Βία στη βία της εξουσίας – αφίσα για τη Νέα Σμύρνη
Να περάσουμε από τη διεκδίκηση στην επαναστατική προοπτική – Πορεία 6 Μαϊου Προπύλαια
Αλληλεγγύη στον αγώνα του απεργού πείνας Δημήτρη Κουφοντίνα – μέχρι το γκρέμισμα και της τελευταίας φυλακής
Για άλλη μια φορά, την τρίτη τα τελευταία χρόνια, ο πολιτικός κρατούμενος και μέλος της ε.ο.17Ν Δημήτρης Κουφοντίνας προχωρά σε απεργία πείνας, ξαναπιάνοντας το νήμα των αγώνων απέναντι στην κρατική και πολιτική εξουσία. Αιτία και πάλι η εκδικητική και αυθαίρετη μεταχείρισή του από τους κρατικούς μηχανισμούς, με μια σειρά ενεργειών που στόχο έχουν να κάμψουν το αγωνιστικό του φρόνημα και να τιμωρήσουν τη συνεπή, αμετανόητη στάση του απέναντι στο καθεστώς, όντας όμηρος για 18 χρόνια στα κελιά της ελληνικής δημοκρατίας σε μόνιμο καθεστώς εξαίρεσης και απομόνωσης. Στο πρόσωπό του χτυπιέται οποιο(α)σδήποτε επιχειρεί να αμφισβητήσει το κρατικό μονοπώλιο της βίας, να σπάσει την απόλυτη κυριαρχία της εξουσίας, κάθε κίνημα, κάθε αγώνας για την ανατροπή του συστήματος που γεννά και βασίζεται στην αδικία, την εκμετάλλευση, το θάνατο.
Τεράστια ευθύνη για τη μεθοδευμένη επίθεση στον Δημήτρη Κουφοντίνα φέρει η γενική γραμματέας «αντεγκληματικής πολιτικής» Σοφία Νικολάου, η οποία βρίσκεται σε ανοιχτό πόλεμο με τους χιλιάδες κρατούμενους/ες στις φυλακές όλης της χώρας. Η Σοφία Νικολάου, όντας στην αιχμή του κρατικού σχεδιασμού για τις φυλακές, ευθύνεται για την εγκληματική πολιτική στα «σωφρονιστικά» κάτεργα στους καιρούς του covid-19, καθώς και για μια σειρά νόμων και διατάξεων που στόχο έχουν να περιορίσουν ακόμα περισσότερο τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των κρατουμένων, να βάλουν ένα ακόμα λιθαράκι στο διαρκές έγκλημα που ονομάζεται φυλακή και στέρηση της ελευθερίας.
Η επίθεση στον Δημήτρη Κουφοντίνα δε μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από την επίθεση με όρους ασφυξίας στους αγώνες, τα κινήματα και την κοινωνία συνολικότερα, με την αιχμή του δόρατος να στρέφεται απέναντι στον αναρχικό χώρο, όντας το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι της. Έτσι, μαζί και με την επίθεση στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους αγώνα, την ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση των κατασταλτικών δυνάμεων, το νόμο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, την επίθεση στους πανεπιστημιακούς χώρους, τις κάθε είδους απαγορεύσεις, αποτελούν κομμάτια του ίδιου σχεδιασμού που στόχο έχει να καταστείλει και να φιμώσει κάθε ριζοσπαστική φωνή, κάθε απόπειρα των καταπιεσμένων να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους.
Φαίνεται λοιπόν πως η συνθήκη ολοκληρωτισμού και καταστολής στην οποία έχουν βυθίσει την κοινωνία, με πρόσχημα τη διαχείριση του covid-19, είναι η ιδανική για να ξεμπερδέψουν με το «μόνιμο αγκάθι» που ονομάζεται Δημήτρης Κουφοντίνας, είτε οδηγώντας τον στο θάνατο είτε προκαλώντας ανεπανόρθωτες βλάβες στην υγεία του. Είναι χρέος μας να μην επιτρέψουμε κάτι τέτοιο να συμβεί. Η νίκη του αγώνα του θα είναι μια ανάσα απέναντι στον εντεινόμενο αυταρχισμό του κράτους, για τις δύσκολες εποχές που ζούμε και για αυτές που έρχονται. Να σταθούμε δίπλα στους αγώνες των φυλακισμένων που αντιστέκονται και υψώνουν τη φωνή τους απέναντι στο τέρας του «σωφρονισμού». Να αγωνιστούμε από κοινού απέναντι στους γδάρτες των ονείρων μας, απέναντι στην κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα που χτίζει και έχει ανάγκη τις φυλακές.
Κράτη και κεφάλαιο οι μόνοι τρομοκράτες
Νίκη στην απεργία πείνας του αγωνιστή πολιτικού κρατούμενου Δ. Κουφοντίνα
Δύναμη στους συντρόφους απεργούς πείνας Γ. Δημητράκη, Ν. Μαζιώτη
Στηρίζουμε – συμμετέχουμε στην συγκέντρωση αλληλεγγύης την Παρασκευή 29/1 στα Προπύλαια στις 5μμ, όπως και σε κάθε κίνηση αλληλεγγύης στον απεργό πείνας Δ. Κουφοντίνα
Αφίσα για την καταστολή στα πανεπιστήμια
Αυτοκόλλητα για την απεργία πείνας, τις φυλακές, τα πανεπιστήμια, τους 8
Αφίσα και τρικάκια ενάντια στο καθεστώς έκτακτης ανάγκης
Ανάρτηση πανό και αναγραφή συνθημάτων ενάντια στην καταστολή και τις απαγορεύσεις των ημερών μας
Με πρόφαση την υγειονομική κρίση και ενώ το δεύτερο lockdown βρίσκεται σε ισχύ, το κράτος με τις ευλογίες των “ειδικών” του προέβη σε νέα μέτρα επιτήρησης και πειθάρχησης. Περιορισμός στις μετακινήσεις, ολική απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 9, αυξημένη αστυνομοκρατία. Παράλληλα με τις απαγορεύσεις, το κράτος και οι μηχανισμοί του επενδύουν σε ότι τους είναι απαραίτητο για την επιβίωσή τους, προσλαμβάνοντας καραβανάδες, ειδικούς φρουρούς και κάθε λογής μπάτσο αλλά και αναβαθμίζοντας τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τον στόλο τους. Ταυτόχρονα, εκμεταλλευόμενο την παρούσα συνθήκη, ετοιμάζει ένα σχέδιο εξάλειψης και των τελευταίων εργατικών κεκτημένων και αντιστάσεων. Το νομοσχέδιο που κατατίθεται προς ψήφιση συμπεριλαμβάνει τη θέσπιση της κατάργησης του 8ωρου, τις απλήρωτες υπερωρίες αλλά και ένα επιπλέον χτύπημα στο δικαίωμα της απεργίας. Τέλος, συνεχίζει την εγκληματική του διαχείριση στις φυλακές και τα κέντρα κράτησης μεταναστών, όπου ήδη μετράνε νεκρούς από τις (ούτως ή άλλως) απάνθρωπες συνθήκες κράτησης και συνωστισμού.
Μέσα στο γενικότερο κλίμα τρομοκράτησης, το κράτος απαγόρευσε όλες τις συγκεντρώσεις/πορείες για το τριήμερο του Πολυτεχνείου και οποιαδήποτε συνάθροιση άνω των τριών ατόμων, ενώ ο Χρυσοχοΐδης έκανε σαφές πως “δε θα γίνει καμία εξαίρεση” υπογραμμίζοντας πως “δυστυχώς οι δρόμοι και οι διαδηλώσεις κουβαλάνε ιό και γεννάνε αρρώστια.” Αγνοώντας το καθεστώς φόβου, σύντροφοι και συντρόφισσες έσπασαν στην πράξη την απαγόρευση ανοίγοντας τον χώρο του Πολυτεχνείου, ενώ ταυτόχρονα καταλήφθηκε και η πρυτανεία του ΕΜΠ στην Πολυτεχνειούπολη. Την επόμενη μέρα, η ΕΛ.ΑΣ. με συντονισμένη επιχείρηση εισέβαλε στους δύο πανεπιστημιακούς χώρους συλλαμβάνοντας 92 συντρόφους και συντρόφισσες. Οι κινήσεις αυτές ενόχλησαν το κυρίαρχο αφήγημα περί “εθνικής προσπάθειας ενάντια στην πανδημία” γι’αυτό και αντιμετωπίστηκαν με μηδενική ανοχή.
Την ημέρα της 17 Νοέμβρη ένας στρατός από χιλιάδες μπάτσους, αύρες και drones επιχείρησαν να επιβάλλουν εκ νέου το καθεστώς τρομοκρατίας και καταστολής. Σε όποιο μέρος υπήρχε καλεσμένη συγκέντρωση η παρουσία των μπάτσων στα σημεία και περιμετρικά αυτών, έκανε την πρόσβαση ουσιαστικά αδύνατη. Ο κόσμος που κατάφερε να συγκεντρωθεί στα Προπύλαια κυνηγήθηκε μέχρι το Μεταξουργείο. Ταυτόχρονα και μέχρι αργά το απόγευμα αγωνιστές/στριες συγκεντρώθηκαν σε γειτονιές της Αθήνας (Κυψέλη, Νέα Σμύρνη, Πετράλωνα, Σεπόλια, Βύρωνα, Αγία Παρασκευή, Περιστέρι) αλλά και σε πολλές πόλεις της επαρχίας, ενώ επίθεση έγινε και στο ΑΤ Συκεών Θεσσαλονίκης. Πολλές από αυτές τις συγκεντρώσεις-πορείες χτυπήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με αποτέλεσμα συλλήψεις και τραυματισμούς. Το σημαντικό όμως είναι πως αρκετός κόσμος δεν πειθάρχησε στις προσταγές του κράτους αλλά κατέβηκε αγωνιστικά και αποφασιστικά στο δρόμο σπάζοντας έμπρακτα τις απαγορεύσεις.
Παρά το καθεστώς φόβου που μας επιβάλλεται είναι απαραίτητο να επαναδιεκδικήσουμε το χαμένο δημόσιο χώρο, να βρούμε νέους διαύλους επικοινωνίας ανάμεσα στους αγώνες μας και να μην αφήσουμε καμία και κανέναν μόνο του απέναντι στη θηριωδία του κράτους. Η αλληλεγγύη πρέπει να ξαναποκτήσει ουσία τόσο στο λόγο μας όσο και στις πράξεις μας. Ταυτόχρονα, πρέπει να διεκδικήσουμε την παρουσία μας στο δρόμο, να αρνηθούμε τα εισπρακτικά μέτρα του κράτους και φυσικά να μην επιτρέψουμε στην κατασταλτική μανία να γίνει συνήθεια.
Σπάζοντας την καθημερινότητα του εγκλεισμού και προσπαθώντας να παραμείνουμε πολιτικά ενεργοί σε αυτή τη δυστοπική συνθήκη γράψαμε συνθήματα και αναρτήσαμε πανό σε διάφορα σημεία της μητρόπολης.
Αλληλεγγύη στους συλληφθέντες συντρόφους και συντρόφισσες
Συλλογική άρνηση πληρωμής προστίμων
Όλοι/ες στο δρόμο να σπάσουμε τις απαγορεύσεις και το φόβο
Κάτω τα χέρια από την κατάληψη Terra Incognita
Τα ξημερώματα της 17ης Αυγούστου, μπάτσοι όλων των ειδών (ΔΙΑΣ, Ζ, ΜΑΤ και ΟΠΚΕ) εισβάλλουν και εκκενώνουν μία από τις ιστορικότερες καταλήψεις της Θεσσαλονίκης, την Terra Incognita (ιδιοκτησίας ΑΠΘ) στο κέντρο της πόλης. H Terra Incognita δημιουργήθηκε το μακρυνό 2004 εν μέσω κρατικής υστερίας την περίοδο των ολυμπιακών αγώνων. Λίγες μέρες μετά, στις 23 Αυγούστου, αντίστοιχη επιχείρηση πραγματοποιείται στην κατάληψη Libertatia, κατά τη διάρκεια εργασιών ανοικοδόμησής της, η οποία είχε καεί ολοσχερώς από φασιστικό όχλο μετά το εθνικιστικό συλλαλητήριο του ’18.
Οι επιχειρήσεις αυτές έρχονται να προστεθούν στη μαινόμενη κρατική επίθεση απέναντι σε πολιτικούς χώρους και καταλήψεις, μετά και την τελευταία χρονικά εκκένωση στις 26 Ιουνίου της κατάληψης Δερβενίων 56 στα Εξάρχεια. Τα μέσα που χρησιμοποιεί το κράτος για να επιβάλλει την κυριαρχία του πολλαπλασιάζονται και γίνονται αντίστοιχα με την Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προσθήκη της ομάδας ΔΡΑΣΗ (πρώην ΔΕΛΤΑ) στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, μια κίνηση που δεν αφήνει αμφιβολίες σχετικά με τις ορέξεις του κράτους γύρω από τον έλεγχο και την καταστολή των αγωνιζόμενων κομματιών.
H κρατική καταστολή απέναντι στις καταλήψεις, είτε με όρους “αριστερής διαχείρισης” είτε με όρους “τάξης και ασφάλειας” όπως αυτοί αποτυπώνονται από την ακροδεξιά κυβέρνηση της ΝΔ, έχει πολλαπλές χρήσεις. Από την ικανοποίηση των αντιδραστικών αντανακλαστικών των ψηφοφόρων που ονειρεύονται “πάταξη της ανομίας” μέχρι τον παραδειγματισμό όλων όσων τολμούν να αγωνιστούν, η καταστολή αποτελούσε ανέκαθεν την βιτρίνα της κρατικής πολιτικής. Σε συνδυασμό μάλιστα με την προπαγάνδα των ΜΜΕ αλλά και τις εξοντωτικές ποινές/κατηγορητήρια που λειτουργούν με όρους πολιτικής/οικονομικής αφαίμαξης απέναντι στον κόσμο του αγώνα, δημιουργείται μια συνθήκη ασφυξίας.
Η συγκεκριμένη συνθήκη ξεφεύγει από τα στενά όρια του α/α χώρου και ακουμπάει πλέον και ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας. Η επιδημία του παρουσιάζεται ως άλλο ένα εμπόδιο που καλούμαστε να ξεπεράσουμε με “εθνική σύμπνοια” την ώρα που η διαχείρισή της αναδεικνύει τις οξύτατες ταξικές αντιθέσεις σε όλα τα πεδία. Για παράδειγμα ενώ ο τουρισμός “άνοιξε” ουσιαστικά χωρίς όρους προς τέρψιν των μεγάλων (ντόπιων/ξένων) αφεντικών του κλάδου, οι εργαζόμενες/οι βρίσκονται αντιμέτωποι με αναστολές συμβάσεων εργασίας αν οι επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται “πλήττονται”. Μέτρα τα οποία νομοθετήθηκαν με αφορμή την “υγειονομική” κρίση αλλά σίγουρα δοκιμάζονται για το μέλλον.
Ένα μέλλον το οποίο φαντάζει ζοφερό καθώς το κράτος και οι μηχανισμοί του επιχειρούν να πάρουν πίσω τα κεκτημένα χρόνων αλλά και να διεκδικήσουν ακόμα περισσότερα. Ένα μέλλον που εμείς μπορούμε να το φανταστούμε βιώσιμο μόνο με όρους αγώνα και αλληλεγγύης. Η αλληλεγγύη δεν είναι μια λέξη χωρίς νόημα και φυσικά δεν έχει όρους και προϋποθέσεις. Στεκόμαστε δίπλα σε αυτούς/ες που αγωνίζονται με συνέπεια και αξιοπρέπεια ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο. Στηρίζουμε τις καταλήψεις και τους κοινωνικούς αγώνες. Για να επιστρέψουμε, στο μέτρο των δυνάμεών μας, το φόβο στο αντίπαλο στρατόπεδο, να υπερασπιστούμε τους χώρους και τις ιδέες μας, να κάνουμε το πολιτικό κόστος ασήκωτο βάρος για την κυριαρχία. Και αν όλα αυτά φαίνονται μάταια, για μας μάταια και αναξιοπρεπής είναι η προκαθορισμένη και ελεγχόμενη ζωή στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος. Κουβαλάμε ένα νέο κόσμο στις καρδιές μας…
Τίποτα δε τελείωσε – Όλα συνεχίζονται
Αλληλεγγύη σημαίνει επίθεση
Κάτω τα χέρια από τις καταλήψεις
Με τα συντρίμμια των εισόδων των εκκενωμένων καταλήψεων να επιτεθούμε στον παλιό κόσμο
Την Παρασκευή 26/6 τα ξημερώματα το κράτος εισέβαλε στην κατάληψη Δερβενίων 56 στα Εξάρχεια, την οποία μετέπειτα εκκένωσε και σφράγισε. Είχε προηγηθεί ασφυκτική πίεση από κάθε λογής μπάτσους τριγύρω και μπροστά απ’την κατάληψη, ενώ τα καθεστωτικά media μέσω συνεχών ρεπορτάζ με πρόσχημα τη διακίνηση ναρκωτικών στη γειτονιά την στοχοποίησαν και έστρωσαν το δρόμο για την επικείμενη εκκένωσή της. Από την εκκένωση και μετά αναπτύχθηκε μια σειρά πολύμορφων και στοχευμένων δράσεων, δείχνοντας ότι τίποτα δε μένει αναπάντητο.
Το κτίριο της Δερβενίων 56, ιδιοκτησίας ΟΣΕ, καταλήφθηκε το 2015 για να στηρίξει έμπρακτα τους μετανάστες/στριες και τους αγώνες τους. Έκτοτε συμμετείχε σε μια πληθώρα κοινωνικών αγώνων ενώ αποτέλεσε το φυσικό χώρο για πολλές πολιτικές συλλογικότητες και συνελεύσεις. Το τελευταίο διάστημα και εν μέσω της συνεχιζόμενης κατασταλτικής πολιτικής του κράτους σε όλα τα μέτωπα, η Δ56 όντας μία από τις τελευταίες πολιτικές καταλήψεις του κέντρου έδωσε τη δυνατότητα και τον απαραίτητο ζωτικό χώρο στο κίνημα να αναπνεύσει και να οργανωθεί, κάτι που δεν πέρασε όπως φάνηκε απαρατήρητο από τους διώκτες της.
Αντιλαμβανόμαστε τις καταλήψεις ως μέσα και εργαλεία του αγώνα για την κοινωνική ανατροπή. Ως αναπόσπαστο κομμάτι του αναρχικού χώρου, ως έναν από τους τρόπους που οργανώθηκε και ρίζωσε αυτός στο μητροπολιτικό κέντρο, σε κάθε γειτονιά και πόλη από τη δεκαετία του ’80. Είναι οι τόποι που επί δεκαετίες όρθωσαν αναχώματα στις πολιτικές του κεφαλαίου, που δεν επέτρεψαν στους φασίστες να μετατρέψουν τις γειτονιές σε σφαγεία αλλά αντίθετα τους έχωσαν στις τρύπες τους, που αντιστάθηκαν στην αστυνομία και έδωσαν καταφύγιο στους κατατρεγμένους/ες. Χώροι όπου δομούνται συντροφικές σχέσεις και δοκιμάζονται οι αξίες και οι ιδέες μας. Χώροι στους οποίους αποφασίζεται και οργανώνεται η εξωστρεφή μας δράση και η συλλογική μας κίνηση στο δρόμο, εκεί όπου κρίνονται όλα. Μονάχα έτσι η αυτοοργάνωση γίνεται λέξη επικίνδυνη, οι καταλήψεις ορμητήρια αγώνων και όχι «νησίδες ελευθερίας», αυτοαναφορικότητας ή εναλλακτικής διασκέδασης. Η συμμετοχή μας στην Δ56 τον τελευταίο χρόνο σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και με αυτό το πολιτικό σκεπτικό την υπερασπίζεται, όπως και τις υπόλοιπες καταλήψεις και χώρους αγώνα.
Η καταστολή της Δ56 δε μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από την συνολικότερη στρατηγική της επίθεσης που έχει εξαπολύσει το κράτος στις καταλήψεις και τον κόσμο του αγώνα, αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, δημιουργώντας μια ασφυκτική συνθήκη τριγύρω τους. Μια επίθεση που αναζωπυρώθηκε εν μέσω αριστερής διαχείρισης και κορυφώθηκε με την (ακρο)δεξιά «επιστροφή στην ομαλότητα». Με την ανάληψη της εξουσίας, οι τωρινοί διαχειριστές επιχείρησαν να εφαρμόσουν με πυγμή το τρίπτυχο «τάξη-ασφάλεια-ανάπτυξη», τώρα που οι κοινωνικοί συσχετισμοί φαίνεται προσωρινά να τους το επιτρέπουν. Το μεταναστευτικό υποκείμενο και ο αναρχικός χώρος στοχοποιήθηκαν εξαρχής ως υπεύθυνοι για την «ανομία» και τα διάφορα «άβατα εγκληματικότητας», ως ο εχθρός που έπρεπε να παταχθεί καθώς στεκόταν εμπόδιο στην πολυπόθητη ανάπτυξη και ευημερία. Έτσι, σχεδόν αμέσως δεκάδες μεταναστευτικές και πολιτικές καταλήψεις, χώροι και υποδομές αγώνα σε όλη την επικράτεια βρέθηκαν στο στόχαστρο της καταστολής. Τα Εξάρχεια μετατράπηκαν σε αστυνομοκρατούμενη ζώνη, νέες και παλιές δικαστικές διώξεις και κατηγορητήρια στήθηκαν ή ανασύρθηκαν από τα συρτάρια, η παρουσία του α/α χώρου στο δρόμο και η ύπαρξή του εν γένει ποινικοποιήθηκε. Επίθεση που όμως δεν έμεινε πάντα χωρίς απάντηση. Αντιθέτως κάποιες φορές βρήκε σθεναρή αντίσταση, η οποία αμφισβήτησε την κρατική παντοδυναμία, καταρράκωσε το γόητρό της και επέστρεψε ένα ποσοστό βίας στους φορείς της. Όχι πάντα χωρίς κόστος, κερδίζοντας όμως πολύτιμο έδαφος για τον αναρχικό χώρο.
Πίσω όμως από τα διάφορα αφηγήματα, βρίσκεται η διαρκής προσπάθεια κράτους και αφεντικών να θωρακίσουν τα συμφέροντά τους απέναντι στην κοινωνική βάση. Στο παγκόσμιο τοπίο η καπιταλιστική σχέση αναδιαρθρώνεται, επαναδιατυπώνεται. Η συστημική κρίση της τελευταίας δεκαετίας και η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερο βάθεμα των κοινωνικών ανισοτήτων, περισσότερη εκμετάλλευση, καταπίεση, πόλεμο, ξεριζωμό. Το ανθρώπινο προσωπείο του καπιταλισμού κατέπεσε οριστικά και αποκαλύφθηκε η ωμή, αντικοινωνική βία του συστήματος. Οι άγριες, νεοφιλελεύθερες πολιτικές πλέον είναι μονόδρομος για την κυριαρχία και για να επιτευχθούν θα πρέπει να τσακιστεί κάθε κοινωνική αντίσταση, κάθε φωνή που δε μιλάει τη γλώσσα του αφέντη. Το αναρχικό-αντιεξουσιαστικό κίνημα έχει αποδείξει ότι είναι ικανό να ορθώσει εμπόδια στους κρατικούς σχεδιασμούς, να αποτελέσει τον καταλύτη που σε ώσμωση με άλλα ριζοσπαστικά κοινωνικά κομμάτια θα πυροδοτήσει δυναμικούς, βίαιους αγώνες και εξεγέρσεις. Η πάταξή του λοιπόν είναι αναγκαία συνθήκη ώστε να επιβληθεί σιγή νεκροταφείου στην κοινωνία.
Η νέα πολεμική τακτική που επιχειρείται, σε καμία περίπτωση δεν επαφίεται στις προσωπικές ορέξεις ενός ή δύο υπουργών, αλλά πρόκειται για σφαιρική και μεθοδική προσέγγιση της κυριαρχίας. Στόχος της να εκμεταλλευτεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά την υπάρχουσα κοινωνική αποσάθρωση, με σκοπό την ανασύνταξη και την οργάνωση όλων των κρατικών μηχανισμών. Να εξατομικεύσει, να απομονώσει και να καταστείλει όσους και όσες παρεκκλίνουν έμπρακτα από τη νέα πολιτική κανονικότητα. Να σκορπίσει το φόβο της τιμωρίας και την ανασφάλεια ενός διαρκούς κινδύνου, στα κομμάτια που αντιστέκονται και όχι μόνο. Πρόσφυγες, μετανάστριες, άνεργοι, εργαζόμενες, απεργοί, φυλακισμένες, φοιτητές, μαθήτριες, τοπικές κοινωνίες συνθέτουν το συνολικό μέτωπο προς πειθάρχηση και καταστολή. Έτσι, καλλιεργείται το κλίμα μιας πολυεπίπεδης απειλής στο εσωτερικό της χώρας, η οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα και χειρουργικά με όποιον τρόπο και να παρουσιαστεί. Ανάπτυξη, ανάπλαση, αναδιάρθρωση, ασφάλεια, εξωτερικός και εσωτερικός εχθρός δεν είναι έννοιες άσχετες μεταξύ τους. Πρόκειται για τη νέα ομπρέλα της κυρίαρχης πολιτικής, για ένα πολυσύνθετο ψηφιδωτό σχέσεων εξουσίας κάτω από την οποία υπάγονται και γαλουχούνται, πλέον, όλοι ανεξαρτήτως.
Η πρόσφατη «πανδημία» και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε αποτέλεσαν προνομιακό περιβάλλον για το κράτος και τα αφεντικά ώστε να μετατραπεί και αυτή η κρίση σε ευκαιρία για αυτούς. Με πρόσχημα τη διαχείρισή της πέρασαν εντελώς αναίμακτα σκληρά μέτρα, προωθώντας παράλληλα αναδιαρθρωτικές αλλαγές σε όλους τους τομείς – εργασιακά, κατασταλτικά, τεχνολογικά, περιβαλλοντικά. Το τέλος της καραντίνας και η «επανεκκίνηση της οικονομίας» επιτάχυναν μια σειρά σχεδιασμών που αφορούν τον εξευγενισμό και την ανάπλαση του μητροπολιτικού κέντρου και των όμορων περιοχών. Στόχος η μετατροπή τους σε αποκλειστικές καταναλωτικές και τουριστικές ζώνες, ολοκληρωτικά παραδομένες στις ορέξεις του κεφαλαίου. Ζώνες όπου οι φτωχοποιημένοι και πλεονάζοντες πληθυσμοί δε χωράνε, όπου η αλληλεγγύη και η κάθε λογής πολιτική δραστηριότητα πρέπει να εξοβελιστούν. Έτσι, ο δημόσιος χώρος συρρικνώνεται ακόμα περισσότερο, η αναβαθμισμένη ποσοτικά και υλικοτεχνικά αστυνομία πλημμυρίζει και ελέγχει κάθε γωνία του, κάθε πολιτική δραστηριότητα αποκλείεται από το ΕΜΠ που αποτελεί ιστορικά ένα σημαντικό κινηματικό χώρο, «απείθαρχες» πλατείες και γειτονιές μπαίνουν στο στόχαστρο, το ιστορικό κέντρο πεζοδρομείται σταδιακά εκτοπίζοντας κάθε άλλη δραστηριότητα, ο κατασταλτικός ρόλος του Δήμου Αθηναίων και της αστυνομίας του αναβαθμίζεται σημαντικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο «μεγάλος περίπατος» όπου, εκτός όλων των άλλων, συντελεί έναν πολεοδομικό αντιεξεγερτικό σχεδιασμό στο κέντρο της Αθήνας. Ο παραπάνω κεντρικός και πολύπλευρος σχεδιασμός «δένει» με το πρόσφατο νόμο για περιορισμό και εξονυχιστικό έλεγχο των διαδηλώσεων. Από τη μία επιχειρείται να αποτυπωθεί ο φόβος και η ηττοπάθεια στην πλευρά των αγωνιζόμενων, ενώ από την άλλη δίνεται το πράσινο φως και νομικά σε όλες τις κρατικές συμμορίες καταστολής για τα μελλοντικά κατασταλτικά όργια. Κάτι που συνέβη και στις 9/7, στις διαδηλώσεις ενάντια στο εν λόγω νομοσχέδιο την ημέρα της ψήφισής του στη Βουλή. Τα παραπάνω σημεία δίνουν το στίγμα της πολεμικής καθημερινότητας που λαμβάνει χώρα στους δρόμους της μητρόπολης και που μαίνεται με κάθε τρόπο και σε κάθε ένταση. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου ήταν οι πολυάριθμες εκκενώσεις καταλήψεων τον τελευταίο χρόνο. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου είναι και η εκκένωση της Δερβενίων 56. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου θα είναι και οι μελλοντικές κατασταλτικές κινήσεις που με μαθηματική ακρίβεια θα ακολουθήσουν στο μέλλον.
Διανύουμε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για την κοινωνία και τα κινήματα. Κράτος και κεφάλαιο εντείνουν ολοένα και περισσότερο την επίθεσή τους σε κάθε πεδίο του κοινωνικού. Στόχος τους να κυριαρχήσουν παντού, σε κάθε πτυχή της ζωής και της καθημερινότητας. Να βάλουν ταφόπλακα σε κάθε συλλογικό όραμα και διεκδίκηση, σε κάθε προοπτική αντίστασης και αγώνων. Να εξαφανίσουν τα κινήματα από τους δρόμους, εκεί όπου γράφεται η Ιστορία. Η ίδια η ύπαρξη των αναρχικών και το στίγμα τους στον κοινωνικό/ταξικό πόλεμο, τα ανατρεπτικά προτάγματα, ο αντικρατικός αγώνας, η επιθετική κίνηση και δράση είναι αντικείμενα προς εξόντωση. Τη σημασία των καταλήψεων στον κοινωνικό ανταγωνισμό την έχει αντιληφθεί πρώτα και καλύτερα η «απέναντι πλευρά», ίσως περισσότερο και από τα ίδια τα υποκείμενα του αγώνα. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η λυσσασμένη επίθεση του κράτους στους κατειλημμένους χώρους από την μία, το μούδιασμα, οι σπασμωδικές απαντήσεις ή η αποστασιοποίηση από την άλλη. Ο κατακερματισμός της αντίστασης είναι η ιδανική συνθήκη για το συνολικό σάρωμά μας. Η αλληλεγγύη με όσους δέχονται την κρατική καταστολή δεν είναι μια κούφια λέξη ή μια ιδεολογική a la carte επιταγή που περιμένει να πληρωθεί αλλά μια αναλλοίωτη επαναστατική αξία μεταξύ των καταπιεσμένων. Ή θα μοιραστούμε λοιπόν έναν κοινό αγώνα ή θα μοιραστούμε μια κοινή ήττα. Ή θα υπερασπιστούμε συλλογικά τις καταλήψεις και τα κοινωνικά κεκτημένα ή θα καταρρεύσουν σαν χάρτινοι πύργοι. Κάθε επίθεση στον κόσμο και τις δομές του αγώνα πρέπει να απαντιέται με δυσανάλογο πολιτικό κόστος για αυτούς. Ταυτόχρονα, η εμπλοκή μας και η σύνδεση με τους υπόλοιπους κοινωνικούς αγώνες είναι δυνατόν να οικοδομήσει ένα δυναμικό πλέγμα αντίστασης, ικανό να αποτρέψει την επέλαση της καταστολής και να οργανώσει την επίθεσή μας. Για την καταστροφή κεφαλαίου και κράτους, την κοινωνική επανάσταση, την Αναρχία. Στο χέρι όλων μας είναι να τους αποδείξουμε ότι η ιστορία όχι μόνο δεν τελείωσε, όπως δηλώνουν αυτάρεσκα, αλλά και τους χρωστάει μια θύελλα άγρια…
Έμπρακτη αλληλεγγύη στις καταλήψεις και τις δομές του αγώνα
Ραντεβού στους δρόμους και τα οδοφράγματα