως μέσα και εργαλεία του αγώνα για την κοινωνική ανατροπή. Ως αναπόσπαστο κομμάτι του αναρχικού χώρου, ως έναν από τους τρόπους που οργανώθηκε και ρίζωσε αυτός στο μητροπολιτικό κέντρο, σε κάθε γειτονιά και πόλη από τη δεκαετία του ’80. Είναι οι τόποι που επί δεκαετίες όρθωσαν αναχώματα στις πολιτικές του κεφαλαίου, που δεν επέτρεψαν στους φασίστες να μετατρέψουν τις γειτονιές σε σφαγεία αλλά αντίθετα τους έχωσαν στις τρύπες τους, που αντιστάθηκαν στην αστυνομία και έδωσαν καταφύγιο στους κατατρεγμένους/ες. Χώροι όπου δομούνται συντροφικές σχέσεις και δοκιμάζονται οι αξίες και οι ιδέες μας. Χώροι στους οποίους αποφασίζεται και οργανώνεται η εξωστρεφή μας δράση και η συλλογική μας κίνηση στο δρόμο, εκεί όπου κρίνονται όλα. Μονάχα έτσι η αυτοοργάνωση γίνεται λέξη επικίνδυνη, οι καταλήψεις ορμητήρια αγώνων και όχι «νησίδες ελευθερίας», αυτοαναφορικότητας ή εναλλακτικής διασκέδασης. Η συμμετοχή μας στην Δ56 τον τελευταίο χρόνο σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και με αυτό το πολιτικό σκεπτικό την υπερασπίζεται, όπως και τις υπόλοιπες καταλήψεις και χώρους αγώνα.

Η καταστολή της Δ56 δε μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από την συνολικότερη στρατηγική της επίθεσης που έχει εξαπολύσει το κράτος στις καταλήψεις και τον κόσμο του αγώνα, αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, δημιουργώντας μια ασφυκτική συνθήκη τριγύρω τους. Μια επίθεση που αναζωπυρώθηκε εν μέσω αριστερής διαχείρισης και κορυφώθηκε με την (ακρο)δεξιά «επιστροφή στην ομαλότητα». Με την ανάληψη της εξουσίας, οι τωρινοί διαχειριστές επιχείρησαν να εφαρμόσουν με πυγμή το τρίπτυχο «τάξη-ασφάλεια-ανάπτυξη», τώρα που οι κοινωνικοί συσχετισμοί φαίνεται προσωρινά να τους το επιτρέπουν. Το μεταναστευτικό υποκείμενο και ο αναρχικός χώρος στοχοποιήθηκαν εξαρχής ως υπεύθυνοι για την «ανομία» και τα διάφορα «άβατα εγκληματικότητας», ως ο εχθρός που έπρεπε να παταχθεί καθώς στεκόταν εμπόδιο στην πολυπόθητη ανάπτυξη και ευημερία. Έτσι, σχεδόν αμέσως δεκάδες μεταναστευτικές και πολιτικές καταλήψεις, χώροι και υποδομές αγώνα σε όλη την επικράτεια βρέθηκαν στο στόχαστρο της καταστολής. Τα Εξάρχεια μετατράπηκαν σε αστυνομοκρατούμενη ζώνη, νέες και παλιές δικαστικές διώξεις και κατηγορητήρια στήθηκαν ή ανασύρθηκαν από τα συρτάρια, η παρουσία του α/α χώρου στο δρόμο και η ύπαρξή του εν γένει ποινικοποιήθηκε. Επίθεση που όμως δεν έμεινε πάντα χωρίς απάντηση. Αντιθέτως κάποιες φορές βρήκε σθεναρή αντίσταση, η οποία αμφισβήτησε την κρατική παντοδυναμία, καταρράκωσε το γόητρό της και επέστρεψε ένα ποσοστό βίας στους φορείς της. Όχι πάντα χωρίς κόστος, κερδίζοντας όμως πολύτιμο έδαφος για τον αναρχικό χώρο.

Πίσω όμως από τα διάφορα αφηγήματα, βρίσκεται η διαρκής προσπάθεια κράτους και αφεντικών να θωρακίσουν τα συμφέροντά τους απέναντι στην κοινωνική βάση. Στο παγκόσμιο τοπίο η καπιταλιστική σχέση αναδιαρθρώνεται, επαναδιατυπώνεται. Η συστημική κρίση της τελευταίας δεκαετίας και η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερο βάθεμα των κοινωνικών ανισοτήτων, περισσότερη εκμετάλλευση, καταπίεση, πόλεμο, ξεριζωμό. Το ανθρώπινο προσωπείο του καπιταλισμού κατέπεσε οριστικά και αποκαλύφθηκε η ωμή, αντικοινωνική βία του συστήματος. Οι άγριες, νεοφιλελεύθερες πολιτικές πλέον είναι μονόδρομος για την κυριαρχία και για να επιτευχθούν θα πρέπει να τσακιστεί κάθε κοινωνική αντίσταση, κάθε φωνή που δε μιλάει τη γλώσσα του αφέντη. Το αναρχικό-αντιεξουσιαστικό κίνημα έχει αποδείξει ότι είναι ικανό να ορθώσει εμπόδια στους κρατικούς σχεδιασμούς, να αποτελέσει τον καταλύτη που σε ώσμωση με άλλα ριζοσπαστικά κοινωνικά κομμάτια θα πυροδοτήσει δυναμικούς, βίαιους αγώνες και εξεγέρσεις. Η πάταξή του λοιπόν είναι αναγκαία συνθήκη ώστε να επιβληθεί σιγή νεκροταφείου στην κοινωνία.

Η νέα πολεμική τακτική που επιχειρείται, σε καμία περίπτωση δεν επαφίεται στις προσωπικές ορέξεις ενός ή δύο υπουργών, αλλά πρόκειται για σφαιρική και μεθοδική προσέγγιση της κυριαρχίας. Στόχος της να εκμεταλλευτεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά την υπάρχουσα κοινωνική αποσάθρωση, με σκοπό την ανασύνταξη και την οργάνωση όλων των κρατικών μηχανισμών. Να εξατομικεύσει, να απομονώσει και να καταστείλει όσους και όσες παρεκκλίνουν έμπρακτα από τη νέα πολιτική κανονικότητα. Να σκορπίσει το φόβο της τιμωρίας και την ανασφάλεια ενός διαρκούς κινδύνου, στα κομμάτια που αντιστέκονται και όχι μόνο. Πρόσφυγες, μετανάστριες, άνεργοι, εργαζόμενες, απεργοί, φυλακισμένες, φοιτητές, μαθήτριες, τοπικές κοινωνίες συνθέτουν το συνολικό μέτωπο προς πειθάρχηση και καταστολή. Έτσι, καλλιεργείται το κλίμα μιας πολυεπίπεδης απειλής στο εσωτερικό της χώρας, η οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα και χειρουργικά με όποιον τρόπο και να παρουσιαστεί. Ανάπτυξη, ανάπλαση, αναδιάρθρωση, ασφάλεια, εξωτερικός και εσωτερικός εχθρός δεν είναι έννοιες άσχετες μεταξύ τους. Πρόκειται για τη νέα ομπρέλα της κυρίαρχης πολιτικής, για ένα πολυσύνθετο ψηφιδωτό σχέσεων εξουσίας κάτω από την οποία υπάγονται και γαλουχούνται, πλέον, όλοι ανεξαρτήτως.

Η πρόσφατη «πανδημία» και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε αποτέλεσαν προνομιακό περιβάλλον για το κράτος και τα αφεντικά ώστε να μετατραπεί και αυτή η κρίση σε ευκαιρία για αυτούς. Με πρόσχημα τη διαχείρισή της πέρασαν εντελώς αναίμακτα σκληρά μέτρα, προωθώντας παράλληλα αναδιαρθρωτικές αλλαγές σε όλους τους τομείς – εργασιακά, κατασταλτικά, τεχνολογικά, περιβαλλοντικά. Το τέλος της καραντίνας και η «επανεκκίνηση της οικονομίας» επιτάχυναν μια σειρά σχεδιασμών που αφορούν τον εξευγενισμό και την ανάπλαση του μητροπολιτικού κέντρου και των όμορων περιοχών. Στόχος η μετατροπή τους σε αποκλειστικές καταναλωτικές και τουριστικές ζώνες, ολοκληρωτικά παραδομένες στις ορέξεις του κεφαλαίου. Ζώνες όπου οι φτωχοποιημένοι και πλεονάζοντες πληθυσμοί δε χωράνε, όπου η αλληλεγγύη και η κάθε λογής πολιτική δραστηριότητα πρέπει να εξοβελιστούν. Έτσι, ο δημόσιος χώρος συρρικνώνεται ακόμα περισσότερο, η αναβαθμισμένη ποσοτικά και υλικοτεχνικά αστυνομία πλημμυρίζει και ελέγχει κάθε γωνία του, κάθε πολιτική δραστηριότητα αποκλείεται από το ΕΜΠ που αποτελεί ιστορικά ένα σημαντικό κινηματικό χώρο, «απείθαρχες» πλατείες και γειτονιές μπαίνουν στο στόχαστρο, το ιστορικό κέντρο πεζοδρομείται σταδιακά εκτοπίζοντας κάθε άλλη δραστηριότητα, ο κατασταλτικός ρόλος του Δήμου Αθηναίων και της αστυνομίας του αναβαθμίζεται σημαντικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο «μεγάλος περίπατος» όπου, εκτός όλων των άλλων, συντελεί έναν πολεοδομικό αντιεξεγερτικό σχεδιασμό στο κέντρο της Αθήνας. Ο παραπάνω κεντρικός και πολύπλευρος σχεδιασμός «δένει» με το πρόσφατο νόμο για περιορισμό και εξονυχιστικό έλεγχο των διαδηλώσεων. Από τη μία επιχειρείται να αποτυπωθεί ο φόβος και η ηττοπάθεια στην πλευρά των αγωνιζόμενων, ενώ από την άλλη δίνεται το πράσινο φως και νομικά σε όλες τις κρατικές συμμορίες καταστολής για τα μελλοντικά κατασταλτικά όργια. Κάτι που συνέβη και στις 9/7, στις διαδηλώσεις ενάντια στο εν λόγω νομοσχέδιο την ημέρα της ψήφισής του στη Βουλή. Τα παραπάνω σημεία δίνουν το στίγμα της πολεμικής καθημερινότητας που λαμβάνει χώρα στους δρόμους της μητρόπολης και που μαίνεται με κάθε τρόπο και σε κάθε ένταση. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου ήταν οι πολυάριθμες εκκενώσεις καταλήψεων τον τελευταίο χρόνο. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου είναι και η εκκένωση της Δερβενίων 56. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου θα είναι και οι μελλοντικές κατασταλτικές κινήσεις που με μαθηματική ακρίβεια θα ακολουθήσουν στο μέλλον.

Διανύουμε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για την κοινωνία και τα κινήματα. Κράτος και κεφάλαιο εντείνουν ολοένα και περισσότερο την επίθεσή τους σε κάθε πεδίο του κοινωνικού. Στόχος τους να κυριαρχήσουν παντού, σε κάθε πτυχή της ζωής και της καθημερινότητας. Να βάλουν ταφόπλακα σε κάθε συλλογικό όραμα και διεκδίκηση, σε κάθε προοπτική αντίστασης και αγώνων. Να εξαφανίσουν τα κινήματα από τους δρόμους, εκεί όπου γράφεται η Ιστορία. Η ίδια η ύπαρξη των αναρχικών και το στίγμα τους στον κοινωνικό/ταξικό πόλεμο, τα ανατρεπτικά προτάγματα, ο αντικρατικός αγώνας, η επιθετική κίνηση και δράση είναι αντικείμενα προς εξόντωση. Τη σημασία των καταλήψεων στον κοινωνικό ανταγωνισμό την έχει αντιληφθεί πρώτα και καλύτερα η «απέναντι πλευρά», ίσως περισσότερο και από τα ίδια τα υποκείμενα του αγώνα. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η λυσσασμένη επίθεση του κράτους στους κατειλημμένους χώρους από την μία, το μούδιασμα, οι σπασμωδικές απαντήσεις ή η αποστασιοποίηση από την άλλη. Ο κατακερματισμός της αντίστασης είναι η ιδανική συνθήκη για το συνολικό σάρωμά μας. Η αλληλεγγύη με όσους δέχονται την κρατική καταστολή δεν είναι μια κούφια λέξη ή μια ιδεολογική a la carte επιταγή που περιμένει να πληρωθεί αλλά μια αναλλοίωτη επαναστατική αξία μεταξύ των καταπιεσμένων. Ή θα μοιραστούμε λοιπόν έναν κοινό αγώνα ή θα μοιραστούμε μια κοινή ήττα. Ή θα υπερασπιστούμε συλλογικά τις καταλήψεις και τα κοινωνικά κεκτημένα ή θα καταρρεύσουν σαν χάρτινοι πύργοι. Κάθε επίθεση στον κόσμο και τις δομές του αγώνα πρέπει να απαντιέται με δυσανάλογο πολιτικό κόστος για αυτούς. Ταυτόχρονα, η εμπλοκή μας και η σύνδεση με τους υπόλοιπους κοινωνικούς αγώνες είναι δυνατόν να οικοδομήσει ένα δυναμικό πλέγμα αντίστασης, ικανό να αποτρέψει την επέλαση της καταστολής και να οργανώσει την επίθεσή μας. Για την καταστροφή κεφαλαίου και κράτους, την κοινωνική επανάσταση, την Αναρχία. Στο χέρι όλων μας είναι να τους αποδείξουμε ότι η ιστορία όχι μόνο δεν τελείωσε, όπως δηλώνουν αυτάρεσκα, αλλά και τους χρωστάει μια θύελλα άγρια…

Έμπρακτη αλληλεγγύη στις καταλήψεις και τις δομές του αγώνα

Ραντεβού στους δρόμους και τα οδοφράγματα

Σπάμε το φόβο και τις απαγορεύσεις – να μην υποταχθούμε στα κελεύσματα κράτους και αφεντικών

Ένα νήμα συνδέει το 1886 και την τότε ματωμένη Πρωτομαγιά με το σήμερα. Μια αέναη μάχη των εκμεταλλευόμενων με τα αφεντικά, που δε θα τελειώσει παρά μονάχα με την καταστροφή κράτους-κεφαλαίου και τον ερχόμο μιας αταξικής κοινωνίας ισότητας και ελευθερίας. Συγκρίνοντας τους αγώνες του τότε για αυξήσεις μισθών, για το οκτάωρο, για την υπεράσπιση απολυμένων εργατών-τριών, στην εποχή μας οι συνθήκες και οι διεκδικήσεις είναι πολύ πιο σύνθετες. Οι συνεχείς καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις (είτε για το ξεπέρασμα των κρίσεων του κεφαλαίου είτε ως απάντηση στις προλεταριακές ανταρσίες) έχουν αποσαθρώσει τις εργασιακές αντιστάσεις, πολλώ δε μάλλον που είναι κάτι παραπάνω από εμφανής η κινηματική υποχώρηση σε όλα τα πεδία του κοινωνικού και ταξικού ανταγωνισμού.

Η πανδημία του κορωνοϊού αποτέλεσε για τα αφεντικά μια ακόμη ευκαιρία για επίθεση στους εγκλωβισμένους των κατέργων της μισθωτής σκλαβιάς. Απολύσεις, εργοδοτικοί εκβιασμοί (όπως είναι η υποχρεωτική άδεια και η υπογραφή δηλώσεων για άδεια άνευ αποδοχών, στην ουσία με το ζόρι), απλήρωτη και εκ περιτροπής εργασία, περαιτέρω ελαστικοποίηση, περικοπές μισθών, υπερεντατικοποίηση για όσες-ους δουλεύουν σε νοσοκομεία, σούπερ μάρκετ ή ως διανομείς, μετάθεση του εργασιακού βίου το καλοκαίρι για όσους βρέθηκαν σε καθεστώς αναστολής εργασίας, μεταφορά σε άλλες υπηρεσίες για υπαλλήλους του δημοσίου. Τέλος το νέο φρούτο της τηλεργασίας από το σπίτι έρχεται να οικοδομήσει ένα διάφανο κάτεργο το οποίο σκοπό έχει τον πλήρη έλεγχο και τον ακόμα μεγαλύτερο φόρτο εργασίας, φυσικά με τα έξοδα δικά μας.

Και ενώ μοιάζει να μπαίνουμε στην μετά-καραντίνα περίοδο, πέρα από τις απαγορεύσεις και τον έλεγχο που ήρθαν για να μείνουν, το πεδίο πλέον ανοίγεται στην επανεκκίνηση της οικονομίας. Και για να συμβεί αυτό θα χρειαστεί, μας λένε τα διάφορα παπαγαλάκια, πολλά από τα έκτακτα μέτρα και τις «καινοτομίες» των αφεντικών στο χώρο της εργασίας να αποτελέσουν την νέα κανονικότητα. Ήδη μελετάται το μέτρο της ανταλλαγής εργαζομένων και στον ιδιωτικό τομέα, η συνέχιση της αναστολής συμβάσεων σε συνδυασμό με το πάντα ευέλικτο ωράριο και η μείωση της διάρκειάς τους, η μείωση της επιδότησης από το κράτος κατά 50% των ασφαλιστικών εισφορών καθώς και του περίφημου επιδόματος-ξεροκόμματου των 800 ευρώ.

Ταυτόχρονα το άνοιγμα των καταστημάτων εστίασης προοιωνίζει ένα μέλλον σκληρό για τους εργαζόμενους, μιας και με αφορμή τα μέτρα υγιεινής θα υφίστανται τεστ και δοκιμασίες που θα προσομοιάζουν σε συνθήκες βιολογικού πολέμου. Φυσικά αυτό που ενδιαφέρει τα αφεντικά δεν είναι η υγεία των εργαζομένων, εν μέσω συνθηκών συνωστισμού, αλλά η διασφάλιση της κερδοφορίας τους με κάθε μέσο και τρόπο. Μια συνθήκη που έρχεται σε αντιδιαστολή με τις ακραίες συνθήκες εργασίας και συνωστισμού που δε σταμάτησαν ποτέ να ισχύουν σε εργοστάσια, σούπερ μάρκετ, αποθήκες και άλλα εργασιακά κάτεργα. Και ακόμη περισσότερο σε αυτούς και αυτές που δεν χωράνε στον καπιταλισμό, τους απόκληρους μετανάστες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους φυλακισμένους στα μπουντρούμια της ελληνικής δημοκρατίας, που αντιστέκονται στις άθλιες συνθήκες που βιώνουν. Συνθήκες που στα μεν στρατόπεδα έχουν συντελέσει στην διασπορά του ιού, στις δε φυλακές στο θάνατο κρατούμενης στη Θήβα, γεγονός που οδήγησε στην εξέγερση των συγκρατουμένων της και στην άγρια καταστολή τους από τα ΜΑΤ.

Σε αυτό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης η φετινή Πρωτομαγιά έχει ιδιαίτερη σημασία. Η απαγόρευση κυκλοφορίας, συγκεντρώσεων και συναθροίσεων εξακολουθεί να ισχύει, οι προσπάθειες για έμπρακτο σπάσιμο αυτής της συνθήκης είναι λιγοστές, ενώ η κυβέρνηση δεν παρέλειψε να μεταφέρει τις εκδηλώσεις για τις 9 Μάη, ζητώντας συναίνεση και κατανόηση.

Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να βρεθούμε στο δρόμο και να διαδηλώσουμε μαζικά και δυναμικά, σπάζοντας έμπρακτα κάθε πολιτική απαγόρευση. Πρέπει να δωθεί μια πρώτη απάντηση στην καπιταλιστική επίθεση προς τον κόσμο της εργασίας, που μπροστά της ο ίδιος ο covid-19 ωχριά (μη παραβλέποντας βέβαια τους θανάτους που αυτός προκαλεί). Ο πραγματικός πόλεμος τώρα ξεκινά, δεν είναι φυσικά αόρατος όπως προσπαθούν να μας πείσουν αλλά υλικότατος. Ας μη μείνει μονομερής αλλά να σηκώσουμε το γάντι και να αντεπιτεθούμε, για να μη βιώσουμε τη βαρβαρότητα σε ένα δυστοπικό μέλλον.

Οι αυτομειώσεις και οι αρνήσεις πληρωμών ενοικίων και λογαριασμών, οι απαλλοτριώσεις ειδών πρώτης ανάγκης, το μοίρασμα και η αλληλοβοήθεια, οι μοριακές αρνήσεις και οι εργατικές διεκδικήσεις να γίνουν εργαλεία που θα βοηθήσουν στη συλλογικοποίηση των αντιστάσεων.

Να βγούμε απ΄ την απομόνωση που επιχείρησαν να βάλουν ολόκληρη την κοινωνία, γκρεμίζοντας τις κίβδηλες αξίες της ατομικής ευθύνης και του «μένουμε σπίτι». Οι λύσεις και η ελπίδα βρίσκονται στο δρόμο, στην οργάνωση των αγώνων μας, στην αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων, στην επίθεση για την καταστροφή κράτους και κεφαλαίου, στην κοινωνική επανάσταση.

Όλοι/ες στους δρόμους

Ενάντια στην απομόνωση και στο φόβο, στην καταστολή και τη θανατοπολιτική του κράτους

Αντίσταση στην εργασιακή αναδιάρθρωση – μέχρι την κατάργηση της μισθωτής σκλαβιάς 

ΠΟΡΕΙΑ 1η ΜΑΗ – 11πμ, ΧΑΥΤΕΙΑ