Συγκέντρωση /Μικροφωνική στον Κολωνό

Με την οικονομική κρίση να κλονίζει για δεύτερη φορά μέσα σε μια δεκαετία το καπιταλιστικό οικοδόμημα -μια κρίση που θα “ξεπεραστεί” με την περαιτέρω εξαθλίωση της ζωής των φτωχών- και με τον πόλεμο στην Ουκρανία να πυροδοτεί ανεξέλεγκτες καταστάσεις για το μέλλον των λαών, οι φασίστες επιχειρούν να ξαναβγούν στο προσκήνιο σε θεσμικό (εκλογικές επιτυχίες σε Ιταλία και Γαλλία) ή “εξωθεσμικό” επίπεδο, πάντα λειτουργώντας ως μακρύ χέρι του κράτους και του κεφάλαιου. Συγκεκριμένα στο ελλαδικό χώρο επιχειρούν σήμερα να κερδίσουν το χαμένο έδαφος για να προστατεύσουν το χέρι αυτών που τους ταΐζει.Το ίδιο συμβαίνει και σε Κολωνό και Σεπόλια, δυο πολυεθνικές μεταναστευτικές γειτονιές της Αθήνας όπου φασιστικά μορφώματα επιχειρούν εδώ και χρόνια να διαχύσουν ρατσιστικές και φασιστικές αντιλήψεις και πρακτικές σε πλατείες, δρόμους, χώρους δουλειάς και σχολεία.Τόλμησαν ακόμα και να βγουν από τις κρυψώνες τους για να καταδικάσουν, δήθεν, τον πατριώτη παιδοβιαστή και μαστροπό Μίχο, επιχειρηματία και κατοικο της γειτονιάς.

Σαν αντιφασίστες / αντιφασίστριες δεν καθησυχαζόμαστε από δικαστικές αποφάσεις, γνωρίζοντας ότι ο φασισμός τσακίζεται στον δρόμο από τον κόσμο του αγώνα και περιφρουρούμε μαχητικά και οργανωμένα τις γειτονιές μας από κάθε λογής φασίστες. Πάντα ενάντια σε κράτος και αφεντικά.

 

Η χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε το 2008 και εκτυλίσσεται έως και σημερα , ήταν τόσο ισχυρή που επηρέασε τις πολιτικές ισορροπίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν, ως απότοκο της κρίσης αυτής σε εγχώρια κλίμακα, δημιουργήθηκε μια κατάσταση πολιτικής αστάθειας και απορρύθμισης. Ο κόσμος του αγώνα πρόταξε ισχυρή αντίσταση στα σχέδια του κεφαλαίου και του κράτους, που σκοπό είχαν την υποβάθμιση των ζωών μας μέσω της επίθεσης σε εργασιακά και κοινωνικά κεκτημένα. Ταυτόχρονα, είδαμε την ανάδυση ενός συρφετού οργανωμένων φασιστικών ομάδων. Ο βαθιά ριζωμένος επί δεκαετίες συντηρητισμός, ρατσισμός και μεγαλοϊδεατισμός κομματιού της ελληνικής κοινωνίας βρήκαν πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατάστασης η Χρυσή Αυγή, η οποία κατάφερε μέσω της φανερής υποστήριξης των αφεντικών, των ΜΜΕ και διαφόρων θυλάκων του κράτους, να συγκεντρώσει μεγάλα εκλογικά ποσοστά, να μπει στη Βουλή και να έχει παρουσία σε επίπεδο δρόμου, πάντοτε με τις πλάτες της αστυνομίας.

Οι ριζοσπαστικοί αντιφασιστικοί αγώνες εκείνη την περίοδο, από το 2009 έως το 2013, σε συνδυασμό με τις μαζικές συγκρουσιακές διαδηλώσεις που ακολούθησαν τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα, έστησαν αναχώματα και εδραίωσαν τη νικηφόρα παρουσία του αντιφασιστικού κινήματος στον δρόμο. Κομβικό σημείο της τότε συγκυρίας υπήρξε η οργανωμένη, καθημερινή σχεδόν, αντιφασιστική δράση από ομάδες και συλλογικότητες κυρίως του α/α χώρου καθώς και οι πολιτικές εκτελέσεις των φασιστών στο Ν. Ηράκλειο, οι οποίες έκαναν τους ακροδεξιούς να επιστρέψουν εκεί που θα καταλήγουν πάντα, στις τρύπες τους.

Ακολούθησε η «κατασταλτική» επιχείρηση εναντίον της Χρυσής Αυγής, καθώς ο χρήσιμος ρόλος της για το κεφάλαιο και το κράτος είχε αρχίσει να υπερβαίνει τα όριά του, ενώ παράλληλα στήθηκε ένα μιντιακό πάρτι υπεράσπισης όλου του καθεστωτικού «δημοκρατικού τόξου». Η καταδίκη τους στο δικαστήριο, προϊόν της κοινωνικής πίεσης και των αντιφασιστικών αντανακλαστικών που επέδειξε ένα αποφασιστικά σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας, έκλεισε έναν κύκλο, αλλά η συσσωρευμένη εμπειρία των τελευταίων χρόνων δεν άφησε κανέναν αντιφασίστα και καμία αντιφασίστρια να πιστεύει πως η αστική δικαιοσύνη θα μπορούσε να σταθεί αρκετή για την αντιμετώπιση του φαινομένου του φασισμού. Άλλωστε κάτι τέτοιο θα σήμαινε πως η αστική δημοκρατία θα μπορούσε να καταργήσει ένα δημιούργημα γεννημένο από τα σπλάχνα της καπιταλιστικής πραγματικότητας, την οποία υπερασπίζεται και προστατεύει.

Μετά από όλα αυτά τα χρόνια πυκνών πολιτικών εντάσεων και αστάθειας, ο Σύριζα, επιχειρώντας να κεφαλαιοποιήσει τους πολιτικούς αγώνες των κοινωνικών κινημάτων, κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές του 2015 και να συγκυβερνήσει μαζί με τους Ανεξάρτητους Έλληνες του ακροδεξιού Πάνου Καμμένου. Στην τετραετία αυτή, οι φασιστικές ομάδες, αποδυναμωμένες πλέον, είχαν μικρή έως μηδαμινή παρουσία σε επίπεδο δρόμου. Σε αυτό βέβαια δεν έπαιξε κανένα ρόλο η αριστερή διαχείριση του κράτους, η οποία κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής της θητείας συνέχισε το κατασταλτικό και φιλοπόλεμο έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων, γκρεμίζοντας καταλήψεις και δολοφονώντας μετανάστες στο Αιγαίο και στον Έβρο με αμείωτο ρυθμό.

Με το πέρας της αριστερής αυτής διακυβέρνησης, οδηγηθήκαμε στην επάνοδο της δεξιάς, η οποία προκειμένου να διασφαλίσει την “αριστεία”, στελέχωσε τον κοινοβουλευτικό της σχηματισμό, με “πρώην” ακροδεξιές τηλεπερσόνες. Με κεντρικές πολιτικές υποσχέσεις για τους ψηφοφόρους της την επαναφορά της τάξης και της ασφάλειας στα Εξάρχεια και την ανατροπή της “προδοτικής συμφωνίας των Πρεσπών”, η Νέα Δημοκρατία έδωσε πάτημα στον ακροδεξιό εσμό, ο οποίος έκανε ξανά μια σπασμωδική αλλά εμφατική επανεμφάνιση στα “μακεδονικά” συλλαλητήρια, ενισχύοντας τελικά την πορεία του νεοφιλελεύθερου κόμματος προς την εξουσία.

Στην εξίσωση της κοινωνικής πραγματικότητας ήρθαν να προστεθούν και τα δύο χρόνια υγειονομικής κρίσης και καραντίνας. Ο δημόσιος λόγος κατακυριεύτηκε από συνωμοσιολογικές αφηγήσεις. Αυτό συνέβη διότι φαινόμενα παγκόσμιας κλίμακας, όπως αυτό του covid, είναι δύσκολο να εξηγηθούν μέσα από μια ανάλυση που λαμβάνει υπόψη της τόσο τους οικονομικο-κοινωνικούς συσχετισμούς όσο και τις ενδοσυστημικές αντιθέσεις που καθορίζουν τη διαχείρισή του. Αντ’ αυτού οι άνθρωποι ψάχνουν να βρουν εύκολες απαντήσεις, που, στην ουσία τους, αντιλαμβάνονται τον καπιταλισμό μέσα από μια φετιχοποιημένη οπτική. Κάποιοι, που κανείς ποτέ δεν γνωρίζει με σιγουριά αλλά πάντα προσωποποιούνται σε κάποια ομάδα, είτε είναι Εβραίοι, είτε είναι κομμουνιστές, είτε κάποιοι αφηρημένα πάντα κακοί, πλούσιοι, εχθρικοί, ξένοι, προδότες, διεφθαρμένοι πολιτικοί, επιβουλεύονται τον κόσμο για τους μοχθηρούς τους σκοπούς. Η κατάληξη αυτής της λογικής είναι η απομάκρυνση από ένα ριζοσπαστικό ταξικό περιεχόμενο και η συνδιαλλαγή, αν όχι η ταύτιση, με αντιδραστικές πολιτικές δυνάμεις. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως, πάνω σε αυτή τη βάση, δημιουργήθηκε ένα γόνιμο έδαφος για την επανεμφάνιση ακροδεξιών στοιχείων σε επίπεδο δρόμου, αρχικά με διάσπαρτα βαψίματα στην άδεια πόλη εν μέσω καραντίνας, αλλά και μετέπειτα με την ηγεμόνευση του κινήματος της άρνησης της πανδημίας από ακροδεξιούς.

Σήμερα, με την οικονομική κρίση να κλονίζει για δεύτερη φορά μέσα σε μια δεκαετία το καπιταλιστικό οικοδόμημα -μια κρίση που γνωρίζουμε καλά ότι θα “ξεπεραστεί” με την περαιτέρω εξαθλίωση της ζωής των φτωχών και των αποκλεισμένων-, και με τον πόλεμο στην Ουκρανία να πυροδοτεί ανεξέλεγκτες καταστάσεις για το μέλλον των προλεταρίων σε παγκόσμιο επίπεδο, οι φασίστες επιχειρούν να ξαναβγούν στο προσκήνιο, με την ακροδεξιά να εμφανίζεται ως ρυθμιστικός παράγοντας σε θεσμικό επίπεδο (νίκη της ακροδεξιάς Πελόνι στις εκλογές στην Ιταλία, μεγάλη εκλογική άνοδος της Λεπέν στη Γαλλία κτλ). Λειτουργώντας ως το μακρύ χέρι του κράτους και του κεφαλαίου, οι φασίστες επιχειρούν σήμερα να κερδίσουν το χαμένο έδαφος, προκειμένου να προστατεύσουν, με τους δικούς τρόπους, το χέρι αυτών που τους ταΐζει. Έχουν δώσει άλλωστε τα διαπιστευτήρια τους στο άμεσο παρελθόν, τσακίζοντας στο ξύλο λιμενεργάτες στο Πέραμα με τις ευλογίες του εφοπλιστικού κεφαλαίου, πραγματοποιώντας επίσημες επισκέψεις στην πρεσβεία της Κίνας για να αναλάβουν δράση για τα αφεντικά της Κόσκο, σακατεύοντας και δολοφονώντας μετανάστες, αναρχικούς και αγωνίστριες.

Την ίδια στιγμή, το ρωσικό κράτος θεώρησε συμφέρον για αυτό να ξεκινήσει μια πολεμική επιχείρηση εναντίων της Ουκρανίας, προκειμένου να επιλύσει τις πολιτικές και οικονομικές αντιφάσεις που αναδύονταν στο εσωτερικό του, αλλά και παράλληλα για να διαφυλάξει το γεωπολιτικό του συμφέρον έναντι του ΝΑΤΟ. Η εν λόγω σύγκρουση αποτελεί άλλο ένα στιγμιότυπο των ευρυτέρων γεωπολιτικών ανταγωνισμών, οι οποίοι όσο βαθαίνει η καπιταλιστική κρίση τόσο θα εντείνονται, δημιουργώντας πολέμους, μισαλλοδοξία και περαιτέρω φτωχοποίηση κλπ. Συνθήκες που προφανώς ευνοούνε την περαιτέρω ανάδυση αντιδραστικών αντιλήψεων και δυνάμεων, κάτι που παρατηρούμε να συμβαίνει παντού στην Δύση.

Όλα τα παραπάνω μαζί με απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων συνθέτουν το πολιτικό σκηνικό που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως αντιφασίστες προλετάριοι στο σήμερα. Σε επίπεδο ελληνικής πραγματικότητας, οι έλληνες φασίστες έχουν αντλήσει έμπνευση από τα φασιστικά τάγματα Αζόφ και ονειρεύονται μια αντίστοιχη συνθήκη, με τους εαυτούς τους νικητές στο εσωτερικό της χώρας. Άλλοι, ταυτίζονται με τη ρωσική πλευρά, θεωρώντας πως τα συμφέροντα της αστικής ρωσικής τάξης μπορούν να επιφέρουν στους προλετάριους κάτι πέρα από τον θάνατο στα πεδία της μάχης. Όλα αυτά ενώ βρισκόμαστε εν μέσω μιας ολοένα και περισσότερο κλιμακούμενης έντασης με την Τουρκία . Εμείς λέμε ότι όσο οι εθνικιστικές φωνές και από τις δυο πλευρές του Αιγίου θα πληθαίνουν, εμείς οφείλουμε να συνεχίσουμε την οργάνωση του ταξικού μας αγώνα. Να μην δώσουμε ούτε σπιθαμή γης στους φασίστες, να σταθούμε και πάλι αλληλέγγυα στους μετανάστες και τους πρόσφυγες, τις κυνηγημένες των πολέμων και της φτώχειας. Το βάρος της νέας κρίσης να μην πέσει για άλλη μια φορά στις πλάτες μας. Να μην γίνουμε κρέας για οβίδες, να μην ξεχάσουμε ποτέ ότι ο δικός μας πόλεμος είναι ταξικός.

ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΙ ΞΥΛΟ ΣΤΟΥΣ ΦΑΣΙΣΤΕΣ/ΕΙΡΗΝΗ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΟΥΝ ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΕΣ.

Πρωτοβουλία αντιφασιστών/ριών από Κολωνό και Σεπόλια

Αντιφασίστες, αντιφασίστριες από το κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά

Αντικρατική/αντιφασιστική διαδήλωση για τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα

Κυριακή 18/09 – 5:30, Κερατσίνι, Παύλου Φύσσα 60

Κάλεσμα για αντικρατικό/αντιφασιστικό μπλόκ στην διαδήλωση τιμής και μνήμης στον αντιφασίστα Παύλο Φυσσα.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ 2 ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΕΣ ΠΟΥ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΣΕ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΗΣ Χ.Α

Η αστική δικαιοσύνη και το πολιτικό προσωπικό της χώρας αναγκάστηκε να καταδικάσει την Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση. Η κυβέρνηση διαβλέποντας ότι μια ενδεχόμενη ατιμωρησία θα λειτουργούσε αποσταθεροποιητικά για την ίδια, αφού θα αναζωπύρωνε τα αντιφασιστικά-αντικυβερνητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας και θα όπλιζε το χέρι της λαϊκής αυτοδικίας, επιχείρησε με την καταδικαστική απόφαση να αφομοιώσει τις δυναμικές του αντιφασιστικού κινήματος και να εμφανιστεί σαν η κυβέρνηση που οδήγησε τους φασίστες στα δικαστήρια. Το πολύμορφο αντιφασιστικό κίνημα που αναπτύχθηκε τα προηγούμενα χρόνια στην κοινωνία ήταν αυτό που δεν επέτρεψε μια ενδεχόμενη ατιμωρησία αφού το πολιτικό κόστος για την Κυβέρνηση θα ήταν τεράστιο, αν κρίνουμε μόνο από τους 30.000 αντιφασίστες/ριες που περικύκλωσαν το εφετείο την ημέρα της απόφασης.Το πολιτικό προσωπικό και η αστική δικαιοσύνη επιχείρησε να «καθαρίσει» μέσα από την δίκη της Χρυσής Αυγής τις σχέσεις κράτους – παρακράτους. Την οργανική σχέση των ταγμάτων εφόδου με τους διοικητές των τοπικών Α.Τ., τις σχέσεις της Χ.Α. με μεγάλο-εργολάβους στο Πέραμα, τον δημοσιογραφικό οχετό που έσταζε δηλητήριο για τους μετανάστες και έδινε βήμα στους φασίστες ενώ συγκάλυπτε την δολοφονική τους δράση. Το μηντιακό σύστημα που διευκόλυνε την ναζιστική συμμορία, που ζητούσε μια “πιο σοβαρή” Χρυσή Αυγή, που δεν έβλεπε ούτε τις σβάστικες, ούτε τα ναζιστικά κηρύγματα, που στις τηλεοράσεις παρουσίαζε σαν ράκο τον Ρουπακιά, που διαφήμιζε τα παιδιά με τα μαύρα που πήγαιναν τις γριούλες στα atm. Επιχείρησε να ξελασπώσει την Cosco που στο λιμάνι του Πειραιά έδινε εντολή σε χρυσαυγίτες για να σπάσουν τις απεργίες των ναυτεργατών, την αστική δικαιοσύνη που επί δεκαετίες αθώωνε φασίστες στα δικαστήρια όταν συλλαμβάνονταν για την δολοφονική τους δράση. Επιχείρησε να καθαρίσει την ομάδα Δίας που παρακολουθούσε αμέτοχη να δολοφονούν τον Παύλο Φύσσα. Επιχείρησε με την καταδικαστική απόφαση εναντίον της Χρυσής Αυγής να παρουσιάσει την οργάνωση σαν παρθενογένεση και όχι σαν αυτό που πραγματικά υπήρξε: σαν μια Οργάνωση Νεοναζί φονιάδων, γέννημα θρέμμα του πολιτικού συστήματος, εργαλείο των αστικών κυβερνήσεων.

Το ποια τάξη υπηρέτησε και εναντίον ποιας τάξης συνεχίζει να στρέφεται φαίνεται ακόμα πιο καθαρά από τους στόχους που επέλεγαν να χτυπούν οι Ρουπακιάδες και τα «τάγματα εφόδου» τους: με επιθέσεις στο ντόπιο και ξένο προλεταριάτο, με δολοφονίες μεταναστών εργατών όπως ο Σαχζάτ Λουκμάν και ο Αλίμ Αμπντούλ Μάναν, με επιθέσεις σε δομές του κινήματος και σε κοινότητες μεταναστών. Απολαμβάνοντας το ακαταδίωκτο και την αστυνομική-δικαστική ασυλία επιδίωξαν να ηγεμονεύσουν στις γειτονιές, δίνοντας διαπιστευτήριά στις δυνάμεις του κεφαλαίου ότι είναι άξιοι να τους ανατεθεί μερίδιο της πολιτικής εξουσίας, όντας ικανοί να αντιμετωπίσουν ακόμα και ένοπλα το ανταγωνιστικό κίνημα.

Το αντιφασιστικό κίνημα, ο μαχητικός αντιφασισμός που κυρίως αναπτύχθηκε και έδρασε μέσα από τις γραμμές του αντιεξουσιαστικού χώρου, έδωσε την απάντηση στον φασιστικό οχετό. Χτύπησε τους φασίστες όπου τους βρήκε, έδωσε μάχες εμπροσθοφυλακής σε κάθε γωνία του ελληνικού χώρου, διεξήγαγε μια μεγάλης κλίμακας αντιφασιστική προπαγάνδα και παρήγαγε ριζοσπαστικό, επαναστατικό, αντιφασιστικό λόγο. Οι θεωρητικές επεξεργασίες, οι δυνάμεις, τα ρίσκα, η αυτοθυσία των αντιφασιστών κράτησαν τον αντιφασιστικό χαρακτήρα του δημοσίου χώρου και έστειλαν τους μισάνθρωπους νεοναζί και τους υπόλοιπους ακροδεξιούς- και πάλι-μακριά από το δρόμο.

Οι 2 αντιφασίστες αγωνιστές αποτελούν κομμάτι μιας ευρύτερης πολύμορφης και δυναμικής αντιπαράθεσης μεταξύ της αγωνιζόμενης κοινωνίας, του Κράτους και των φασιστών. Μιας αντιστασιακής παρακαταθήκης πλούσιας σε περιεχόμενα και δυναμικές οπού πρωτοπόρο τμήμα της υπήρξαν οι μαχητικοί αντιφασίστες και αντιφασίστριες που συγκρούστηκαν – και υλικά – χωρίς μικροκομματικές σκοπιμότητες και ιδιοτελή οφέλη με τους φασίστες. Αποτελούν κομμάτι της δικής μας «αντιφασιστικής νίκης» που κατατρόπωσε τον φασισμό στερώντας του ζωτικό χώρο στις γειτονιές και στον δημόσιο χώρο, μεταφέροντας τελικά μέσα από επίμονες και επίπονες προσπάθειες τον φόβο αποκλειστικά και μόνο στο απέναντι στρατόπεδο. Τέλος, αποτελούν τμήμα μιας πανελλαδικής στρατηγικής εξουδετέρωσης του φασισμού στη χώρα που στέρησε στους φασίστες πολιτικά γραφεία και πολιτικό οξυγόνο εξαφανίζοντας τους στις τρύπες τους. Η αλληλεγγύη μας λοιπόν στους 2 συντρόφους αποτελεί ταξικό – αντιφασιστικό καθήκον όσων συνεχίζουν να υπερασπίζονται την μαχητική αντιφασιστική παράδοση αυτού του τόπου, όσων συνεχίζουν να οπλίζονται απέναντι στον φασισμό και στο σύστημα που τον γεννά. Αποτελεί βασικό κόμβο πρόσδεσης όσων συνεχίζουν να υπερασπίζονται το πολυεθνικό προλεταριάτο απέναντι στις επιθέσεις των αφεντικών και των «ταγμάτων εφόδου» αναγνωρίζοντας ότι η πολιτική και ταξική οργάνωση του αποτελεί στρατηγικό και τακτικό επίδικο στον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

Στις 18.9.2022 οι δυνάμεις του μαχητικού αντιφασισμού θα δώσουν και πάλι το παρών στη γειτονιά της αντίστασης απέναντι στην κατοχή εκεί οπού στην «μάχη της ηλεκτρικής» οι αντάρτες του ΕΛΑΣ μαζί με κατοίκους κατάφεραν να συντρίψουν τους Γερμανούς κατακτητές. Εκεί που ο Παύλος Φύσσας στάθηκε με μαχητικότητα και αδιαλλαξία μπροστά στο χρυσαυγίτικο τάγμα εφόδου που επιτέθηκε δολοφονώντας τον, δίνοντας τη ζωή του μαχόμενος, υπερασπιζόμενος τα ιδανικά μιας ολόκληρης κοινωνίας που ζει σε καθεστώς οικονομικής επισφάλειας και ανελευθερίας. Ο Παύλος Φύσσας παρότι δεν ήταν ενταγμένος σε κάποιον πολιτικό χώρο ή συλλογικότητα ενσάρκωνε ορισμένα από τα στοιχεία εκείνα που συγκροτούν έναν ολοκληρωμένο αγωνιστή και άνθρωπο αφού κατάφερε σε μόλις λίγα δευτερόλεπτα πριν τον θάνατο του να επιδείξει γενναιότητα, συντροφικότητα και με ανεξάντλητη ανθρωπιά και δύναμη να αντιτάξει το σώμα και την αντιφασιστική ψυχή του οδόφραγμα απέναντι στον φόβο και την επιβολή της άτακτης φυγής.

Αντιφασίστες/ αντιφασίστριες από το κέντρο και τις γειτονίες της Αθήνας και του Πειραιά

Ο φασισμός δεν τσακίζεται με δημοκρατική φασαρία…

Αυτές τις μέρες συμπληρώθηκαν 7 χρόνια από το βράδυ της στοχευμένης δολοφονίας του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα – Killah P στο Κερατσίνι από το τοπικό τάγμα εφόδου καθαρμάτων της Χρυσής Αυγής, με τη συνενοχή της ελληνικής αστυνομίας. Ο Παύλος Φύσσας δολοφονήθηκε γιατί δεν έσκυψε το κεφάλι μπροστά στον εκφασισμό και τη σαπίλα που είχε πλημμυρίσει την ελληνική κοινωνία εκείνα τα χρόνια από άκρη σε άκρη αυτής της χώρας. Αντίθετα, ύψωσε το ανάστημά του και αντιστάθηκε. Τον σκότωσαν γιατί υπερασπίστηκε την παρέα του, την γειτονιά του, την τάξη του, την αξιοπρέπειά του, την αξιοπρέπεια όλων μας. Γι’αυτό δε θα ξεχάσουμε ποτέ ούτε θα συγχωρήσουμε τη δολοφονία του. Γι’αυτό όσες επιθέσεις και αν δεχτούν οι φασίστες ή τα γραφεία τους δε θα είναι ποτέ αρκετό.

Αυτές τις μέρες επίσης, στις 7/10, ολοκληρώνεται μετά από 5 ολόκληρα χρόνια η «περιβόητη» δίκη της Χρυσής Αυγής, με την ανακοίνωση της πρωτόδικης απόφασης για τους σχεδόν 70 κατηγορούμενους φασίστες, συμπεριλαμβανομένης της τότε ηγετικής ομάδας. Στη δίκη αυτή, εκτός από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και δύο ακόμα ανάλογης έντασης επιθέσεων (σε Αιγύπτιους αλιεργάτες και σε συνεργείο αφισοκολλητών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα), συνεξετάστηκαν 60 ακόμα σχετικές δικογραφίες για επιθέσεις χρυσαυγιτών (με σημαντικότερη τη δολοφονία του μετανάστη Σαχζάτ Λουκμάν το 2013 από δύο ναζιστικά καθάρματα), στο πλαίσιο της ένταξης ή και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης. Η δίκη αυτή λειτούργησε ως «πλυντήριο» για όσους εξέθρεψαν και καρπώθηκαν από την άνοδο του φασισμού στην ελλάδα, ενώ αποτέλεσε και αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης από τις εκάστοτε κυβερνήσεις.

Έχει ενδιαφέρον το πώς η Χρυσή Αυγή, για δεκαετίες μία ολιγομελής οργάνωση παρακρατικών και ναζί, έφτασε μέσα σε λίγα χρόνια να γιγαντωθεί, να αποκτήσει χιλιάδες μέλη και υποστηρικτές, με αποτέλεσμα να μπει στη Βουλή το 2012 με σχεδόν 500.000 ψήφους. Οι φασίστες αποτελούν διαχρονικά ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια του κράτους και του κεφαλαίου, εκεί όπου δεν φτάνει η βία των μπάτσων ή η προπαγάνδα των δημοσιογράφων. Η αστυνομική και δικαστική τους ασυλία ήταν πάντα χαρακτηριστική, είτε ως «αγανακτισμένοι πολίτες» στις συγκρούσεις πίσω από τα ΜΑΤ είτε ως «επιτροπές κατοίκων» στις πλατείες του κέντρου. Παράλληλα, με τις επιθέσεις σε μετανάστες, πολιτικούς αντιπάλους και κοινωνικούς χώρους προσπαθούσαν να κρατήσουν τρομοκρατημένα και πειθαρχημένα το πολυεθνικό προλεταριάτο και τα κινήματα, προς όφελος των αφεντικών τους.

Η περίοδος από το 2010 και μετά ήταν περίοδος έντονου κοινωνικού αναβρασμού και σημαδεύτηκε από εκτεταμένες συγκρούσεις και άγριες απεργίες έναντια στην οικονομική κρίση και τα σκληρά μέτρα που χτύπησαν ανελέητα τις κατώτερες κοινωνικά τάξεις. Η Χρυσή Αυγή με τη φασιστική της ατζέντα για άλλη μία φορά ανασύρθηκε για να επιτελέσει τον αντικοινωνικό της ρόλο, να χρησιμοποιηθεί ενάντια στους κοινωνικούς αγώνες, να αποπροσανατολίσει, να διασπάσει και να τρομοκρατήσει την κοινωνική βάση. Με την τεράστια προβολή τους από τα ΜΜΕ, την προστασία από το κράτος, τη χρηματοδότηση από το μεγάλο κεφάλαιο, τις ευχές του κλήρου και τη συνενοχή των κομμάτων κάθε απόχρωσης, οι φασίστες κατάφεραν να αποκτήσουν πρόσωπο, δύναμη και κοινωνική απήχηση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τελικά να μπουν στη Βουλή το 2012 ως τρίτο κόμμα με 7%, κάτι που τους ενίσχυσε οικονομικά ακόμα περισσότερο, με επίσημα κρατικά κονδύλια αυτή τη φορά. Γραφεία άνοιξαν σχεδόν σε όλη την επικράτεια, ενώ στην ασυλία τους προστέθηκε και η βουλευτική.  Έτσι, μαζί με τις φιέστες, τις παρελάσεις και τα συσίτια «μόνο για έλληνες» πολλαπλασιάστηκαν και τα πογκρόμ, οι επιθέσεις, η βία και ο τρόμος σε πλατείες και γειτονιές.

Θα ήταν όμως η μισή αλήθεια αν λέγαμε ότι η η άνοδος της Χρυσής Αυγής οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην τεράστια πριμοδότηση που δέχτηκε από τα «πάνω». Οι εθνικιστικές κορώνες, τα εθνικά ιδεώδη, ο μιλιταρισμός, το ρατσιστικό δηλητήριο, η μισαλλοδοξία, πασπαλισμένα με αντισυστημικό προφίλ και αντιμνημονιακή ρητορική, βρήκαν «φιλόξενα αυτιά» σε σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Μεγάλο κομμάτι της, ούτως ή άλλως, συντηρητικής και ρατσιστικής κοινωνίας, τα χρόνια της οικονομικής κρίσης μετατοπίστηκε προς την (ακρο)δεξιά, στρώνοντας το δρόμο στα φασιστικά τάγματα. Τα πιο σκοτεινά, μισανθρωπικά, σκατόψυχα ένστικτα βρήκαν τόπο και τρόπο για να εκφραστούν. Ευθύνη δεν έχουν μόνο όσοι στήριξαν ανοιχτά τη Χρυσή Αυγή αλλά και όσοι της έκλεισαν τα μάτι, επέδειξαν ανοχή ή αδιαφορία στην εγκληματική της δραστηριότητα. Το άλλο μισό της βαρβαρότητας είναι να την ανέχεσαι.

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα αποτέλεσε την αρχή του τέλους για τη Χρυσή Αυγή ως κοινοβουλευτική και κοινωνική δύναμη. Παρόλο που τα εντεταλμένα καθάρματα των ΜΜΕ προσπάθησαν στην αρχή να αποσιωπήσουν το περιστατικό, οι αντιδράσεις και οι δυναμικές διαδηλώσεις που ξέσπασαν άμεσα σε όλη τη χώρα ανάγκασε την κυβέρνηση Σαμαρά να κινήσει διώξεις για όλα αυτά που μέχρι τότε ήταν  «κοινό μυστικό». Ήταν μάλιστα μια καλή ευκαιρία να «καθαρίσει» το κόμμα του από τις σχέσεις με το κόμμα του Μιχαλολιάκου που έβγαιναν επικίνδυνα στη φόρα (βλέπε Κασιδιάρης-Μπαλτάκος). Ακόμα, να ξεπλύνει την αστυνομία και τους υπόλοιπους κρατικούς μηχανισμούς που προστάτευαν ή/και στελέχωναν τα φασιστικά τάγματα εφόδου. Να εντείνει την επίθεση στον αναρχικό χώρο και τους αντιφασίστες/στριες, εξισώνοντάς τους με τους χρυσαυγίτες βάσει της θεωρίας των «δύο άκρων». Τέλος, να βάλει χέρι στη μεγάλη δεξαμενή των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής και να συσπειρώσει την (ακρο)δεξιά για την επερχόμενη εκλογική «μάχη» με τον Σύριζα. Και ο Σύριζα βέβαια δεν έχασε την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τη δίκη κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, συντηρώντας το «αντιφασιστικό» προφίλ του για να ξεπλύνει τη μνημονιακή και αντεργατική πολιτική του.

Μέτα από 5 χρόνια δίκης λοιπόν, διασπάσεων, αλληλοκαρφωμάτων, κλαμμάτων, δηλώσεων μετανοίας και λοιπών αρχαιοελληνικών «στάσεων» απέναντι στη δικαιοσύνη, έφτασε η ώρα της απόφασης του δικαστηρίου. Να πούμε καταρχάς ότι η αστική δικαιοσύνη δεν ήταν ποτέ τυφλή ή ανεξάρτητη· ήταν πάντοτε βαθιά ταξική και κατευθυνόμενη. Είναι δεδομένο λοιπόν ότι οποιαδήποτε απόφαση θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα και τους συσχετισμούς όπως αυτοί αποτυπώνονται στο τωρινό πολιτικό και κοινωνικό πεδίο. Παρόλαυτα, δε θεωρούμε ότι θα μπορούσε ποτέ η εξουσία να τιμωρίσει πραγματικά τους φασίστες γιατί είναι δικά της «παιδιά» και ως τέτοια τους προστατεύει. «Ξέρουμε καλά ότι καμιά κυβέρνηση στον κόσμο δεν θέλει να τσακίσει στ’ αλήθεια τον φασισμό, γιατί οι αστοί θα χρειάζεται να καταφεύγουν σε αυτόν κάθε φορά που θα τους γλιστράει η εξουσία από τα χέρια». Αυτό αποδεικνύει άλλωστε και η ατιμωρησία που απολαμβάνουν διαχρονικά οι φασίστες και οι παρακρατικοί σε αυτό τον τόπο, μεταπολεμικά, μετεμφυλιακά και μεταπολιτευτικά. Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται βεβαίως και η πρόταση της εισαγγελέως στη δίκη, όπου εισηγήθηκε την απαλλαγή των φασιστών από τις κατηγορίες της «εγκληματικής οργάνωσης».

Όσον αφορά εμάς, δεν τρέφουμε καμία αυταπάτη για τη δικαιοσύνη και τους νόμους τους. Η ιστορία μας έχει διδάξει ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος για να αντιμετωπίζεις τους ναζί και αυτός δε χωράει στα αστικά δίπολα «ενοχής» ή «αθωότητας», τον θεσμικό δήθεν αντιφασισμό  ή τις άνευρες δηλώσεις «καταδίκης των ναζί». Η μόνη γλώσσα που μιλάνε οι φασίστες είναι η βία και σε αυτή πρέπει να τους απευθυνόμαστε. Παράλληλα, το τέλος της δίκης θα αποτελέσει και το σημείο μηδέν για την επανεκκίνηση της Χρυσής Αυγής, αλλά και των υπόλοιπων μορφωμάτων που δημιουργήθηκαν από αυτήν, στο κομμάτι του «δρόμου». Άλλωστε, η δυναμική τους δε χάθηκε ποτέ αλλα «διαχύθηκε» ευρύτερα κοινωνικά. Είναι αυτοί που ξερνούν καθημερινά το φασιστικό και ρατσιστικό τους δηλητήριο στα social media, που επιτίθονται σε μαθητικές καταλήψεις, που μπλοκάρουν τους δρόμους αφήνοντας νηστικά προσφυγόπουλα, που δολοφόνησαν τον Ζακ-Zackie Oh μέρα μεσημέρι στην Ομόνοια. Δε θα πρέπει λοιπόν να τους επιτρέψουμε να ξανασηκώσουν κεφάλι αλλά να τους το σπάσουμε, άμεσα και αποφασιστικά. Σε μια περίοδο που η φασιστική ατζέντα είναι επίσημα η ατζέντα του κράτους, όπου μαίνεται ο πόλεμος απέναντι στον αναρχικό χώρο, στους μετανάστες/στριες και την κοινωνία, να ενδυναμώσουμε τους κοινούς αγώνες μας, την αλληλεγγύη, τον πόλεμο σε κράτος, κεφάλαιο και τους φασίστες τους, με κάθε μέσο και με όλα.

Γι’αυτούς τους λόγους λοιπόν, στις 7 του Οκτώβρη το πρωί θα είμαστε έξω από το Εφετείο, απέναντι στους χρυσαυγίτες, τους ένστολους κρατικούς προστάτες τους, τη δικαστική εξουσία, τους πολιτικούς πάτρωνές τους, φωνάζοντας πως:

ΟΥΤΕ ΜΕ ΚΑΤΑΔΙΚΕΣ ΟΥΤΕ ΜΕ ΦΥΛΑΚΕΣ – Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΤΣΑΚΙΖΕΤΑΙ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΣΤΙΓΜΗ, ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ, ΣΤΙΣ ΠΛΑΤΕΙΕΣ, ΣΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΥ…

PDF

Ενημέρωση από την πορεία του Σαββάτου 20/4 ενάντια στον εθνικισμό, τον φασισμό, τον πόλεμο και την ειρήνη των κυρίαρχων

Περισσότεροι/ες από 500 διαδηλωτές/τριες πορευτήκαμε από κοινού το πρωί του Σαββάτου 20/4 στην Αθήνα ενάντια στον εθνικισμό, τον μιλιταρισμό, τον φασισμό, τον πόλεμο και την ειρήνη των κυρίαρχων. Η συγκέντρωση είχε καλεστεί στο Μοναστηράκι και διήρκησε μιάμιση ώρα με μικροφωνική, διάβασμα αποσπασμάτων από προκηρύξεις και μοίρασμα κειμένων ενώ η διαδήλωση κινήθηκε με παλμό, συνθήματα, τρικάκια και μοίρασμα κείμενων μέσω της οδού Αθηνάς στην Ομόνοια και μέσω της Γ’ Σεπτεμβρίου στην πλατεία Βικτωρίας, όπου και ολοκληρώθηκε.

Είχαν προηγηθεί αφισοκολλήσεις, μοιράσματα κείμενων και αναρτήσεις πανό σε πολλές περιοχές της Αθήνας και του Πειραιά και 2 προπαγανδιστικές μοτοπορείες, η μία σε γειτονιές του κέντρου της Αθήνας ( https://athens.indymedia.org/post/1597231/ ) και η δεύτερη σε συνοικίες της δυτικής Αθήνας και του Πειραιά ( https://athens.indymedia.org/post/1597284/ ).

Ενάντια στον εθνικισμό, τον μιλιταρισμό, τον φασισμό
Ενάντια στον πόλεμο και την ειρήνη των κυρίαρχων

Αναρχικές συλλογικότητες, στέκια, καταλήψεις, συντρόφισσες, σύντροφοι

 

Σάββατο 20 Απριλίου, Μοναστηράκι: πορεία ενάντια στον εθνικισμό, τον μιλιταρισμό, τον φασισμό – τον πόλεμο και την ειρήνη των κυρίαρχων

Ενάντια στον εθνικισμό, τον μιλιταρισμό, τον φασισμό

Ενάντια στον πόλεμο και την ειρήνη των κυρίαρχων

Λίγοι μήνες έχουν περάσει από τα θλιβερά γαλανόλευκα καρναβάλια για την «μακεδονία ξακουστή» και τον εθνικό παροξυσμό. Ένα συνονθύλευμα από δεξιούς, ψεκασμένους, ελληνόψυχους, παπαδαριό, ναζί, (παρα)στρατιωτικούς και αριστερούς πατριώτες, που έχυσαν τόνους εθνικιστικού-ρατσιστικού-σεξιστικού δηλητηρίου, προσπάθησε να σπείρει το σκοτάδι του «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» και έστρωσε τον δρόμο στις κάθε λογής φασιστικές και ναζιστικές γκρούπες να ξαναβγούν στον δημόσιο χώρο και με τις πλάτες των αστυνομικών δυνάμεων να επιτεθούν σε κατειλημμένους χώρους, σε μετανάστριες-ες και αγωνιστές-τριες. Οι «γραφικοί» μακεδονομάχοι «νταντεύτηκαν» από όλο το καθεστωτικό φάσμα (κόμματα, ΜΜΕ κτλ.). Τροφοδοτήθηκαν από τον διάχυτο δημόσιο λόγο εθνικισμού, ρατσισμού, μιλιταρισμού˙ από τις ιαχές για τις «μάχες των υδρογονανθράκων» στο Αιγαίο, από την πριμοδότηση του πατριωτισμού ως «υγιούς ιδεολογίας» από την κυβερνώσα αριστερά, από τη διαρκή ρητορεία για «εθνική ενότητα και ανάπτυξη», την Ελλάδα «ως ηγέτιδα δύναμη στα Βαλκάνια».

Σχετικά με τη  λεγόμενη «συμφωνία των Πρεσπών», αυτή αποτέλεσε στην πραγματικότητα (πέρα από τις κραυγές των προδομένων ελληνόψυχων) μια επιβεβαίωση της «νέας» εθνικής στρατηγικής για ισχυροποίηση της θέσης της Ελλάδας στο πλαίσιο κρατικών ανταγωνισμών και συγκέντρωσης κεφαλαίων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων. Η υπερπαραγωγή πατριωτικών λόγων για  «εθνική ενότητα» και «εθνική ανάπτυξη» είναι η βάση μιας επιθετικής στρατηγικής που εδώ και χρόνια στήνεται με: περαιτέρω αύξηση του διαχρονικά διογκωμένου προϋπολογισμού των ενόπλων δυνάμεων (3,32 δισ. ευρώ για το 2019), ενίσχυση των περιφερειακών συμμαχιών και κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με τα στρατοκρατούμενα κράτη του Ισραήλ και της Αιγύπτου, δαπανηρές αναβαθμίσεις των F-16 και παραγγελίες νέων φρεγατών για το πολεμικό ναυτικό, εντατικότερη στρατιωτικοποίηση για τις ΑΟΖ σε Κύπρο και Αιγαίο, με διασφάλιση εμπορικών συμφωνιών με ενεργειακούς κολοσσούς (TOTAL, MOBILκτλ). Ταυτόχρονα, αναβαθμίζεται ο ρόλος του ελληνικού κράτους στον ΝΑΤΟϊκό μηχανισμό (ΝΑΤΟϊκά drones στη Λάρισα, εγκατάσταση πυρηνικών στον Άραξο, μαχητικά αεροσκάφη και πολεμικά ελικόπτερα στο Άκτιο και το Στεφανοβίκειο, εγκατάσταση της Frontex στο Τυμπάκι της Κρήτης, ΝΑΤΟϊκό λιμάνι στην Αλεξανδρούπολη, ενίσχυση της βάση της Σούδας κ.ά.)  Παράλληλα, το ελληνικό κράτος αποτελεί το προκεχωρημένο φυλάκιο της «Ευρώπης Φρούριο», διεξάγοντας έναν αιματηρό πόλεμο κατά των μεταναστριών/ων στα σύνορα του Έβρου και στο Αιγαίο, στα στρατόπεδα και τα κέντρα «φιλοξενίας», στα κρατητήρια αστυνομικών τμημάτων, στους δρόμους των πόλεων: είτε γιατί οι ζωές και οι τόποι τους λεηλατήθηκαν από τον πόλεμο είτε γιατί λεηλατήθηκαν από την ειρήνη του καπιταλιστικού κόσμου.

Το δίπολο περί «αγνού» πατριωτισμού και «ακραίου» εθνικισμού είναι ψευδεπίγραφο καθώς και τα δύο χρησιμοποιούνται από την κυρίαρχη αφήγηση για να ενισχυθεί η εθνική συνείδηση, προκειμένου να αποκρυφτούν οι ταξικοί, ρατσιστικοί και έμφυλοι διαχωρισμοί και ιεραρχήσεις. Από το σχολείο και την εκκλησία, μέχρι τα ΜΜΕ και τον στρατό, από τα πρώτα βήματά μας επιχειρούν να μας εμποτίσουν με το εθνικιστικό δηλητήριο. Κάθε κράτος  επιδιώκει να δημιουργήσει στο φαντασιακό των υπηκόων του μια «κοινών συμφερόντων εθνική κοινότητα» την οποία οφείλουμε να υπερασπιζόμαστε. Γιατί είναι απαραίτητη ώστε να αποσιωπούνται οι μορφές καταπίεσης και εκμετάλλευσης και να αφομοιώνονται τα ριζοσπαστικά κινήματα. Και γιατί χωρίς μια  εθνική (και άρα διαταξική) συνείδηση δεν θα ήταν δυνατή η πολιτική συγκρότηση σε εθνικά κράτη, ούτε η νομιμοποίηση και εδραίωση των νέων ολοκληρωτισμών, μέσω της επέκτασης του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης και της στρατιωτικοποίησης των κοινωνιών, με τρόπο που να συμβαδίζει με τις ανάγκες του καπιταλισμού.

Η αριστερή διαχείριση ενισχύει την εθνική αφήγηση. Ήδη από το 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ προτάσσει την ταύτιση των εθνικών και ταξικών συμφερόντων με την εθνικιστική προμετωπίδα του «αριστερού πατριωτισμού». Οι περιβόητες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές και το δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015 αποτέλεσαν βασικό μηχανισμό εθνικοποίησης συνειδήσεων, επιβεβαίωση της ανάθεσης στους κρατικούς διαχειριστές  και μετατροπής κινημάτων σε συνοδοιπόρους των κρατικών πολιτικών στο όνομα της «μάχης ενάντια στους ξένους δανειστές για τη διάσωση της εθνικής οικονομίας και την αποκατάσταση της εθνικής υπερηφάνειας και αξιοπρέπειας».

Ο «αριστερός πατριωτισμός» και ο «δεξιός εθνικισμός» είναι όψεις της κυρίαρχης αφήγησης που έχει επιβληθεί: του έθνους-κράτους ως μοναδικής δυνατότητας κοινωνικής συγκρότησης. Του έθνους-κράτους που στη μεγάλη του αγκαλιά θα χωρέσουν όλες εκείνες οι ανταγωνιστικές σχέσεις, οι συγκρούσεις ανάμεσα στους καταπιεστές και τους καταπιεζόμενους/ες, τους εκμεταλλευτές και τους εκμεταλλευόμενους/ες, για να μπορεί διαρκώς  η «κανονικότητα» να θριαμβεύει.  Δολοφονίες στα σύνορα,  στρατόπεδα συγκέντρωσης, εντατικοποίηση της μισθωτής σκλαβιάς και της τρομοκρατίας της ανεργίας, αποκλεισμός/τιμωρία κάθε άλλης ταυτότητας που «ντροπιάζει» την αρρενωπότητα του έθνους, έλεγχος και καταστολή όλων αυτών που θα ονομαστούν περιττοί/ές (μετανάστες/τριες, τοξικοεξαρτημένοι/ες, άστεγοι/ες κτλ), καταστολή όλων αυτών που στέκονται απέναντι σε αυτήν την «κανονικότητα» της ταξικής και κοινωνικής ειρήνης, που δεν θα φάνε το κουτόχορτο των «κοινωνικών και εθνικών συμβολαίων». Είτε αριστερός είτε δεξιός, ο πατριωτισμός στρώνει το έδαφος και συμβάλλει στην προώθηση του κοινωνικού εκφασισμού και της αιματοβαμμένης εθνικής ενότητας. Τα παραδείγματα των σχολείων στα οποία πραγματοποιήθηκαν καταλήψεις με εθνικιστικό περιεχόμενο, των φασιστικών πογκρόμ στην Κόνιτσα και τα Βίλια, της άρνησης των γονιών να στείλουν τα παιδιά τους σε σχολείο της Σάμου, στο οποίο θα παρακολουθούσαν μαθήματα παιδιά μεταναστών είναι χαρακτηριστικά φαινόμενα της περιόδου.

Το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και τα απολύτως υλικά αποτελέσματα που είχε για τις δυτικές κοινωνίες συνέβαλαν στη γιγάντωση του εθνικισμού, ο οποίος αποτελεί δοκιμασμένο εργαλείο διαχείρισης τέτοιων κρίσεων και ταυτόχρονα αντίβαρο σε μια πιθανή συνολική αμφισβήτηση του κρατικού-καπιταλιστικού οικοδομήματος. Αποτελεί βασικό κομμάτι του παγκόσμιου παζλ, το οποίο συνθέτουν στρατιωτικές επεμβάσεις, οικονομικές επενδύσεις, συμμαχίες και ανταγωνισμοί μεταξύ κρατών και μπλοκ εξουσίας. Η επανεμφάνιση του στρατού στις δυτικές μητροπόλεις και η στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας, ο  μιλιταρισμός ως κοινωνική μορφή οργάνωσης, οι χιλιάδες νεκροί, εκτοπισμένοι και έγκλειστοι μετανάστες και μετανάστριες μάς θυμίζουν ότι η «ειρήνη» των κυρίαρχων είναι η συνέχεια του πολέμου τους με άλλα μέσα. Η εμφάνιση «εξωτερικών εχθρών» και η απειλή ενός πολέμου, χρησιμοποιείται για την τρομοκράτηση της κοινωνίας και τη συσπείρωση και σύνταξή της γύρω από το κράτος. Αποτελεί μια τεχνική κοινωνικού ελέγχου, συνήθως όταν η εξυπηρέτηση των συμφερόντων των κυρίαρχων, πολιτικά και οικονομικά, προκαλεί ή πρόκειται να προκαλέσει έντονες αναταραχές στο εσωτερικό ενός κράτους.

Και, ναι μεν, ο «πόλεμος» διαφέρει ως προς την υλικότητα της στρατιωτικής σύγκρουσης και των θυμάτων από την «ειρήνη», αλλά είναι σε αυτήν την «ειρήνη» που βαθαίνουν και οξύνονται οι σχέσεις ιεραρχίας, πειθαρχίας, ανισότητας, εκμετάλλευσης, καταπίεσης και επιβολής διαχωρισμών. Οι σχέσεις, δηλαδή, που κάνουν δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ της «ειρήνης» και του «πολέμου» ώστε να συνεχίσουν να διαιωνίζονται απρόσκοπτα η ιεραρχία, η επιβολή, τα προνόμια και η αύξηση του πλούτου των κυρίαρχων και η διαρκής εξαθλίωση και υποτίμηση της ζωής των «από κάτω».

Για τους καταπιεσμένους/ες και τους εκμεταλλευόμενους/ες αυτού του κόσμου δεν αποτελεί λύση η εθνική συστράτευση, ούτε η επιλογή κάποιου επίδοξου «εθνοσωτήρα» δεξιού ή αριστερού. Δεν αποτελεί λύση η ανάθεση, η ψήφος και η συμμετοχή σε εκλογικές διαδικασίες και ψευτοδιλήμματα. Απέναντι στην εχθρότητα, την αλληλοεξόντωση, τον ανταγωνισμό μεταξύ των καταπιεσμένων, μοναδική διέξοδο αποτελεί ο αγώνας για την συνολική καταστροφή του κόσμου της εξουσίας, της εκμετάλλευσης και της υποταγής. Να σταθούμε ο ένας δίπλα στην άλλη, να οργανωθούμε μέσα από οριζόντιες, αντιιεραρχικές, αυτοοργανωμένες διαδικασίες και να παλέψουμε για την καταστροφή του κράτους, του καπιταλισμού, της πατριαρχίας.

Κανένα έθνος δεν μας ενώνει, κανένα όνομα δεν μας χωρίζει

Σύγκρουση με κράτος, αφεντικά, φασίστες

Η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας

Αγώνας για την κοινωνική επανάσταση, την κοινωνική απελευθέρωση

Πορεία Σάββατο 20 Απριλίου, Μοναστηράκι, 12μμ

Αναρχικές συλλογικότητες, στέκια, καταλήψεις, συντρόφισσες, σύντροφοι