Κάτω τα χέρια από την κατάληψη Terra Incognita

Τα ξημερώματα της 17ης Αυγούστου, μπάτσοι όλων των ειδών (ΔΙΑΣ, Ζ, ΜΑΤ και ΟΠΚΕ) εισβάλλουν και εκκενώνουν μία από τις ιστορικότερες καταλήψεις της Θεσσαλονίκης, την Terra Incognita (ιδιοκτησίας ΑΠΘ) στο κέντρο της πόλης. H Terra Incognita δημιουργήθηκε το μακρυνό 2004 εν μέσω κρατικής υστερίας την περίοδο των ολυμπιακών αγώνων. Λίγες μέρες μετά, στις 23 Αυγούστου, αντίστοιχη επιχείρηση πραγματοποιείται στην κατάληψη Libertatia, κατά τη διάρκεια εργασιών ανοικοδόμησής της, η οποία είχε καεί ολοσχερώς από φασιστικό όχλο μετά το εθνικιστικό συλλαλητήριο του ’18.

Οι επιχειρήσεις αυτές έρχονται να προστεθούν στη μαινόμενη κρατική επίθεση απέναντι σε πολιτικούς χώρους και καταλήψεις, μετά και την τελευταία χρονικά εκκένωση στις 26 Ιουνίου της κατάληψης Δερβενίων 56 στα Εξάρχεια. Τα μέσα που χρησιμοποιεί το κράτος για να επιβάλλει την κυριαρχία του πολλαπλασιάζονται και γίνονται αντίστοιχα με την Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προσθήκη της ομάδας ΔΡΑΣΗ (πρώην ΔΕΛΤΑ) στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, μια κίνηση που δεν αφήνει αμφιβολίες σχετικά με τις ορέξεις του κράτους γύρω από τον έλεγχο και την καταστολή των αγωνιζόμενων κομματιών.

H κρατική καταστολή απέναντι στις καταλήψεις, είτε με όρους “αριστερής διαχείρισης” είτε με όρους “τάξης και ασφάλειας” όπως αυτοί αποτυπώνονται από την ακροδεξιά κυβέρνηση της ΝΔ, έχει πολλαπλές χρήσεις. Από την ικανοποίηση των αντιδραστικών αντανακλαστικών των ψηφοφόρων που ονειρεύονται “πάταξη της ανομίας” μέχρι τον παραδειγματισμό όλων όσων τολμούν να αγωνιστούν, η καταστολή αποτελούσε ανέκαθεν την βιτρίνα της κρατικής πολιτικής. Σε συνδυασμό μάλιστα με την προπαγάνδα των ΜΜΕ αλλά και τις εξοντωτικές ποινές/κατηγορητήρια που λειτουργούν με όρους πολιτικής/οικονομικής αφαίμαξης απέναντι στον κόσμο του αγώνα, δημιουργείται μια συνθήκη ασφυξίας.

Η συγκεκριμένη συνθήκη ξεφεύγει από τα στενά όρια του α/α χώρου και ακουμπάει πλέον και ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας. Η επιδημία του παρουσιάζεται ως άλλο ένα εμπόδιο που καλούμαστε να ξεπεράσουμε με “εθνική σύμπνοια” την ώρα που η διαχείρισή της αναδεικνύει τις οξύτατες ταξικές αντιθέσεις σε όλα τα πεδία. Για παράδειγμα ενώ ο τουρισμός “άνοιξε” ουσιαστικά χωρίς όρους προς τέρψιν των μεγάλων (ντόπιων/ξένων) αφεντικών του κλάδου, οι εργαζόμενες/οι βρίσκονται αντιμέτωποι με αναστολές συμβάσεων εργασίας αν οι επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται “πλήττονται”. Μέτρα τα οποία νομοθετήθηκαν με αφορμή την “υγειονομική” κρίση αλλά σίγουρα δοκιμάζονται για το μέλλον.

Ένα μέλλον το οποίο φαντάζει ζοφερό καθώς το κράτος και οι μηχανισμοί του επιχειρούν να πάρουν πίσω τα κεκτημένα χρόνων αλλά και να διεκδικήσουν ακόμα περισσότερα. Ένα μέλλον που εμείς μπορούμε να το φανταστούμε βιώσιμο μόνο με όρους αγώνα και αλληλεγγύης. Η αλληλεγγύη δεν είναι μια λέξη χωρίς νόημα και φυσικά δεν έχει όρους και προϋποθέσεις. Στεκόμαστε δίπλα σε αυτούς/ες που αγωνίζονται με συνέπεια και αξιοπρέπεια ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο. Στηρίζουμε τις καταλήψεις και τους κοινωνικούς αγώνες. Για να επιστρέψουμε, στο μέτρο των δυνάμεών μας, το φόβο στο αντίπαλο στρατόπεδο, να υπερασπιστούμε τους χώρους και τις ιδέες μας, να κάνουμε το πολιτικό κόστος ασήκωτο βάρος για την κυριαρχία. Και αν όλα αυτά φαίνονται μάταια, για μας μάταια και αναξιοπρεπής είναι η προκαθορισμένη και ελεγχόμενη ζωή στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος. Κουβαλάμε ένα νέο κόσμο στις καρδιές μας…

Τίποτα δε τελείωσε – Όλα συνεχίζονται

Αλληλεγγύη σημαίνει επίθεση

Κάτω τα χέρια από τις καταλήψεις

Με τα συντρίμμια των εισόδων των εκκενωμένων καταλήψεων να επιτεθούμε στον παλιό κόσμο

Την Παρασκευή 26/6 τα ξημερώματα το κράτος εισέβαλε στην κατάληψη Δερβενίων 56 στα Εξάρχεια, την οποία μετέπειτα εκκένωσε και σφράγισε. Είχε προηγηθεί ασφυκτική πίεση από κάθε λογής μπάτσους τριγύρω και μπροστά απ’την κατάληψη, ενώ τα καθεστωτικά media μέσω συνεχών ρεπορτάζ με πρόσχημα τη διακίνηση ναρκωτικών στη γειτονιά την στοχοποίησαν και έστρωσαν το δρόμο για την επικείμενη εκκένωσή της. Από την εκκένωση και μετά αναπτύχθηκε μια σειρά πολύμορφων και στοχευμένων δράσεων, δείχνοντας ότι τίποτα δε μένει αναπάντητο.

Το κτίριο της Δερβενίων 56, ιδιοκτησίας ΟΣΕ, καταλήφθηκε το 2015 για να στηρίξει έμπρακτα τους μετανάστες/στριες και τους αγώνες τους. Έκτοτε συμμετείχε σε μια πληθώρα κοινωνικών αγώνων ενώ αποτέλεσε το φυσικό χώρο για πολλές πολιτικές συλλογικότητες και συνελεύσεις. Το τελευταίο διάστημα και εν μέσω της συνεχιζόμενης κατασταλτικής πολιτικής του κράτους σε όλα τα μέτωπα, η Δ56 όντας μία από τις τελευταίες πολιτικές καταλήψεις του κέντρου έδωσε τη δυνατότητα και τον απαραίτητο ζωτικό χώρο στο κίνημα να αναπνεύσει και να οργανωθεί, κάτι που δεν πέρασε όπως φάνηκε απαρατήρητο από τους διώκτες της.

Αντιλαμβανόμαστε τις καταλήψεις ως μέσα και εργαλεία του αγώνα για την κοινωνική ανατροπή. Ως αναπόσπαστο κομμάτι του αναρχικού χώρου, ως έναν από τους τρόπους που οργανώθηκε και ρίζωσε αυτός στο μητροπολιτικό κέντρο, σε κάθε γειτονιά και πόλη από τη δεκαετία του ’80. Είναι οι τόποι που επί δεκαετίες όρθωσαν αναχώματα στις πολιτικές του κεφαλαίου, που δεν επέτρεψαν στους φασίστες να μετατρέψουν τις γειτονιές σε σφαγεία αλλά αντίθετα τους έχωσαν στις τρύπες τους, που αντιστάθηκαν στην αστυνομία και έδωσαν καταφύγιο στους κατατρεγμένους/ες. Χώροι όπου δομούνται συντροφικές σχέσεις και δοκιμάζονται οι αξίες και οι ιδέες μας. Χώροι στους οποίους αποφασίζεται και οργανώνεται η εξωστρεφή μας δράση και η συλλογική μας κίνηση στο δρόμο, εκεί όπου κρίνονται όλα. Μονάχα έτσι η αυτοοργάνωση γίνεται λέξη επικίνδυνη, οι καταλήψεις ορμητήρια αγώνων και όχι «νησίδες ελευθερίας», αυτοαναφορικότητας ή εναλλακτικής διασκέδασης. Η συμμετοχή μας στην Δ56 τον τελευταίο χρόνο σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και με αυτό το πολιτικό σκεπτικό την υπερασπίζεται, όπως και τις υπόλοιπες καταλήψεις και χώρους αγώνα.

Η καταστολή της Δ56 δε μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από την συνολικότερη στρατηγική της επίθεσης που έχει εξαπολύσει το κράτος στις καταλήψεις και τον κόσμο του αγώνα, αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, δημιουργώντας μια ασφυκτική συνθήκη τριγύρω τους. Μια επίθεση που αναζωπυρώθηκε εν μέσω αριστερής διαχείρισης και κορυφώθηκε με την (ακρο)δεξιά «επιστροφή στην ομαλότητα». Με την ανάληψη της εξουσίας, οι τωρινοί διαχειριστές επιχείρησαν να εφαρμόσουν με πυγμή το τρίπτυχο «τάξη-ασφάλεια-ανάπτυξη», τώρα που οι κοινωνικοί συσχετισμοί φαίνεται προσωρινά να τους το επιτρέπουν. Το μεταναστευτικό υποκείμενο και ο αναρχικός χώρος στοχοποιήθηκαν εξαρχής ως υπεύθυνοι για την «ανομία» και τα διάφορα «άβατα εγκληματικότητας», ως ο εχθρός που έπρεπε να παταχθεί καθώς στεκόταν εμπόδιο στην πολυπόθητη ανάπτυξη και ευημερία. Έτσι, σχεδόν αμέσως δεκάδες μεταναστευτικές και πολιτικές καταλήψεις, χώροι και υποδομές αγώνα σε όλη την επικράτεια βρέθηκαν στο στόχαστρο της καταστολής. Τα Εξάρχεια μετατράπηκαν σε αστυνομοκρατούμενη ζώνη, νέες και παλιές δικαστικές διώξεις και κατηγορητήρια στήθηκαν ή ανασύρθηκαν από τα συρτάρια, η παρουσία του α/α χώρου στο δρόμο και η ύπαρξή του εν γένει ποινικοποιήθηκε. Επίθεση που όμως δεν έμεινε πάντα χωρίς απάντηση. Αντιθέτως κάποιες φορές βρήκε σθεναρή αντίσταση, η οποία αμφισβήτησε την κρατική παντοδυναμία, καταρράκωσε το γόητρό της και επέστρεψε ένα ποσοστό βίας στους φορείς της. Όχι πάντα χωρίς κόστος, κερδίζοντας όμως πολύτιμο έδαφος για τον αναρχικό χώρο.

Πίσω όμως από τα διάφορα αφηγήματα, βρίσκεται η διαρκής προσπάθεια κράτους και αφεντικών να θωρακίσουν τα συμφέροντά τους απέναντι στην κοινωνική βάση. Στο παγκόσμιο τοπίο η καπιταλιστική σχέση αναδιαρθρώνεται, επαναδιατυπώνεται. Η συστημική κρίση της τελευταίας δεκαετίας και η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερο βάθεμα των κοινωνικών ανισοτήτων, περισσότερη εκμετάλλευση, καταπίεση, πόλεμο, ξεριζωμό. Το ανθρώπινο προσωπείο του καπιταλισμού κατέπεσε οριστικά και αποκαλύφθηκε η ωμή, αντικοινωνική βία του συστήματος. Οι άγριες, νεοφιλελεύθερες πολιτικές πλέον είναι μονόδρομος για την κυριαρχία και για να επιτευχθούν θα πρέπει να τσακιστεί κάθε κοινωνική αντίσταση, κάθε φωνή που δε μιλάει τη γλώσσα του αφέντη. Το αναρχικό-αντιεξουσιαστικό κίνημα έχει αποδείξει ότι είναι ικανό να ορθώσει εμπόδια στους κρατικούς σχεδιασμούς, να αποτελέσει τον καταλύτη που σε ώσμωση με άλλα ριζοσπαστικά κοινωνικά κομμάτια θα πυροδοτήσει δυναμικούς, βίαιους αγώνες και εξεγέρσεις. Η πάταξή του λοιπόν είναι αναγκαία συνθήκη ώστε να επιβληθεί σιγή νεκροταφείου στην κοινωνία.

Η νέα πολεμική τακτική που επιχειρείται, σε καμία περίπτωση δεν επαφίεται στις προσωπικές ορέξεις ενός ή δύο υπουργών, αλλά πρόκειται για σφαιρική και μεθοδική προσέγγιση της κυριαρχίας. Στόχος της να εκμεταλλευτεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά την υπάρχουσα κοινωνική αποσάθρωση, με σκοπό την ανασύνταξη και την οργάνωση όλων των κρατικών μηχανισμών. Να εξατομικεύσει, να απομονώσει και να καταστείλει όσους και όσες παρεκκλίνουν έμπρακτα από τη νέα πολιτική κανονικότητα. Να σκορπίσει το φόβο της τιμωρίας και την ανασφάλεια ενός διαρκούς κινδύνου, στα κομμάτια που αντιστέκονται και όχι μόνο. Πρόσφυγες, μετανάστριες, άνεργοι, εργαζόμενες, απεργοί, φυλακισμένες, φοιτητές, μαθήτριες, τοπικές κοινωνίες συνθέτουν το συνολικό μέτωπο προς πειθάρχηση και καταστολή. Έτσι, καλλιεργείται το κλίμα μιας πολυεπίπεδης απειλής στο εσωτερικό της χώρας, η οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα και χειρουργικά με όποιον τρόπο και να παρουσιαστεί. Ανάπτυξη, ανάπλαση, αναδιάρθρωση, ασφάλεια, εξωτερικός και εσωτερικός εχθρός δεν είναι έννοιες άσχετες μεταξύ τους. Πρόκειται για τη νέα ομπρέλα της κυρίαρχης πολιτικής, για ένα πολυσύνθετο ψηφιδωτό σχέσεων εξουσίας κάτω από την οποία υπάγονται και γαλουχούνται, πλέον, όλοι ανεξαρτήτως.

Η πρόσφατη «πανδημία» και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε αποτέλεσαν προνομιακό περιβάλλον για το κράτος και τα αφεντικά ώστε να μετατραπεί και αυτή η κρίση σε ευκαιρία για αυτούς. Με πρόσχημα τη διαχείρισή της πέρασαν εντελώς αναίμακτα σκληρά μέτρα, προωθώντας παράλληλα αναδιαρθρωτικές αλλαγές σε όλους τους τομείς – εργασιακά, κατασταλτικά, τεχνολογικά, περιβαλλοντικά. Το τέλος της καραντίνας και η «επανεκκίνηση της οικονομίας» επιτάχυναν μια σειρά σχεδιασμών που αφορούν τον εξευγενισμό και την ανάπλαση του μητροπολιτικού κέντρου και των όμορων περιοχών. Στόχος η μετατροπή τους σε αποκλειστικές καταναλωτικές και τουριστικές ζώνες, ολοκληρωτικά παραδομένες στις ορέξεις του κεφαλαίου. Ζώνες όπου οι φτωχοποιημένοι και πλεονάζοντες πληθυσμοί δε χωράνε, όπου η αλληλεγγύη και η κάθε λογής πολιτική δραστηριότητα πρέπει να εξοβελιστούν. Έτσι, ο δημόσιος χώρος συρρικνώνεται ακόμα περισσότερο, η αναβαθμισμένη ποσοτικά και υλικοτεχνικά αστυνομία πλημμυρίζει και ελέγχει κάθε γωνία του, κάθε πολιτική δραστηριότητα αποκλείεται από το ΕΜΠ που αποτελεί ιστορικά ένα σημαντικό κινηματικό χώρο, «απείθαρχες» πλατείες και γειτονιές μπαίνουν στο στόχαστρο, το ιστορικό κέντρο πεζοδρομείται σταδιακά εκτοπίζοντας κάθε άλλη δραστηριότητα, ο κατασταλτικός ρόλος του Δήμου Αθηναίων και της αστυνομίας του αναβαθμίζεται σημαντικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο «μεγάλος περίπατος» όπου, εκτός όλων των άλλων, συντελεί έναν πολεοδομικό αντιεξεγερτικό σχεδιασμό στο κέντρο της Αθήνας. Ο παραπάνω κεντρικός και πολύπλευρος σχεδιασμός «δένει» με το πρόσφατο νόμο για περιορισμό και εξονυχιστικό έλεγχο των διαδηλώσεων. Από τη μία επιχειρείται να αποτυπωθεί ο φόβος και η ηττοπάθεια στην πλευρά των αγωνιζόμενων, ενώ από την άλλη δίνεται το πράσινο φως και νομικά σε όλες τις κρατικές συμμορίες καταστολής για τα μελλοντικά κατασταλτικά όργια. Κάτι που συνέβη και στις 9/7, στις διαδηλώσεις ενάντια στο εν λόγω νομοσχέδιο την ημέρα της ψήφισής του στη Βουλή. Τα παραπάνω σημεία δίνουν το στίγμα της πολεμικής καθημερινότητας που λαμβάνει χώρα στους δρόμους της μητρόπολης και που μαίνεται με κάθε τρόπο και σε κάθε ένταση. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου ήταν οι πολυάριθμες εκκενώσεις καταλήψεων τον τελευταίο χρόνο. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου είναι και η εκκένωση της Δερβενίων 56. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου θα είναι και οι μελλοντικές κατασταλτικές κινήσεις που με μαθηματική ακρίβεια θα ακολουθήσουν στο μέλλον.

Διανύουμε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για την κοινωνία και τα κινήματα. Κράτος και κεφάλαιο εντείνουν ολοένα και περισσότερο την επίθεσή τους σε κάθε πεδίο του κοινωνικού. Στόχος τους να κυριαρχήσουν παντού, σε κάθε πτυχή της ζωής και της καθημερινότητας. Να βάλουν ταφόπλακα σε κάθε συλλογικό όραμα και διεκδίκηση, σε κάθε προοπτική αντίστασης και αγώνων. Να εξαφανίσουν τα κινήματα από τους δρόμους, εκεί όπου γράφεται η Ιστορία. Η ίδια η ύπαρξη των αναρχικών και το στίγμα τους στον κοινωνικό/ταξικό πόλεμο, τα ανατρεπτικά προτάγματα, ο αντικρατικός αγώνας, η επιθετική κίνηση και δράση είναι αντικείμενα προς εξόντωση. Τη σημασία των καταλήψεων στον κοινωνικό ανταγωνισμό την έχει αντιληφθεί πρώτα και καλύτερα η «απέναντι πλευρά», ίσως περισσότερο και από τα ίδια τα υποκείμενα του αγώνα. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η λυσσασμένη επίθεση του κράτους στους κατειλημμένους χώρους από την μία, το μούδιασμα, οι σπασμωδικές απαντήσεις ή η αποστασιοποίηση από την άλλη. Ο κατακερματισμός της αντίστασης είναι η ιδανική συνθήκη για το συνολικό σάρωμά μας. Η αλληλεγγύη με όσους δέχονται την κρατική καταστολή δεν είναι μια κούφια λέξη ή μια ιδεολογική a la carte επιταγή που περιμένει να πληρωθεί αλλά μια αναλλοίωτη επαναστατική αξία μεταξύ των καταπιεσμένων. Ή θα μοιραστούμε λοιπόν έναν κοινό αγώνα ή θα μοιραστούμε μια κοινή ήττα. Ή θα υπερασπιστούμε συλλογικά τις καταλήψεις και τα κοινωνικά κεκτημένα ή θα καταρρεύσουν σαν χάρτινοι πύργοι. Κάθε επίθεση στον κόσμο και τις δομές του αγώνα πρέπει να απαντιέται με δυσανάλογο πολιτικό κόστος για αυτούς. Ταυτόχρονα, η εμπλοκή μας και η σύνδεση με τους υπόλοιπους κοινωνικούς αγώνες είναι δυνατόν να οικοδομήσει ένα δυναμικό πλέγμα αντίστασης, ικανό να αποτρέψει την επέλαση της καταστολής και να οργανώσει την επίθεσή μας. Για την καταστροφή κεφαλαίου και κράτους, την κοινωνική επανάσταση, την Αναρχία. Στο χέρι όλων μας είναι να τους αποδείξουμε ότι η ιστορία όχι μόνο δεν τελείωσε, όπως δηλώνουν αυτάρεσκα, αλλά και τους χρωστάει μια θύελλα άγρια…

Έμπρακτη αλληλεγγύη στις καταλήψεις και τις δομές του αγώνα

Ραντεβού στους δρόμους και τα οδοφράγματα

Οι καταλήψεις είναι τα σπίτια του αγώνα (για την εκκένωση της Δερβενίων 56)

Την Παρασκευή 26/6, στις 6:15 το πρωί, έγινε εκκένωση της κατάληψης Δερβενίων 56 και διπλανής κατάληψης στέγης. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλληλέγγυος κόσμος συγκεντρώθηκε στην πλατεία Εξαρχείων, όπου και παρέμεινε για αρκετές ώρες.

Η καραντίνα που επιβλήθηκε με αφορμή την «υγειονομική κρίση» του κορωνοϊού δημιούργησε ένα προνομιακό περιβάλλον για το κράτος ώστε να προχωρήσει τα σχέδια του, και να αναβαθμίσει την ατζέντα του. Κρατώντας μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού «στο σπίτι», περιορίζοντας τις συναθροίσεις και γενικότερα την παρουσία στον δημόσιο χώρο, κλείνοντας τους πανεπιστημιακούς χώρους, το ελληνικό κράτος εξασφάλισε πως τα επενδυτικά πλάνα του ντόπιου και διεθνούς κεφαλαίου στον ελλαδικό χώρου θα συνεχίσουν, εντατικοποιώντας την καταστολή για να μην αντιμετωπίσει την παραμικρή αντίσταση.

Από τη μία λοιπόν, εισήγαγε το νομοσχέδιο με τίτλο «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας», που στρώνει τον δρόμο για την άγρια εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος, με αποκορύφωμα την τυπική κατάργηση των προστατευόμενων περιοχών Natura 2000. Το αναδυόμενο λόμπι της αιολικής ενέργειας τρίβει τα χέρια του, καθώς απελευθερώνεται μεγάλο κομμάτι της επαρχίας, μετατρέποντας τον ελλαδικό χώρο σε ένα τεράστιο οικόπεδο προς αξιοποίηση. Δεν έχασαν δευτερόλεπτο για να βγάλουν στο σφυρί τεράστια «ορεινά οικόπεδα», αλλά και να προχωρήσουν τις εργασίες διάνοιξης δρόμων και εγκατάστασης αιολικών πάρκων, ειδικά αφού η μειωμένη κίνηση στις εθνικές οδούς αποτελούσε ιδανική συνθήκη.

Ταυτόχρονα, με τις έκτακτες (λόγω κορωνοϊού) ρυθμίσεις της εργασίας, ενσωματώθηκαν στο εργασιακό περιβάλλον αλλαγές που τα αφεντικά θα ήθελαν εδώ και χρόνια να εφαρμόσουν. Μαζί με τις μειώσεις των μισθών και την ελαστικοποίηση των ωραρίων, τη μετατροπή των μισθών σε επιδόματα, την εξώθηση στην ανεργία του κόσμου της μαύρης εργασίας, δοκιμάστηκε η τηλε-εργασία και εντάθηκε η εργασία εκ περιτροπής. Αντίστοιχα, ενισχύθηκαν και οι υπηρεσίες τηλε-κατανάλωσης, με μεγάλες κερδισμένες τις μεταφορικές εταιρίες και τις ιντερνετικές υπηρεσίες (τύπου e-food) που πλέον κάνουν delivery από supermarket ως και καταστήματα ηλεκτρονικών ειδών.

Από την άλλη, το lockdown στα πανεπιστήμια αποτέλεσε το τέλειο άλλοθι για την πλήρη κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου: Πρώτα με την εκκένωση των μεταναστών από το κτίριο Γκίνη, στο συγκρότημα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείο στα Εξάρχεια, και την ανακοινωμένη ανάπλασή του, βάζοντας το κτίριο ως αιχμή του σχεδίου. Ένα κτίριο που είχε να σφραγιστεί από το τέλος της Χούντας, και αποτελεί έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς πανεπιστημιακούς χώρους πολιτικής ζύμωσης και δράσης, ταυτισμένο με τη διαχρονική παρουσία των κινημάτων σε αυτόν, πλέον είναι κλειστός, ζητείται φοιτητικό πάσο για να εισέλθεις, και προορίζεται για ανάπλαση. Ακολούθησε η απόπειρα καταστολής του κινηματικού server του espiv.net στο Πάντειο πανεπιστήμιο, που απαντήθηκε και υπερασπίστηκε με ανάλογο τρόπο.

Οι πολιτικές απαγόρευσης στον δημόσιο χώρο, δεν έχουν ακόμα αρθεί στο σύνολό τους. Οι μπάτσοι είναι περισσότεροι, και η παρουσία τους σε δρόμους και πλατείες γίνεται ασφυκτική. Οι μνήμες από την πλατεία Αγ. Γεωργίου στην Κυψέλη, την πλατεία Αγίου Ιωάννου στην Αγία Παρασκευή, όπως και αντίστοιχες κινήσεις στη Θεσσαλονίκη, είναι νωπές. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ειδωθούν τόσο το επερχόμενο νομοσχέδιο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, που είναι σε δημόσια διαβούλευση ήδη από τον Φεβρουάριο, όπως και ο χοντροκομμένος μετασχηματισμός του κέντρου της αθηναϊκής μητρόπολης με τον «μεγάλο περίπατο». Το μητροπολιτικό κέντρο είναι «πόλεμος», είναι μια διαρκής διαδικασία αντιπαράθεσης μεταξύ φτωχοποιημένων και πλεονάζοντων πληθυσμών από τη μία, και επιχειρηματιών εστίασης, τουρισμού, real estate και μπάτσων από την άλλη, με σκοπό τον εξευγενισμό και την πλήρη τουριστικοποίησή του. Μία διαδικασία αντιπαράθεσης από την οποία επιβάλλεται να απουσιάζουν οι καταλήψεις, ως εστίες αγώνα, αλλά και ως παραδείγματα αυτοοργάνωσης και κάλυψης των αναγκών μας, ντόπιων και μεταναστών.

Στον πολιτικό και οικονομικό σχεδιασμό που περιγράφουμε σημαίνοντα ρόλο έχει η οικογένεια Μητσοτάκη-Μπακογιάννη. Το βαθύ πολιτικό της παρελθόν είναι το πιο λαμπρό παράδειγμα πολιτικής οικογενειοκρατίας της Ελλάδας, που σε συνδυασμό με την ανάμειξή της σε μεγάλο κομμάτι του real estate της πρωτεύουσας, την φέρνει σε πολύ ευνοϊκή θέση. Με θέσεις-κλειδιά στην εξουσία (πρωθυπουργός και δήμαρχος) νομιμοποιούν όλες τις παρεμβάσεις τους στην πόλη, οι οποίες εκτός των ευρύτερων κρατικών συμφερόντων (οικονομικών και πολιτικών), εξυπηρετούν και τις οικογενειακές τους επιχειρήσεις στον χώρο των ακινήτων.

Η επίθεση αυτή έχει στο στόχαστρό της τους πολιτικούς χώρους, τα εργαλεία και τις υποδομές του ανταγωνιστικού κινήματος. Η κατάργηση του ασύλου σε συνδυασμό με τις εκκενώσεις των κατειλημμένων κτιρίων πρωτίστως στοχεύουν να δημιουργήσουν μία συνθήκη, στην οποία περνάει στα χέρια του κράτους το έδαφος όπου παραδοσιακά οι πολιτικές οργανώσεις της αναρχίας και της αριστεράς συναντιούνται, οργανώνονται, κοινωνικοποιούνται, πραγματοποιούν εκδηλώσεις, στηρίζονται υλικά. Ταυτόχρονα, ο δρόμος, το σημείο των μεγάλων ραντεβού, ο χώρος στον οποίο ιστορικά «γεννιούνται οι συνειδήσεις» επίσης οριοθετείται αυστηρά. Μέσα από την αναβίωση ενός χουντικού νομοσχεδίου, το οποίο αφήνει στη δικαιοδοσία της αστυνομίας και της δημοτικής αρχής τη διεξαγωγή διαδηλώσεων, η κοινωνική αλληλεπίδραση μέσα από τις πορείες, ως ακόμα ένα εργαλείο ηχηρής συλλογικής ανάδειξης των περιεχομένων, της στάσης, της ίδιας μας της πολιτικής ύπαρξης, φιλτράρεται από τους κρατικούς μηχανισμούς με βάση τα δικά τους πολιτικά και «κοινωνικοοικονομικά» κριτήρια.

Το δίπολο που τίθεται είναι «αφομοίωση ή παροπλισμός»: «Αγωνίζεσαι» εντός του επιτρεπόμενου πλαισίου, διαφορετικά δεν σου επιτρέπεται να κάνεις τίποτα. Η πολιτική επιλογή της αυτοοργάνωσης, ως πρακτική διαδικασία οργάνωσης των ατόμων με βάση της δικές τους δυνάμεις, επιθυμίες, σκοπούς και στρατηγική είναι εχθρική στους σχεδιασμούς τους. Στον αντίποδα επιχειρείται να επιβληθεί η κρατική διαμεσολάβηση για οποιαδήποτε πολιτική δραστηριότητα: Από τη διοργάνωσης μίας εκδήλωσης ή μιας συναυλίας σε μια πλατεία, ως τη διοργάνωση μιας διαδήλωσης στο κέντρο της Αθήνας, το κράτος φιλοδοξεί να είναι αυτό που θα κρίνει τους όρους με τους οποίους θα διεξάγονται οι διαδικασίες, οι διεργασίες και οι αγώνες των από τα κάτω.

Μια ακόμη πτυχή της ολομέτωπης αυτής επίθεσης είναι και η αναμόχλευση δικαστικών υποθέσεων, και τα ανυπόστατα κατηγορητήρια που εμπλέκουν συλλήβδην συντρόφους, καθιστώντας τους ομήρους του δικαστικού συστήματος.

Στο πλαίσιο της ευρύτερης επικοινωνιακής διαχείρισης της γειτονιάς των Εξαρχείων, μιας γειτονιάς που αποτελεί πεδίο ανάπτυξης αγώνων του κινήματος διαχρονικά, το κράτος στρέφει την προσοχή του στον πεζόδρομο της Δερβενίων. Με πρόσχημα τη διακίνηση ναρκωτικών, εντείνει τις αστυνομικές επιχειρήσεις στους παρακείμενους δρόμους, και συνεπικουρούμενο από διάφορα δημοσιεύματα στα ΜΜΕ, στρώθηκε τελικά ο δρόμος για την κατασταλτική επέμβαση.

Η κατάληψη Δερβενίων 56 είναι ενεργή από τον Σεπτέμβρη του 2015, αποτελώντας έναν χώρο του κινήματος με πολύμορφη συμμετοχή στους αγώνες. Εν μέσω απαγόρευσης κυκλοφορίας, παρέμεινε ανοιχτή, συνεχίζοντας τις πολιτικές της διαδικασίες, ξεκινώντας παράλληλα δομή αλληλοβοήθειας, με στόχο την κάλυψη των αναγκών των από τα κάτω, παρά τις επανειλημμένες πιέσεις που δέχτηκε από κάθε είδους δυνάμεις καταστολής.

Οι καταλήψεις είναι τα σπίτια του αγώνα και θα ματώσετε για να τις πάρετε.

Με το βλέμμα στραμμένο στις εξεγερμένες μητροπόλεις των ΗΠΑ, δεσμευόμαστε πως θα παλέψουμε, θα παραμείνουμε εδώ και θα συμβάλλουμε από την πλευρά μας στις κοινωνικές εκρήξεις του αύριο. Έχουμε ακόμα πολλά να συνεισφέρουμε στην Υπόθεση του ταξικού και κοινωνικού ανταγωνισμού από το δικό μας μετερίζι. Δεν θα σας κάνουμε τη χάρη, γιατί ξέρουμε πως χωρίς εμάς θα είναι λίγο πιο εύκολο να προχωρήσει η ολομέτωπη επίθεση σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας, από τα πάρκα και τις πλατείες, τους εργασιακούς χώρους και τα σχολεία, τα δάση και τα βουνά, τις γειτονιές και τις ζωές μας. Με όραμα έναν κόσμο χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση, χωρίς διαχωρισμούς βάσει φύλου, φυλής, σεξουαλικότητας. Έναν κόσμο που αξίζει να βιώνεται. Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να παλέψουμε ενάντια σε κράτος και αφεντικά, ενάντια σε όποιον έχει συμφέρον από τη διατήρηση της ανισότητας και της αδικίας.

Καλούμε τον κόσμο του κινήματος, τις συλλογικότητες και τις πολιτικές ομάδες, τα στέκια και τις καταλήψεις σε Αθήνα και επαρχία σε επαγρύπνηση.Ενημερώνουμε ήδη τον κόσμο της γειτονιάς για τη στάση μας, και καλούμε να πλαισιώσει συνολικά την υπεράσπιση του κατειλημμένου κτιρίου της Δερβενίων 56.

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ

κατάληψη Δερβενίων 56,

26/06/2020

Εισήγηση για την εκδήλωση για τα αιολικά στην κατάληψη Δερβενίων 56

Μετά από μία «επιτυχημένη» τετραετία διακυβέρνησης του ελληνικού κράτους από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο ελληνικός καπιταλισμός βρέθηκε σε θέση να μιλάει για «ανάπτυξη», με σημείο αναφοράς την «έξοδο από τα μνημόνια», και την επακόλουθη «έξοδο στις αγορές». Από τις αντιμνημονιακές ταραχές και την «οικονομική κρίση» από το ’08 πέρασε σε μία φάση που βρήκε τις κοινωνικές αντιστάσεις να έχουν καμφθεί, και την επενδυτική δραστηριότητα του κεφαλαίου σε κατεύθυνση σταθεροποίησης. Τα αφεντικά έχουν βρει το κατάλληλο έδαφος για να αυξήσουν την κερδοφορία τους, ή ακόμα να την επεκτείνουν σε νέα πεδία, να υποτιμήσουν την εργατική δύναμη και να εντείνουν την εκμετάλλευση. Αντίστοιχα, το κράτος ενισχύει τους μηχανισμούς του, τόσο με την ηλεκτρονική επιτήρηση και ψηφιοποίηση όλο και περισσότερων δεδομένων που αφορούν τον πληθυσμό, όσο και με την ενίσχυση της κυρίαρχης σχέσης που παράγει, αυτή του ρυθμιστή κάθε πτυχής της κοινωνικής ζωής. Ηλεκτρονικά εισιτήρια, βιομετρικές ταυτότητες και ηλεκτρονικές συναλλαγές από τη μία, έλεγχος, κάμερες, περισσότεροι μπάτσοι σε πλατείες και πάρκα από την άλλη – ακόμα και πριν την «πανδημία» του κορωνοϊού.

Η έννοια της «ανάπτυξης» τίθεται κάθε φορά από τα πάνω, με κριτήρια που καμία σχέση δεν έχουν με τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τα συμφέροντα των από τα κάτω. Ανάπτυξη για παράδειγμα έχει χαρακτηριστεί η υποτίμηση (υλική και επικοινωνιακή) ολόκληρων γειτονιών, η εκδίωξη των φτωχών κατοίκων τους, και η ανάπλασή τους με όρους πολεοδομικούς, υγειονομικούς, ακολουθώντας τα καταναλωτικά trends. Ο σκοπός είναι η εκ νέου αξιοποίησή τους είτε για την αγορά κατοικίας, ή για τη δημιουργία καταστημάτων εστίασης, διασκέδασης, αναψυχής, για την εισαγωγή νέων μοντέρνων και πολυτελών υπηρεσιών κ.ο.κ. Αυτή η περιγραφή αφορά μία διαδικασία εκτοπισμού υποτιμημένων πληθυσμών (συνήθων μεταναστευτικών), που εκπορεύεται από το κράτος (μέσω δημοτικών αρχών) και από κεφάλαια διαφόρων ειδών (καταστηματάρχες, ιδιοκτήτες γης). Είναι προφανές ότι γίνεται για να ενισχύσει τα συμφέροντα των τελευταίων, και δεν απαντά σε κανένα από τα προβλήματα των πρώτων, αντιθέτως τα γιγαντώνει. Πρόκειται για ένα μόνο, πολύ συγκεκριμένο παράδειγμα ανάπτυξης. Βέβαια, η λογική που κρύβει στον πυρήνα του μπορεί να εντοπιστεί σε όλο το φάσμα της αναπτυξιακής δραστηριότητας του κράτους και του κεφαλαίου: Ανάπτυξη για αυτούς σημαίνει πως τα επιχειρηματικά τους σχέδια προχωρούν χωρίς εμπόδια, τα κέρδη αυξάνονται χωρίς προβλήματα, οι εκμεταλλευόμενες/οι σκύβουν το κεφάλι σε κάθε μικρή ή μεγάλη απαίτηση.

Ο ίδιος ο όρος «ανάπτυξη» -γενικά και αόριστα- φέρει θετικό φορτίο, και πάνω σε αυτό το φορτίο επιχειρείται κάθε φορά η νομιμοποίηση των βλέψεων της κυριαρχίας. Έτσι, η «ανάπτυξη» έρχεται για όλους/ες, πάντα με έναν ωφελιμιστικό χρωματισμό που απλώνεται σε ολόκληρο το κοινωνικό σώμα. Μπορεί να συνοδεύεται από δωρεές (μίζες) σε ιδρύματα και δήμους, από την προκήρυξη μερικών θέσεων εργασίας, από κούφιες υποσχέσεις κλπ. Είμαστε κομμάτι του κόσμου που βλέπει στα αναπτυξιακά σχέδιά τους την περαιτέρω περίφραξη, καταστολή και αφαίμαξη της καθημερινότητάς του.  Ένα πρώτο ζητούμενο για εμάς είναι η αποδόμηση του κοινωνικού χαρακτήρα της ανάπτυξης, με γνώμονα τα συμφέροντα των από τα κάτω, σε μία κατεύθυνση ρήξης με τις ορέξεις των από τα πάνω.

Το ιδεολόγημα της ανάπτυξης δεν είναι μια ενιαία κατασκευή. Υπόκειται και αυτό στις ιδιαιτερότητες των συνθηκών τις οποίες καλείται να επενδύσει. Στον κλάδο της ενέργειας τα τελευταία χρόνια, η διαδικασία που περιγράφουμε παραπάνω χρωματίζεται ως «πράσινη», αναδεικνύοντας το ιδεολόγημα της πράσινης ανάπτυξης. Ένα ιδεολόγημα που προβάλλεται ως προοδευτικό, λόγω της οικολογικής ευαισθησίας του, υπονοώντας την ύπαρξη μιας εναλλακτικής σε έναν επιχειρηματικό κλάδο, που είναι -κατά κοινή ομολογία- από τους πλέον καταστροφικούς και ρυπογόνους. Στον τομέα της «πράσινης ανάπτυξης» περιλαμβάνεται η χρήση τεχνολογιών όπως οι ανεμογεννήτριες στα αιολικά πάρκα, τα φράγματα για την άντληση υδροηλεκτρικής ενέργειας, τα φωτοβολταϊκά κ.α. Στην προκειμένη περίπτωση θα εστιάσουμε στο ζήτημα της αιολικής ενέργειας, που τίθεται από το ελληνικό κράτος ως βασική αιχμή της πράσινης ενεργειακής ανάπτυξης, ήδη από τα «προοδευτικά» χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ. Φτάνοντας στο σήμερα βλέπουμε πως το μεγαλύτερο τμήμα της υπαίθρου του ελλαδικού χώρου προσεγγίζεται ως ανεκμετάλλευτο οικόπεδο, έτοιμο να γεμίσει ανεμογεννήτριες. Στον αντίποδα αυτής της πολιτικής, θα προσπαθήσουμε να συζητήσουμε και να αναδείξουμε τους αγώνες που έχουν γεννηθεί σε διάφορα σημεία της ελληνικής επικράτειας ενάντια στην εγκατάσταση ανεμογεννητριών, βάζοντας ως πρώτο μέλημα την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος.

Τα αιολικά πάρκα ενδείκνυται να τοποθετηθούν σε μέρη με μεγάλο «αιολικό δυναμικό», όπου οι αέρηδες είναι δυνατοί και συχνοί. Συνήθως αυτά είναι είτε οι κορυφές και τα οροπέδια σε μεγάλο υψόμετρα στα βουνά, είτε κάποιες βραχονησίδες ή θαλάσσια οικόπεδα. Για να εγκατασταθεί μία ανεμογεννήτρια απαιτείται:

  • η διάνοιξη δρόμων, επαρκούς πλάτους, ώστε να χωρούν τα φορτηγά που θα μεταφέρουν τα εξαρτήματα της ανεμογεννήτριας,
  • η ισοπέδωση του σημείου εγκατάστασης, ώστε να είναι εφικτό το χτίσιμο. Στην περίπτωση μιας βουνοκορφής μιλάμε για «κούρεμα» του σημείου, μέχρι να αποκτήσει το επιθυμητό πλάτος και μηδενική κλίση. Η έκταση που χρειάζεται έχει πλάτος 15 μέτρα, και άλλο τόσο μήκος, ενώ πρέπει να σκαφτεί σε βάθος, ώστε να θεμελιωθεί σωστά μία τόσο ψηλή κατασκευή (οι περισσότερες από τις ανεμογεννήτριες που σκοπεύουν να εγκαταστήσουν στα ελληνικά βουνά φτάνουν σε ύψος τα 100 μέτρα, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται και το ύψος τους πτερυγίου (φτερού), που είναι άλλα 20 μέτρα.
  • εγκατάσταση βοηθητικών υποσταθμών ρεύματος, που θα τροφοδοτήσουν με ρεύμα τις εργασίες εγκατάστασης. Κατ’ αντιστοιχία χρειάζεται και σύνδεση με το ήδη υπάρχον δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, που σε πρώτο χρόνο θα φέρνει το ρεύμα για τις εργασίες εγκατάστασης, ενώ αργότερα θα χρησιμοποιείται για να διοχετεύει με το παραγόμενο ρεύμα το δίκτυο.

Ήδη μόνο για τη δημιουργία ενός αιολικού πάρκου, η καταστροφή που συντελείται είναι ανυπολόγιστη. Κάποια τμήματα της καταστροφής είναι μη αναστρέψιμα, ενώ άλλα μπορούν να επανέλθουν με την πάροδο δεκαετιών:

  • Σε κάθε περίπτωση η χάραξη οδικού δικτύου, και η ισοπέδωση κορυφών ή άλλων τοποθεσιών, είναι παρεμβάσεις στο φυσικό τοπίο χωρίς επιστροφή. Οπτική όχληση και απώλεια τοπίων ανεκτίμητης αισθητικής και περιβαλλοντικής αξίας.
  • Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, πρέπει να λάβουμε υπόψη τη διάρκεια ζωής τέτοιων έργων. Όπως αποδεικνύεται από τα ήδη εγκατεστημένα πάρκα στη νότια Εύβοια, η απόδοση μιας ανεμογεννήτριας μειώνεται μέσα σε 20 χρόνια, καθιστώντας μη συμφέρουσα τη συνέχεια της λειτουργίας της. Ή αντικατάσταση ενός τέτοιου μεγέθους έργου δεν συνίσταται επίσης. Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία νεκροταφείων ανεμογεννητριών στις κορυφογραμμές των βουνών, και πέριξ, συνθήκη που νομικά ενισχύεται από τη μη δέσμευση των εταιριών να αποκαταστήσουν τη ζημιά στο περιβάλλον (αλήθεια πώς θα γινόταν κάτι τέτοιο;)
  • Τα υλικά από τα οποία φτιάχνονται τα πτερύγια θέλουν εκατοντάδες χρόνια για να διασπαστούν. Λαμβάνοντας υπόψη πως βγαίνουν εκτός λειτουργίας μετά από 20 χρόνια, καταλαβαίνουμε πως θα δημιουργηθούν σωροί από τεράστια πλαστικά απορρίμματα, οι οποίοι κάπου θα πρέπει να «εκταφούν». Χαρακτηριστικές είναι οι εικόνες νεκροταφείων πτερυγίων ανεμογεννητριών στις ΗΠΑ, όπου δεσμεύονται αχανείς εκτάσεις μόνο για αυτόν τον σκοπό.
  • Η ένταση και η έκταση των βιομηχανικών έργων, ειδικά μέσα σε προστατευόμενες περιοχές, αποτελούν απειλή για όλα τα ενδημικά είδη πανίδας και χλωρίδας. Ενδεικτικά αναφέρουμε πως για τα πουλιά αυξάνεται η θνησιμότητα, καθώς κάποια προσκρούουν στα πτερύγια των ανεμογεννητριών, εκτοπίζονται, μειώνεται η αναπαραγωγική τους επιτυχία. Αυτές οι επιπτώσεις προκύπτουν και από τα συνοδά έργα, και όχι μόνο από τα μεγαθήρια των αιολικών πάρκων (στοιχεία από την «Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία»).
  • Τέλος είναι σημαντικές και οι επιπτώσεις στον υδροφόρο ορίζοντα των περιοχών, επηρεάζοντας πολύ μεγαλύτερο κομμάτι του οικοσυστήματος, από αυτό που «φιλοξενεί» τις αιολικές εγκαταστάσεις.

Παραπάνω κάναμε μία προσπάθεια να παραθέσουμε κάποιες από τις πιο σημαντικές επιπτώσεις που έχει αρχικά η εγκατάσταση αιολικών πάρκων στο φυσικό τοπίο, και στη συνέχεια, να αντιληφθούμε τι αποτύπωμα θα αφήσει η λειτουργία τους, και η απόρριψή τους όταν θα δεν θα παράγουν αρκετά κέρδη για τα αιολικά κοράκια. Πριν προχωρήσουμε σε κάποια πρώτα συμπεράσματα, είναι κρίσιμο να τεθεί ακόμα ένα θέμα, που αφορά ευρύτερα το ζήτημα της ενέργειας.

Αφετηρία του προβληματισμού είναι το γεγονός πως οι ανεμογεννήτριες δεν μπορούν να δουλεύουν όλο τον χρόνο. Οι άνεμοι είναι απρόβλεπτοι και αλλάζουν συνεχώς, επομένως όταν φυσάει οι ανεμογεννήτριες δουλεύουν και παράγουν ρεύμα, ενώ όταν δεν φυσάει επαρκώς δεν δουλεύουν. Όμως ,κάθε αιολικό πάρκο οφείλει να παράγει συγκεκριμένα ποσά ενέργειας κάθε μέρα, όπως ορίζεται από τη συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ εταιρίας και Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ): Θεωρητικά η συμφωνία αυτή απαντάει στις ενεργειακές ανάγκες ενός τόπου· πρακτικά ρυθμίζεται από τις ανάγκες της αγοράς! Αν λοιπόν ένα αιολικό πάρκο παράξει λιγότερη ενέργεια από αυτή που προβλέπεται, θα πρέπει να φροντίσει να καλύψει το κενό με άλλο τρόπο. Ο τρόπος αυτός είναι είτε μέσα από την παραδοσιακή επεξεργασία του λιγνίτη, είτε από μονάδες που επεξεργάζονται φυσικό αέριο. Θεωρητικά -και πάλι- μειώνεται η χρήση ορυκτών καυσίμων για παραγωγή ενέργειας, αλλά δεν υποκαθίστανται ποτέ. Αιολικά και ορυκτά πάνε πακέτο, και σε αυτό το σημείο αποδομείται το βασικό επιχείρημα περί «πράσινης ανάπτυξης», αυτό της αντικατάστασης των παραδοσιακών, ανθυγιεινών πηγών ενέργειας από ανανεώσιμες, υγιεινότερες και πιο φιλικές στο περιβάλλον. Λαμβάνοντας υπόψη και τις περιβαλλοντικές και γεωλογικές επιπτώσεις, είναι δόκιμο να αναρωτηθούμε και να επιστρέψουμε στο κράτος και στους καπιταλιστές τα εξής ερωτήματα:

  • Πόσο πράσινη είναι τελικά αυτή η «ανάπτυξη»;
  • Μήπως τελικά η πράσινη ενέργεια ανέρχεται ως ακόμα ένας κλάδος της ενέργειας, και όχι ως τομή, όπως παρουσιάζεται;

Κλείνοντας, για να τοποθετήσουμε το όλο ζήτημα στην αγωνιστική του διάσταση, πρέπει να αναφέρουμε τους αγώνες που πυκνώνουν τους τελευταίους μήνες, και βάζουν στο προσκήνιο το περιβαλλοντικό ζήτημα. Τα αιολικά είναι η αιχμή, με κορυφαίο τον αγώνα για την υπεράσπιση των Αγράφων, ενώ κόσμος κινητοποιείται ήδη στην Οίτη, την Εύβοια, της οποίας το νότιο κομμάτι έχει ριμαχτεί από την αιολική βιομηχανία, τη Βασιλίτσα, τη Ζήρεια, τον Λάκμο, την Κρήτη, την Τήνο, την Άνδρο, τα όρη Βάλτου κ.α.

Το καλοκαίρι είναι ιδανική εποχή για να προχωρήσουν οι εργασίες στα μεγάλα υψόμετρα, καθώς ο καιρός το επιτρέπει. Είναι επόμενο πως τους προσεχείς μήνες θα ενταθούν τόσο οι κινήσεις των εταιριών, πάντα συνεπικουρούμενες από αστυνομικές δυνάμεις, όσο και οι κινητοποιήσεις κατοίκων, επισκεπτών και φίλων των βουνών και γενικότερα της φύσης.

Ακόμα ένα πεδίο αγώνα ενάντια στη λεηλασία της φύσης και της ίδιας της ζωής, ενάντια στις ορέξεις του κράτους και του κεφαλαίου, που ιδιοποιούνται αγνές, παρθένες και απάτητες περιοχές για λίγα ακόμα κέρδη. Μόνο όταν ξεμπερδέψουμε με αυτούς μπορούμε να απολαύσουμε μία ζωή απαλλαγμένη από καταπιέσεις, ιεραρχίες, εκβιασμούς και εκμετάλλευση, δίπλα και σε αρμονία με τη φύση.

Λίγα λόγιαμε αφορμή την εκκένωση της κατάληψης Θεμιστοκλέους 58

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΚΚΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ 58

Τη Δευτέρα 18 Μαΐου δυνάμεις της αστυνομίας εισέβαλλαν στο κτίριο της Θεμιστοκλέους 58,στα Εξάρχεια, όπου διέμεναν μετανάστες και μετανάστριες με τα παιδιά τους. Προχώρησαν σε εκκένωση του κτιρίου από τους κατοίκους του, καταστρέφοντας τις βασικές υποδομές (ρεύμα και νερό). Το κτίριο ήταν εγκαταλελειμμένο και από τον Φεβρουάριο του 2016 ξεκίνησε να χρησιμοποιείται ως χώρος αγώνα και στέγασης ανθρώπων που είχαν ανάγκη. Για άλλη μια φορά το υπουργείο ΠΡΟ.ΠΟ, με την ευγενική συνεισφορά των ΜΜΕ, για να νομιμοποιήσει την κίνησή του, αναφέρει πως οι συνθήκες διαμονής στο κτίριο ήταν άθλιες, και οι μετανάστ.ρι.ες θα μεταφέρονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το ίδιο βράδυ βέβαια, όσες και όσοι είχαν χαρτιά και δεν μεταφέρθηκαν στις κρατικές δομές, βρέθηκαν χωρίς στέγη στην πλατεία Εξαρχείων. Στέγη βρέθηκε μετά από πρωτοβουλίες αλληλέγγυου κόσμου – και μόνο.

Οι μαζικές μεταναστευτικές ροές στον Έβρο, στα μέσα του Φλεβάρη, αναζωπύρωσαν τα πολεμοχαρή και εθνικιστικά αντανακλαστικά του ελληνικού κράτους. Η ρητορική της εισβολής και του πολέμου, υποκινούμενη από την κυβέρνηση, με το απαραίτητο promotion από τα ελληνικά μίντια, ήταν αυτή που συσπείρωσε -και πάλι- τον εθνικό κορμό γύρω από το ζήτημα της υπεράσπισης των συνόρων. Έτσι, στα σύνορα της Ευρώπης-φρούριο, δίπλα στον ελληνικό στρατό και αστυνομία, ενισχυμένα από τις δυνάμεις της FRONTEX, παρατάχθηκαν οικειοθελώς ομάδες ένοπλων πατριωτών και παρακρατικών, κυνηγετικοί σύλλογοι, και άλλα καθάρματα. Παράλληλα, δεν έλειψαν οι χορηγίες από μεγάλες εταιρίες όπως η Superfoods Α.Ε. του Δ. Γιαννακόπουλου, που έστειλε κούτες με «υπερτροφές» για να στηρίξει τον «αγώνα» στα σύνορα.

Το μονομερές άνοιγμα των συνόρων από την πλευρά του τουρκικού κράτους αποτελεί μέρος του διακρατικού ανταγωνισμού μεταξύ των «προαιώνιων εχθρών» Ελλάδας-Τουρκίας. Κομμάτι του ίδιου ανταγωνισμού βέβαια είναι και η ελληνικής προέλευσης αφήγηση που βλέπει εισβολείς στο πρόσωπο των φτωχών και κολασμένων που στοιβάζονται στα ελληνοτουρκικά σύνορα στον δρόμο για μια καλύτερη ζωή. Συνέχεια αυτού του ανταγωνισμού είναι και οι ξυλοδαρμοί, τα ξεγυμνώματα, οι ληστείες, οι δολοφονίες με κρατική βούλα που βαφτίζονται fake news, ενώ είναι πέρα για πέρα αληθείς με βάση δημοσιευμένα στοιχεία που το αποδεικνύουν. Η από τα πάνω κινητοποίηση του εθνικού κορμού αποσκοπεί στο να δημιουργηθεί η κοινωνική βάση, που θα νομιμοποιήσει και θα υποστηρίξει τα συμφέροντα του ελληνικού κράτους σε αυτόν τον ανταγωνισμό. Η κρατική αφήγηση πέτυχε την όξυνση του αντιτουρκικού «αισθήματος», επιχειρώντας να ενισχύσει τα ελληνικά συμφέροντα στην περιοχή της Μεσογείου γύρω από το ενεργειακό, το ζήτημα της ΑΟΖ και των υποθαλάσσιων αγωγών. Παράλληλα, η τροφοδότηση του ρατσιστικού μένους κατά των μεταναστών, ανέδειξε για ακόμα μια φορά πως οι μετανάστ.ρι.ες αποτελούν βασικό τμήμα του πλεονάζοντος πληθυσμού για το ελληνικό κράτος – καθώς και την πάντα κατάλληλη «απειλή» απέναντι στην οποία πρέπει να αμυνθούμε ενωμένοι.

Η διαχείριση της «πανδημίας» του κορωνοϊού έδωσε το κατάλληλο περιβάλλον ώστε να βαθύνει η κρατική πολιτική που αφορά τους από τα κάτω. Σε σχέση με το μεταναστευτικό, οι «υγειονομικοί λόγοι» αποτέλεσαν την τέλεια αφορμή για να εκκενωθεί το κτίριο Γκίνη του ΕΜΠ, στο οποίο έμεναν μετανάστ.ρι.ες έπειτα από προηγούμενη εκκένωση της Κοινότητας Κατάληψης Μπουμπουλίνας 42. Οι ίδιοι λόγοι ήταν αρκετοί, ώστε την ίδια στιγμή που το «υγιές» και παραγωγικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας κλήθηκε να παραμείνει σπίτι (εκτός βέβαια από τους υπαλλήλους supermarket, τους υγειονομικούς κλπ), κάποιοι και κάποιες στοιβάχθηκαν και απομονώθηκαν πλήρως σε φυλακές και κέντρα κράτησης, χωρίς επισκεπτήρια, χωρίς πρόσβαση σε περίθαλψη και υγειονομικές δομές, όπως επίσης και σε φαρμακεία ή καταστήματα ανεφοδιασμού. Στα Εξάρχεια, η ακόμα εντονότερη αστυνομική παρουσία, οι τραμπουκισμοί, οι εξευτελισμοί και οι συνεχείς έλεγχοι από τους μπάτσους, έδιναν ένα μήνυμα μέσα σε μία από τις πλέον φιλικές γειτονιές προς τον μεταναστευτικό πληθυσμό. Τέλος, είναι σημαντικό να προστεθεί πως από 31 Μαΐου ξεκινούν και πάλι οι εξώσεις για όσους έχουν πάρει άσυλο, που έμεναν σε διαμερίσματα, εκμισθωμένα από ευρωπαϊκά προγράμματα (δεν είναι το ελληνικό κράτος που «ταΐζει τους μετανάστες»).

Το επιβαλλόμενο από τα πάνω μερικό πάγωμα της καπιταλιστικής μηχανής στην περίοδο που μας πέρασε έχει ήδη επιφέρει συνθήκες ευνοϊκές για το κράτος και τα αφεντικά. Από τη μία το κράτος οχυρώνεται πίσω από τα μέτρα πειθάρχησης του πληθυσμού με αφορμή τον COVID-19, επιβάλλει νέα μοντέλα διαχείρισης, εντείνει και διευρύνει τα ήδη υπάρχοντα και επιχειρεί να προλάβει κάθε πιθανή σπίθα διαφορετικής αντίληψης της καθημερινότητας. Οι πλεονάζοντες πληθυσμοί διευρύνονται και η θέση τους βαθαίνει μέσα στην καπιταλιστική λαίλαπα. Κάθε παράδειγμα οργάνωσης των από τα κάτω έξω από τα κρατικά πρότυπα, θα χτυπιέται, θα καταστέλλεται και θα εξαφανίζεται από τη δημόσια σφαίρα. Έτσι, επιτυγχάνεται αφενός να διαλύονται ήδη υπάρχουσες κοινότητες και σχέσεις, και αφετέρου να δημιουργείται ένα προηγούμενο αποτρεπτικό για όλους και όλες τις εξαθλιωμένες να το επιχειρήσουν ώστε να ζούνε με τους δικούς τους όρους. Η συλλογική ζωή, η κάλυψη των αναγκών με μέσα που παρακάμπτουν την ιδιοκτησία και το εμπόρευμα, η άρνησή μας ενάντια σε φιλανθρωπίες τύπου ΜΚΟ, η απέχθεια απέναντι σε μπάτσους και λοιπούς παρατρεχάμενους δεν πρέπει να είναι στις επιλογές των από τα κάτω, καθώς αποτελούν μία επικίνδυνη ατραπό που το κράτος προσπαθεί να εξαφανίσει. Από την άλλη, τα αφεντικά δεν χάνουν στιγμή από το να υποτιμήσουν ακόμη περισσότερο την εργασία μας. Οι εργασιακές σχέσεις χειροτερεύουν με εργαλεία όμοια με την κρίση του 2008, με αναφορές για διαταξική συμφιλίωση για να γλιτώσουμε από την κρίση και επικλίσεις εθνικής ενότητας απέναντι στον κοινό εχθρό. Το μοίρασμα της χασούρας τους θα είναι μία συνθήκη που θα καλεστούμε να βιώσουμε τον προσεχή καιρό. Ένα μεγάλο κομμάτι των από τα κάτω θα πεταχτεί ακόμη περισσότερο στο περιθώριο και όποιος κόσμος παραμείνει στην πρότερη κατάσταση, θα τα βρει σίγουρα δυσκολότερα.

Οι καταλήψεις κτιρίων, εκτός από εργαλείο πολιτικού αγώνα, αποτελούν μια κοινωνικά κατατεθειμένη μέθοδο συλλογικής κάλυψης αναγκών. Στην κρίση που έρχεται, η πειθάρχηση των μεταναστών, ως τμήμα του πλεονάζοντος πληθυσμού, αποτελεί βασικό επίδικο για κράτος και αφεντικά, καθώς η αναδιάρθρωση της ταξικής πυραμίδας ξεκινάει συνήθως από τον πάτο της. Σε αυτό το πλαίσιο η καταστολή και η εκκένωση ενός υπό κατάληψη κτιρίου, πρέπει να ειδωθεί και υπό το εξής πρίσμα: Ως μία κίνηση περαιτέρω πειθάρχησης και μία επιχείρηση απονεύρωσης ενός ζωντανού παραδείγματος αυτοοργανωμένης, οριζόντιας και συλλογικής οργάνωσης της καθημερινής ζωής. Το ξεπέρασμα αυτής της κρίσης, όπως και κάθε κρίσης, επιχειρείται ήδη να στηθεί πάνω στις πλάτες μας. Ο πόλεμος ενάντια στους μετανάστες είναι πόλεμος ενάντια σε όλους τους καταπιεσμένους και τις εκμεταλλευόμενες. Να στήσουμε αναχώματα στις κρατικές πολιτικές πειθάρχησης, επιτήρησης και ελέγχου.

ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΩΝ

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΗ, ΣΥΝΟΡΑ, ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ – ΟΡΓΑΝΩΝΟΥΜΕ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΑΓΩΝΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΓΕΙΤΟΝΙΑ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ

Κατάληψη Δερβενίων 56

Mάιος 2020