«Η τέχνη του πολέμου είναι ζωτικής σημασίας για το Κράτος, είναι θέμα ζωής και θανάτου, δρόμος προς τη σωτηρία ή την καταστροφή. Γι’αυτό σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παραμελείται.»
Σουν Τζου «Η τέχνη του Πολέμου»
Εδώ και ένα μήνα, λαμβάνει χώρα στρατιωτική εισβολή ευρείας κλίμακας από την πλευρά του Ρωσικού κράτους σε Ουκρανικό έδαφος. Ενώ εκ πρώτης όψεως δινόταν η εντύπωση ότι η διάρκεια της σύγκρουσης θα ήταν περιορισμένη, εξελίσσεται, πλέον, σε πόλεμο με πολλά στρατιωτικά μέτωπα και ακόμα περισσότερες προεκτάσεις (πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές) για ολόκληρο τον πλανήτη. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, αυτές τις μέρες η ιστορία καταγράφει έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους και σίγουρα τον πιο αιματηρό σε Ευρωπαϊκό έδαφος μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Θεωρώντας ότι, πλέον, βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής, οφείλουμε να σκιαγραφήσουμε τις καταστάσεις και τις συγκυρίες που προϋπήρχαν της σύγκρουσης, πριν μιλήσουμε για την κατάσταση στο τώρα και τις επικείμενες συνέπειες στο μέλλον.
Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, περίπου 45 χρόνια μετά την καθ’ όλα κυνική (αλλά βαθύτατα στρατηγική) συμφωνία καθορισμού των σφαιρών επιρροής από τους νικητές του 2ου Παγκοσμίου πολέμου, ήταν σαφές ότι τίποτα στον κόσμο δεν θα ήταν το ίδιο. Το πέρας του Ψυχρού Πολέμου επαναχάραξε τα σύνορα των πρώην Σοβιετικών Κρατών, καθώς αυτά διακήρυτταν την ανεξαρτησία τους από τη «μαμά» Σοβιετική Ένωση, κατατάσσοντάς τα στις τελευταίες ταχύτητες όχι μόνο του ευρωπαϊκού, αλλά και του παγκόσμιου καπιταλισμού, καθώς αυτός πλέον θα ήταν το de facto μέτρο σύγκρισης. Παράλληλα, πολλά εδαφικά ζητήματα παρέμεναν με ερωτηματικά. Όλες αυτές οι χώρες, ανεξαιρέτως, αντιμετώπισαν τρομακτικές συνθήκες ύφεσης κατά τη μετάβαση στη νέα οικονομική και πολιτική πραγματικότητα, με τις πολεμικές συγκρούσεις στις παρυφές της νέας Ρωσικής Ομοσπονδίας -και όχι μόνο- να είναι συνεχείς (εμφύλιος πόλεμος στο Τατζικιστάν, πόλεμος στη Τσετσενία , στη Νότια Οσσετία κτλ), χωρίς, βέβαια, να εξετάζονται εδώ οι αιτίες της κάθε σύγκρουσης. Η περίπτωση της Ουκρανίας, δεν ξεφεύγει από τον παραπάνω γενικό κανόνα, με τη βασική διαφορά ότι λόγω της έκτασης, της τοποθεσίας και των πόρων της, ξεχωρίζει αισθητά, συγκεντρώνοντας παραπάνω παγκόσμιο ενδιαφέρον, σε σχέση με κάποια άγνωστα εδάφη στα βόρεια του Καύκασου. Η ολοένα και αυξανόμενη πολιτική, οικονομική και στρατιωτική οργάνωση των Ευρωπαϊκών χωρών και των Συμμάχων τους (ΝΑΤΟ – Βορειοατλαντική Συμμαχία) από τη μία, με την συνεχή ανάκαμψη της Ρωσίας μετά το ‘91, που ανέκαθεν συγκροτούσε το αντίπαλο δέος στην κοντινή Ανατολή, αποτελούσαν τη βασική κινητήρια δύναμη των ιστορικών εξελίξεων στην περιοχή, διαμορφώνοντας ένα αμφίρροπο γεωπολιτικό πεδίο.
Με την Ουκρανία να παραμένει, γενικά, στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, αλλά να αποτελεί και δυνητικό στρατηγικό εταίρο της Δύσης, μια παρόμοια πολιτική αστάθεια αντικατοπτριζόταν και στο εσωτερικό της χώρας: εκλογές του 2004 και «πορτοκαλί» επανάσταση, απόπειρα δολοφονίας με δηλητήριο του Βίκτορ Γιουσένκο (πρωθυπουργός με αντιρωσική πολιτική γραμμή), πρόωρες εκλογές του 2007 και συνεχείς καταγγελίες για κρατική διαφθορά, φυλάκιση της πρωθυπουργού Τιμοσένκο για τις συμφωνίες του Φυσικού Αερίου με τη Ρωσία το 2009, μέχρι τις αναταράξεις του 2014 (Euromaidan, Επανάσταση της Αξιοπρέπειας), την σύγκρουση στην περιοχή του Ντονμπάς και την ανεξαρτητοποίηση της Κριμαίας. Οι εναλλαγές των κυβερνήσεων έρχονταν και παρέρχονταν πάντα σε κλίμα διχόνοιας, με τον Βίκτορ Γιανουκόβιτς από τη μία να αποτελεί το βασικό πιόνι της Ρωσίας και τις φιγούρες της εκάστοτε αντιπολίτευσης (Γιουσένκο, Ποροσένκο) να έχουν, γενικά, βλέψεις προς τη Δύση, με την επιθυμία της ένταξης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και το ΝΑΤΟ. Αυτό φυσικά δεν περνούσε ποτέ απαρατήρητο από την Ρωσία, η οποία στρατηγικά επιδίωκε να έχει την ελάχιστη δυνατή απειλή στα δυτικά σύνορά της και ήταν προς το συμφέρον της, χώρες όπως η Ουκρανία να παραμένουν εκτός ΝΑΤΟ και δυτικών στρατιωτικών συμμαχιών. Άλλωστε, ήδη χώρες όπως η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία είχαν γίνει πλήρη μέλη του ΝΑΤΟ από το 2004, με την Λευκορωσία να παραμένει παραδοσιακά (και ουσιαστικά) ο βασικός σύμμαχος στο πλευρό της Ρωσίας. Η συνεχής επέκταση του ΝΑΤΟ, με την πολιτική επιρροή των ΗΠΑ και της ΕΕ, αποτελούσαν πάντα την κόκκινη γραμμή ανάμεσα στους βασικούς γεωπολιτικούς παίχτες, με την «σιωπηλή» συμφωνία μη επέκτασης του ΝΑΤΟ μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, να υφίσταται μόνο προφορικά. Όμως στην πραγματικότητα υπήρχε και κάτι άλλο. Παράλληλα με τους συνεχείς τριγμούς και την προσέγγιση της Δύσης υπό την αιγίδα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ προς την Ουκρανία, εγειρόταν παράλληλα ένα άλλο ζήτημα από το σοβιετικό παρελθόν: το ζήτημα της Κριμαίας και της στρατηγικής της σημασίας. Με άμεση πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα και κατά συνέπεια προς τη Μεσόγειο, η Χερσόνησος της Κριμαίας είχε δωθεί στη Σοβιετική Δημοκρατία της Ουκρανίας τη δεκαετία του 50, καθώς, ούτως ή άλλως αποτελούσε κοινή βάση του Σοβιετικού Στόλου. Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και εν μέσω πολιτικών και στρατιωτικών συμφωνιών μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, η Κριμαία συνέχισε να αποτελεί ναυτική βάση για τους διαχωρισμένους, πλέον, στόλους.
Ως απότοκο της δυτικής εμπλοκής και επιρροής στο εσωτερικό της Ουκρανίας, εκκρεμούσε η πολιτική και οικονομική συμφωνία με την ΕΕ που προετοιμαζόταν ήδη κάποια χρόνια πριν. Στα τέλη του 2013 / αρχές 2014 με τον Γιανουκόβιτς στην εξουσία και με την εξώφθαλμη παρέμβαση της Ρωσίας, τελικά η συμφωνία δεν υπογράφεται. Οι χρόνιες επεκτατικές πιέσεις και παρεμβάσεις και των δύο πλευρών προς το ουκρανικό κράτος, αποτέλεσαν την σπίθα για αυτά που ακολούθησαν: διαδηλώσεις, αιματηρές συγκρούσεις με τον στρατό και την αστυνομία, πτώση του Πρόεδρου Γιανουκόβιτς τον Φεβρουάριο του ‘14, συσπείρωση του αντιρωσικού μπλοκ με την οργάνωση ένοπλων πολιτοφυλακών. Η Ρωσία από την πλευρά της εισβάλλει στα ανατολικά κομμάτια της Ουκρανίας (χερσόνησος της Κριμαίας, περιοχή του Ντονμπάς), δηλαδή στα εδάφη στα οποία το ρώσικο στοιχείο ήταν ανέκαθεν συντριπτικό και εκλογικά υποστήριζε τον Γιανουκόβιτς, χωρίς να συμμετέχει στις διαδηλώσεις υπέρ του Euromaidan. Στη βάση αυτής της σύγκρουσης, δημιουργείται περαιτέρω όξυνση στο εσωτερικό της χώρας, αφού, πλέον, οι ακροδεξιές πολιτοφυλακές μετατρέπονται σε στρατιωτικά τάγματα που μοστράρουν απροκάλυπτα τα βρωμερά φασιστικά-νεοναζιστικά σύμβολα και θα ενταχθούν στο μέλλον στον ουκρανικό στρατό. Ο Δεξιός Τομέας, το τάγμα Azov, το τάγμα Aidar, το τάγμα Dnipro-1 κτλ είναι ορισμένα απο τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Το τάγμα Azov, μάλιστα, χρηματοδοτήθηκε από το oυκρανικό κράτος και το ΝΑΤΟ και εκπαιδεύτηκε μετέπειτα από τη CIA, λαμβάνοντας μέρος σε πολλές μάχες εναντίον Ρώσων Αυτονομιστών στα μέτωπα του Ντονέτσκ/Λουχάνσκ. Τα εγκλήματα που έχουν διαπράξει όλα αυτά τα μορφώματα απέναντι στο ρωσόφωνο πληθυσμό με ξυλοδαρμούς, απαγωγές, βιασμούς κτλ είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός και είναι καταγεγραμμένα σε διάφορες εκθέσεις, καθώς χρησιμοποιήθηκαν ως βασικό επιχείρημα από το Ρωσικό κράτος για την κήρυξη του πολέμου, ενώ ταυτόχρονα αποτέλεσαν το «βολικό» άλλοθι για τον επεκτατισμό και τον μεγαλοϊδεατισμό του. Η νέα πολιτική διαχείριση του Ουκρανικού κράτους (Ποροσένκο) φροντίζει, φυσικά, να τους «ξεπλένει» μπροστά στο μεγάλο «πατριωτικό» καθήκον και στον «κοινό» αγώνα εναντίον των εισβολέων, ύστερα από τα γεγονότα του Euromaidan. Σε μια προσπάθεια αναδιοργάνωσης της χώρας υπογράφεται η πρόσφατα ακυρωθήσα συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με σαφείς βλέψεις προς τη Δύση. Ξεκινάει εκκαθάριση των κρατικών μηχανισμών για την απομάκρυνση του ρωσικού στοιχείου, θεσπίζεται απαγόρευση χρήσης μειονοτικών γλωσσών και γίνεται προσπάθεια «αποκομμουνιστικοποίησης» της χώρας, σε ένα γενικότερο κλίμα τόνωσης του εθνικιστικού αισθήματος των Ουκρανών. Οι συρράξεις στα μέτωπα του Ντονμπάς και της Μαριούπολης συνεχίζονται με αμείωτη ένταση, με τα φασιστικά αποσπάσματα να προβαίνουν σε συνεχή εγκλήματα κατά του ρωσόφωνου πληθυσμού στις εκεί περιοχές. Αξίζει να σημειωθεί ότι αντίστοιχες ρωσικές παραστρατιωτικές-ναζιστικές ομάδες και πολεμιστές, όπως η Task Force Rusich του γνωστού ναζιστή Μιλτσάκοφ, τάχθηκαν στο μέτωπο των «Λαϊκών Δημοκρατιών», διαπράττοντας αντίστοιχα εγκλήματα πολέμου. Κάπως έτσι, η κατάσταση στη χώρα θα εκτροχιάζεται σταδιακά, για τα επόμενα χρόνια, με τα παρακρατικά/εθνικιστικά/φασιστικά στοιχεία να οργανώνονται συνεχώς και να καθορίζουν το πολιτικό status quo. Οι συμφωνίες του Μίνσκ (Μίνσκ Ι/ΙΙ) που υπεγράφησαν το ‘14/’15, στην πραγματικότητα ποτέ δεν έληξαν τις συγκρούσεις. Οι αυτοανακηρυγμένες «Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ και η κατάπαυση του πυρός, βρέθηκαν στο επίκεντρο των προαναφερθείσων συμφωνιών, με τα συμφέροντα Ρωσίας, ΕΕ και ΗΠΑ να εμπεριέχονται επιμελώς κρυμμένα σε κάθε στρατηγικής σημασίας λέξη μέσα στα επίσημα κείμενα.
Ο κύβος, όμως, είχε ριφθεί χρόνια πριν.
Από τη μία πλευρά η επιθετική πολιτική της ΕΕ και του ΝΑΤΟ που προσπαθούν να λύσουν τον τελευταίο (και ίσως πιο σημαντικό) γρίφο της δυτικής πολιτικής επιρροής στα σύνορα της Ρωσίας, πιέζοντας (εμφανώς ή μη) για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Από την άλλη πλευρά, οι επεκτατικές πιέσεις της Ρωσίας προς έναν πρώην Σοβιετικό «σύμμαχο» για την διασφάλιση των γεωπολιτικών της συμφερόντων και την «ασφάλεια» των συνόρων της. Στη μέση μια χώρα πολιτικά και εθνικά διχοτομημένη, με στρατηγική θέση και αφθονία πρώτων υλών και ενεργειακών πόρων.
24/2/2022, η μέρα που τα χαρακώματα του Ντονμπάς μετατρέπονται σε ολοκληρωτικό πόλεμο στα Ουκρανικά εδάφη
Σε μια άνευ προηγουμένου στρατιωτική συγκέντρωση δυνάμεων, ο Ρωσικός στρατός εισβάλλει στην Ουκρανία, χωρίς να είναι σαφή τα αρχικά σχέδια του Ρωσικού Κράτους. Δεδομένου ότι στον πόλεμο το πρώτο πράγμα που δολοφονείται είναι η αλήθεια, όλοι και όλες μας προσπαθούμε να βρούμε ανεξάρτητες διόδους πληροφόρησης, που να μην ελέγχονται από την προπαγάνδα καμίας εκ των δύο πλευρών. Μετά από ένα μήνα και ενώ στην πραγματικότητα καμία σημαντική πόλη της Ουκρανίας δεν έχει καταληφθεί (εκτός από τη Χερσώνα), γινόμαστε μάρτυρες μιας συνεχιζόμενης σφαγής, με κύρια θύματα τον άμαχο πληθυσμό, τον Ουκρανικό λαό, τις πόλεις, τα χωριά και τις υποδομές της χώρας. Τα γεγονότα μέχρι τώρα δείχνουν ότι πρόκειται για έναν πόλεμο ο οποίος ήδη έχει δεκάδες χιλιάδες απώλειες, νεκρούς, τραυματίες και εκτοπισμένους/ες, ενώ πάνω από 3,5 εκατομμύρια πρόσφυγες έχουν ήδη περάσει σε διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εικόνες από κάθε γωνιά της Ουκρανίας είναι γροθιά στο στομάχι: χαρακώματα και πόλεις υπό πολιορκία, βομβαρδισμένα νοσοκομεία και ορφανοτροφεία, καταστραμμένες πολυκατοικίες και αστικές περιοχές, πολεμικά συντρίμμια και παραναλώματα του πυρός. Το πρόσωπο του πολέμου σε κάθε ήπειρο, χώρα, πόλη και χωριό είναι το ίδιο σκληρό και απάνθρωπο, όπως είναι τα πολεμικά logistics των κρατών και του καπιταλισμού. Η «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» όπως την είχε προλογήσει ο Πούτιν και η οποία φαίνεται να ξεκίναγε με δήθεν χειρουργική ακρίβεια και στοχευμένες επιθέσεις (για λόγους προπαγάνδας), πήγε περίπατο από τις πρώτες μέρες. Η εμπλοκή στις μάχες περαιτέρω Ρώσικων εφεδρειών αλλά και Τσετσένων και Σύριων μισθοφόρων, συγκλίνουν στο ότι πρόκειται για μια επίθεση διαρκή και ανελέητη, μια μάχη σπιθαμής προς σπιθαμή για τον αφανισμό του αντιπάλου.
Από την άλλη πλευρά, η ιμπεριαλιστική εισβολή της Ρωσίας, ήταν το τυράκι που περίμεναν ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ, ώστε να βγουν από τη δύσκολη θέση του βασικού υπεύθυνου μιας σύγκρουσης με παγκόσμιο αντίκτυπο. Ενώ αρχικά η απάντησή τους περιορίζεται σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, με καταδίκες, ψηφίσματα και βαριές οικονομικές κυρώσεις προς τη Ρωσία, σταδιακά αυξάνεται και η στρατιωτική εμπλοκή: οικονομική βοήθεια, αποστολή όπλων και πολεμικού υλικού, αποστολή εκπαιδευτών στην Ουκρανία, αύξηση των στρατευμάτων και κινητοποίηση νατοϊκών δυνάμεων στα σύνορα των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ. Άλλωστε, η πολεμική ιστορία από την πλευρά της «Δύσης» έχει γραφτεί και αυτή με το ίδιο βαθύ κόκκινο του αίματος: Γιουγκοσλαβία, Κόσοβο, Αφγανιστάν, Ιράκ, Λιβύη κτλ με τον κατάλογο να είναι ατελείωτος. Σε αυτό το γεωπολιτικό κουβάρι, πολλές χώρες πήραν την πρωτοβουλία για την αποστολή στρατιωτικού υλικού προς την Ουκρανία, με την Ελλάδα να είναι απο τις πρώτες στην ουρά. Βέβαια δεν θα περίμενε κανείς ότι μερικά σκουριασμένα καλάσνικοφ και παροπλισμένα RPG θα κάνανε τη διαφορά στο πεδίο της μάχης, όμως το σημαίνων στοιχείο εδώ είναι η πολιτική στράτευση και έμπρακτη πολεμική διαθεσιμότητα του Ελληνικού κράτους στο πλευρό του ΝΑΤΟ, σε περίπτωση γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Όχι ότι θα περιμέναμε κάτι διαφορετικό, αφού αυτή ήταν η πολιτική του ατζέντα διαχρονικά, είτε με στρατιωτική παρουσία εκτός συνόρων (π.χ Κόσοβο, Αφγανιστάν κτλ), είτε με διάθεση πολύτιμων βάσεων ανεφοδιασμού/εξοπλισμού για ΗΠΑ και ΝΑΤΟ (π.χ Σούδα, Λάρισα κτλ). Σε μια πιο πρόσφατη περίπτωση, το λιμάνι και η βάση της Αλεξανδρούπολης αποτελούν έναν από τους πιο κρίσιμους στρατιωτικούς και ενεργειακούς κόμβους του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στη περιοχή, κάτι που έχει σχολιαστεί έντονα ακόμα και από τα υψηλότερα κλιμάκια του ρωσικού κράτους (Λαβρόφ). Παρόμοιες πολιτικές πρωτοβουλίες έχουν παρατηρηθεί και από άλλες χώρες, με ακραία περίπτωση αυτή της Πολωνίας που πρακτικά δήλωσε διαθεσιμότητα όλων των μαχητικών της αεροσκαφών σε βάση της Γερμανίας, υπό την προϋπόθεση ότι θα παραδοθούν από πιλότους των ΗΠΑ στο Ουκρανικό κράτος. Παράλληλα οι κοινές ασκήσεις και στρατιωτικές προετοιμασίες του ΝΑΤΟ σε Ευρωπαϊκό έδαφος (π.χ Νορβηγία) εντείνονται, στέλνοντας στίγμα στην αντίπαλη πλευρά για την έκταση της… «αμυντικής» συμμαχίας.
Ένα άλλο στοιχείο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι τα κροκοδείλια δάκρυα και η επιλεκτική ευαισθησία που δείχνουν τα δυτικά κράτη για τα εκατομμύρια των προσφύγων/εκτοπισμένων, την ώρα που συνεχίζουν να ρίχνουν λάδι στη φωτιά του πολέμου. Η έννοια του «λευκού», του Χριστιανού Ορθόδοξου, του Ευρωπαίου Ουκρανού πρόσφυγα, αποτελεί βούτυρο στο ψωμί της ακροδεξιάς ρητορικής, που τα τελευταία χρόνια σημείωνε ραγδαία αύξηση στην Ευρώπη. Χωρίς, προφανώς, να αμφισβητείται η άμεση συνοριακή απόκριση εθελοντών, μη κυβερνητικών ή ακόμα και κυβερνητικών οργανώσεων σε γειτονικές χώρες (π.χ Πολωνία/Ρουμανία), εντούτοις γίνεται η προσπάθεια οι στρατιές των προσφύγων να χρησιμοποιηθούν και σε έναν άλλον, εξίσου βρώμικο πόλεμο: αυτόν της εικόνας, της αντιρωσικής προπαγάνδας και της δήθεν Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Την ώρα που τα ευρωπαϊκά σύνορα μετράνε χιλιάδες θαλάσσιους τάφους από τους πρόσφυγες των πολέμων της Δύσης (και όχι μόνο) και την ώρα που άλλες τόσες χιλιάδες βρίσκονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, η ανάδειξη της ιμπεριαλιστικής εισβολής στην Ουκρανία χρησιμοποιείται για να φωτίσει το «κλωνισμένο» ανθρωπιστικό κύρος των Ευρωπαϊκών χωρών. Οι προπαγανδιστικές μηχανές των κρατών μέσω των ΜΜΕ έχουν πάρει φωτιά και τα απεγνωσμένα πρόσωπα των εκατομμυρίων ουκρανών προσφύγων, έχουν καταλάβει την πρώτη θέση στο δυτικό πολεμικό marketing, καθώς θεωρούνται πολιτισμικά συμβατοί, σε σχέση με πρόσφυγες από τις αραβικές χώρες.
Οι προεκτάσεις του πολέμου δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστο ούτε τον τελευταίο καταπιεσμένο/η, στην Ουκρανία, στην Ρωσία, στην Ευρώπη και παντού.
Η ενεργειακή εξάρτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ευρωπαϊκών χωρών από το ρώσικο Φυσικό Αέριο ήταν και παραμένει τεράστια, με αποτέλεσμα να υπάρχει έκρηξη τιμών σε βασικά αγαθά, τρόφιμα, λογαριασμούς ΔΕΚΟ, παράλληλα με την έκρηξη πληθωρισμού. Όπως είναι κατανοητό, αυτές και αυτοί που χτυπιούνται από την ακρίβεια είναι η κοινωνική βάση, τα αδύναμα οικονομικά στρώματα, οι καταπιεσμένοι/ες. Και ας μην έχουμε αυταπάτες, τα ίδια στρώματα θα είναι αυτά που θα χτυπηθούν πρώτα και μέσα στη Ρωσία με την συνεχιζόμενη επιβολή ασφυκτικών οικονομικών κυρώσεων, καθώς το Ρωσικό κράτος θα ανατροφοδοτεί την πολεμική του μηχανή. Ας μη ξεχνάμε ότι η ρώσικη πολιτική/οικονομική ελίτ και το ρωσικό κράτος έχουν διέξoδο προς τις αγορές της Κίνας ή της Ινδίας (κράτη τα οποία κρατούν εντέχνως μια πιο μετριοπαθή στάση), ενώ οι συνέπειες των κυρώσεων στη κοινωνική βάση, αναμένεται να φανούν ακόμα εντονότερα το επόμενο διάστημα. Δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατα υπεγράφη συμφωνία με βάθος 30ετίας για νέο αγωγό Φυσικού Αερίου προς την Κίνα: ουδέν κακόν, αμιγές καλού. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, κερδισμένο από αυτή την υπόθεση είναι το Αμερικάνικο κεφάλαιο, καθώς έρχεται να καλύψει το κενό που άφησε η Ρωσία, με παραδόσεις τεράστιων φορτίων LNG σε χώρες της Ευρώπης.
Είναι πολύ σημαντικό να καταστήσουμε σαφές, για άλλη μια φορά, ότι η ιμπεριαλιστική εισβολή του ρωσικού κράτους δεν είναι μάνα εξ ουρανού, αλλά αποτελεί ένα ακόμα στιγμιότυπο της γεωπολιτικής διελκυστίνδας που παίζουν τα κράτη Δύσης και Ανατολής σε Ουκρανικό έδαφος, εδώ και χρόνια. Αν κάτι έχει αποδειχθεί ιστορικά, είναι ότι η φύση όλων των κρατών ανεξαρτήτως, διέπεται από τον επεκτατισμό, τον μιλιταρισμό, την εκμετάλλευση και την καταπίεση. Είτε με τη μορφή ένωσης (ΕΕ), είτε με τη μορφή ενός μόνο κράτους (π.χ ΗΠΑ / Ρωσία), σκοπός τους είναι η διασφάλιση των συμφερόντων του τοπικού/υπερεθνικού κεφαλαίου και της αντίστοιχης πολιτικής και οικονομικής ελίτ. Γι αυτό το λόγο, η διακρατική συσπείρωση σε ένα συμπαγές ΝΑΤΟϊκό μπλοκ απέναντι στην πολεμική μηχανή του ρωσικού κράτους, ξυπνάει εφιαλτικές μνήμες από το παρελθόν, οξύνοντας τα πράγματα προς μια κατεύθυνση που ενδεχομένως να μην υπάρχει επιστροφή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι αδιανόητες αυξήσεις των στρατιωτικών προϋπολογισμών των κρατών (π.χ Γερμανία) μετά την έναρξη της εισβολής και η γενικότερη αφύπνιση του μιλιταριστικού αισθήματος, ακόμα και σε χώρες που παραδοσιακά διατηρούσαν μια πιο μετριοπαθή στάση (π.χ Σουηδία). Ούτως ή άλλως ο πόλεμος αποτελεί την υγεία της καπιταλιστικής μηχανής, μέσω της ανακύκλωσης του παλιότερου πολεμικού υλικού που συσσωρεύεται και τη δημιουργία νέου, ακόμα πιο εξελιγμένου και δολοφονικού, καθώς και μέσω της διαδικασίας καταστροφής ολόκληρων πόλεων και χωρών και την ανοικοδόμησή τους. Όλα τα παραπάνω, θεωρούμε ότι θα φέρουν ντόμινο πολιτικών εξελίξεων στο εσωτερικό των Ευρωπαϊκών χωρών, έξαρση ρατσισμού, εθνικισμού και μιλιταρισμού, με τον κίνδυνο ενός γενικευμένου πολέμου να είναι κάτι παραπάνω από πιθανός. Αυτός ο φόβος ενδεχομένως να αποτελέσει στο μέλλον και το βασικότερο επιχείρημα για την εδραίωση ενός καθεστώτος μόνιμης έκτακτης ανάγκης στο εσωτερικό πολλών χωρών. Ό,τι ακριβώς γίνεται δηλαδή αυτή τη στιγμή στη Ρωσία, καθώς σε κατασταλτικό επίπεδο έχουμε δεκάδες χιλιάδες συλλήψεις του «εσωτερικού εχθρού» από τα αντιπολεμικά συλλαλητήρια που οργανώνονται σε διάφορες πόλεις της χώρας. Άλλωστε η κοινωνική τους «ειρήνη» είναι η άλλη όψη του πολέμου τους. Δυστυχώς, όποια και να είναι η κατάληξη των πολεμικών συγκρούσεων που διεξάγονται αυτή τη στιγμή, θεωρούμε ότι η περιοχή θα συνεχίσει να είναι για πολύ καιρό ακόμα ένα «θερμό» μέτωπο, τύπου Συρίας, με στιγμές έξαρσης και εκτόνωσης, ανάλογα τις γεωπολιτικές ορέξεις των επιμέρους στρατοπέδων.
Bring the War Home
Ως καταπιεσμένοι/ες – εκμεταλλευόμενες/οι, οφείλουμε να μην πάρουμε σε καμία περίπτωση θέση με τη μία ή την άλλη πλευρά σε έναν τέτοιου είδους πόλεμο, να μη συστρατευτούμε ούτε να πολεμήσουμε για κανένα έθνος, καμία πατρίδα και κανένα κράτος. Αντίθετα, είναι αναγκαίο να σταθούμε αλληλλέγγυοι στα εκατομμύρια των προσφύγων που ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους και σε αυτούς/ες που συμμετέχουν στον κοινωνικό και ταξικό πόλεμο σε Ουκρανία, Ρωσία, όπως και σε οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου. Οφείλουμε να αποδομήσουμε την προπαγάνδα και των δύο πλευρών και την παραπλανητική εξήγηση περί πολέμου Ανατολής και Δύσης. Να προσπαθήσουμε να καταδείξουμε την πραγματική του φύση, που δεν είναι άλλη παρά μια ιμπεριαλιστική σύγκρουση στις πλάτες εκατομμυρίων καταπιεσμένων, πρωτίστως στην Ουκρανία και εν συνεχεία στον υπόλοιπο κόσμο. Να μιλήσουμε ανοιχτά, πως στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν πόλεμο θέσεων στο παγκόσμιο γεωπολιτικό σκηνικό, μια μάχη για την κυριαρχία και τον επανακαθορισμό των καπιταλιστικών συμφερόντων (ενεργειακών, εμπορικών, στρατιωτικών) κρατών και συνασπισμών κρατών. Σε αυτά τα πλαίσια, θεωρώντας ότι το Ελληνικό κράτος έχει το μερίδιο που του αναλογεί σε αυτή τη σύγκρουση -καθώς διεκδικεί ολοένα και μεγαλύτερο-, να φέρουμε τον πόλεμο πίσω στα σπίτια μας, στα «ασφαλή» μετόπισθεν των δυτικών μητροπόλεων, από τα αντιπολεμικά συλλαλητήρια και την καθημερινή μας παρουσία στο δρόμο μέχρι τις πολύμορφες δράσεις και το σαμποτάζ στην πολεμική μηχανή. Ακόμα, να εντείνουμε τον κοινωνικό και ταξικό πόλεμο που δεν αναγνωρίζει εθνικότητες, θρησκείες και φύλα, σε κάθε πεδίο της καθημερινότητας και της ζωής. Να μην αφήσουμε το εθνικιστικό δηλητήριο να ποτίσει το δημόσιο πεδίο με ρατσισμό, πατριωτισμό και μεγαλοϊδεατισμό, υπερασπιζόμενοι οποιαδήποτε πλευρά μεταξύ διακρατικών διαξιφισμών. Τέλος, να καταδείξουμε τα κράτη, το κεφάλαιο και τις απανταχού ελίτ ως μηχανές παραγωγής πολέμων, βίας και δυστυχίας σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Και να περάσουμε στην επίθεση.