Ανάρτηση πανό και αναγραφή συνθημάτων ενάντια στην καταστολή και τις απαγορεύσεις των ημερών μας

Με πρόφαση την υγειονομική κρίση και ενώ το δεύτερο lockdown βρίσκεται σε ισχύ, το κράτος με τις ευλογίες των “ειδικών” του προέβη σε νέα μέτρα επιτήρησης και πειθάρχησης. Περιορισμός στις μετακινήσεις, ολική απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 9, αυξημένη αστυνομοκρατία. Παράλληλα με τις απαγορεύσεις, το κράτος και οι μηχανισμοί του επενδύουν σε ότι τους είναι απαραίτητο για την επιβίωσή τους, προσλαμβάνοντας καραβανάδες, ειδικούς φρουρούς και κάθε λογής μπάτσο αλλά και αναβαθμίζοντας τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τον στόλο τους. Ταυτόχρονα, εκμεταλλευόμενο την παρούσα συνθήκη, ετοιμάζει ένα σχέδιο εξάλειψης και των τελευταίων εργατικών κεκτημένων και αντιστάσεων. Το νομοσχέδιο που κατατίθεται προς ψήφιση συμπεριλαμβάνει τη θέσπιση της κατάργησης του 8ωρου, τις απλήρωτες υπερωρίες αλλά και ένα επιπλέον χτύπημα στο δικαίωμα της απεργίας. Τέλος, συνεχίζει την εγκληματική του διαχείριση στις φυλακές και τα κέντρα κράτησης μεταναστών, όπου ήδη μετράνε νεκρούς από τις (ούτως ή άλλως) απάνθρωπες συνθήκες κράτησης και συνωστισμού.

Μέσα στο γενικότερο κλίμα τρομοκράτησης, το κράτος απαγόρευσε όλες τις συγκεντρώσεις/πορείες για το τριήμερο του Πολυτεχνείου και οποιαδήποτε συνάθροιση άνω των τριών ατόμων, ενώ ο Χρυσοχοΐδης έκανε σαφές πως “δε θα γίνει καμία εξαίρεση” υπογραμμίζοντας πως “δυστυχώς οι δρόμοι και οι διαδηλώσεις κουβαλάνε ιό και γεννάνε αρρώστια.” Αγνοώντας το καθεστώς φόβου, σύντροφοι και συντρόφισσες έσπασαν στην πράξη την απαγόρευση ανοίγοντας τον χώρο του Πολυτεχνείου, ενώ ταυτόχρονα καταλήφθηκε και η πρυτανεία του ΕΜΠ στην Πολυτεχνειούπολη. Την επόμενη μέρα, η ΕΛ.ΑΣ. με συντονισμένη επιχείρηση εισέβαλε στους δύο πανεπιστημιακούς χώρους συλλαμβάνοντας 92 συντρόφους και συντρόφισσες. Οι κινήσεις αυτές ενόχλησαν το κυρίαρχο αφήγημα περί “εθνικής προσπάθειας ενάντια στην πανδημία” γι’αυτό και αντιμετωπίστηκαν με μηδενική ανοχή.

Την ημέρα της 17 Νοέμβρη ένας στρατός από χιλιάδες μπάτσους, αύρες και drones επιχείρησαν να επιβάλλουν εκ νέου το καθεστώς τρομοκρατίας και καταστολής. Σε όποιο μέρος υπήρχε καλεσμένη συγκέντρωση η παρουσία των μπάτσων στα σημεία και περιμετρικά αυτών, έκανε την πρόσβαση ουσιαστικά αδύνατη. Ο κόσμος που κατάφερε να συγκεντρωθεί στα Προπύλαια κυνηγήθηκε μέχρι το Μεταξουργείο. Ταυτόχρονα και μέχρι αργά το απόγευμα αγωνιστές/στριες συγκεντρώθηκαν σε γειτονιές της Αθήνας (Κυψέλη, Νέα Σμύρνη, Πετράλωνα, Σεπόλια, Βύρωνα, Αγία Παρασκευή, Περιστέρι) αλλά και σε πολλές πόλεις της επαρχίας, ενώ επίθεση έγινε και στο ΑΤ Συκεών Θεσσαλονίκης. Πολλές από αυτές τις συγκεντρώσεις-πορείες χτυπήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με αποτέλεσμα συλλήψεις και τραυματισμούς. Το σημαντικό όμως είναι πως αρκετός κόσμος δεν πειθάρχησε στις προσταγές του κράτους αλλά κατέβηκε αγωνιστικά και αποφασιστικά στο δρόμο σπάζοντας έμπρακτα τις απαγορεύσεις.

Παρά το καθεστώς φόβου που μας επιβάλλεται είναι απαραίτητο να επαναδιεκδικήσουμε το χαμένο δημόσιο χώρο, να βρούμε νέους διαύλους επικοινωνίας ανάμεσα στους αγώνες μας και να μην αφήσουμε καμία και κανέναν μόνο του απέναντι στη θηριωδία του κράτους. Η αλληλεγγύη πρέπει να ξαναποκτήσει ουσία τόσο στο λόγο μας όσο και στις πράξεις μας. Ταυτόχρονα, πρέπει να διεκδικήσουμε την παρουσία μας στο δρόμο, να αρνηθούμε τα εισπρακτικά μέτρα του κράτους και φυσικά να μην επιτρέψουμε στην κατασταλτική μανία να γίνει συνήθεια.

Σπάζοντας την καθημερινότητα του εγκλεισμού και προσπαθώντας να παραμείνουμε πολιτικά ενεργοί σε αυτή τη δυστοπική συνθήκη γράψαμε συνθήματα και αναρτήσαμε πανό σε διάφορα σημεία της μητρόπολης.

Αλληλεγγύη στους συλληφθέντες συντρόφους και συντρόφισσες

Συλλογική άρνηση πληρωμής προστίμων

Όλοι/ες στο δρόμο να σπάσουμε τις απαγορεύσεις και το φόβο


Ο φασισμός δεν τσακίζεται με δημοκρατική φασαρία…

Αυτές τις μέρες συμπληρώθηκαν 7 χρόνια από το βράδυ της στοχευμένης δολοφονίας του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα – Killah P στο Κερατσίνι από το τοπικό τάγμα εφόδου καθαρμάτων της Χρυσής Αυγής, με τη συνενοχή της ελληνικής αστυνομίας. Ο Παύλος Φύσσας δολοφονήθηκε γιατί δεν έσκυψε το κεφάλι μπροστά στον εκφασισμό και τη σαπίλα που είχε πλημμυρίσει την ελληνική κοινωνία εκείνα τα χρόνια από άκρη σε άκρη αυτής της χώρας. Αντίθετα, ύψωσε το ανάστημά του και αντιστάθηκε. Τον σκότωσαν γιατί υπερασπίστηκε την παρέα του, την γειτονιά του, την τάξη του, την αξιοπρέπειά του, την αξιοπρέπεια όλων μας. Γι’αυτό δε θα ξεχάσουμε ποτέ ούτε θα συγχωρήσουμε τη δολοφονία του. Γι’αυτό όσες επιθέσεις και αν δεχτούν οι φασίστες ή τα γραφεία τους δε θα είναι ποτέ αρκετό.

Αυτές τις μέρες επίσης, στις 7/10, ολοκληρώνεται μετά από 5 ολόκληρα χρόνια η «περιβόητη» δίκη της Χρυσής Αυγής, με την ανακοίνωση της πρωτόδικης απόφασης για τους σχεδόν 70 κατηγορούμενους φασίστες, συμπεριλαμβανομένης της τότε ηγετικής ομάδας. Στη δίκη αυτή, εκτός από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και δύο ακόμα ανάλογης έντασης επιθέσεων (σε Αιγύπτιους αλιεργάτες και σε συνεργείο αφισοκολλητών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα), συνεξετάστηκαν 60 ακόμα σχετικές δικογραφίες για επιθέσεις χρυσαυγιτών (με σημαντικότερη τη δολοφονία του μετανάστη Σαχζάτ Λουκμάν το 2013 από δύο ναζιστικά καθάρματα), στο πλαίσιο της ένταξης ή και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης. Η δίκη αυτή λειτούργησε ως «πλυντήριο» για όσους εξέθρεψαν και καρπώθηκαν από την άνοδο του φασισμού στην ελλάδα, ενώ αποτέλεσε και αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης από τις εκάστοτε κυβερνήσεις.

Έχει ενδιαφέρον το πώς η Χρυσή Αυγή, για δεκαετίες μία ολιγομελής οργάνωση παρακρατικών και ναζί, έφτασε μέσα σε λίγα χρόνια να γιγαντωθεί, να αποκτήσει χιλιάδες μέλη και υποστηρικτές, με αποτέλεσμα να μπει στη Βουλή το 2012 με σχεδόν 500.000 ψήφους. Οι φασίστες αποτελούν διαχρονικά ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια του κράτους και του κεφαλαίου, εκεί όπου δεν φτάνει η βία των μπάτσων ή η προπαγάνδα των δημοσιογράφων. Η αστυνομική και δικαστική τους ασυλία ήταν πάντα χαρακτηριστική, είτε ως «αγανακτισμένοι πολίτες» στις συγκρούσεις πίσω από τα ΜΑΤ είτε ως «επιτροπές κατοίκων» στις πλατείες του κέντρου. Παράλληλα, με τις επιθέσεις σε μετανάστες, πολιτικούς αντιπάλους και κοινωνικούς χώρους προσπαθούσαν να κρατήσουν τρομοκρατημένα και πειθαρχημένα το πολυεθνικό προλεταριάτο και τα κινήματα, προς όφελος των αφεντικών τους.

Η περίοδος από το 2010 και μετά ήταν περίοδος έντονου κοινωνικού αναβρασμού και σημαδεύτηκε από εκτεταμένες συγκρούσεις και άγριες απεργίες έναντια στην οικονομική κρίση και τα σκληρά μέτρα που χτύπησαν ανελέητα τις κατώτερες κοινωνικά τάξεις. Η Χρυσή Αυγή με τη φασιστική της ατζέντα για άλλη μία φορά ανασύρθηκε για να επιτελέσει τον αντικοινωνικό της ρόλο, να χρησιμοποιηθεί ενάντια στους κοινωνικούς αγώνες, να αποπροσανατολίσει, να διασπάσει και να τρομοκρατήσει την κοινωνική βάση. Με την τεράστια προβολή τους από τα ΜΜΕ, την προστασία από το κράτος, τη χρηματοδότηση από το μεγάλο κεφάλαιο, τις ευχές του κλήρου και τη συνενοχή των κομμάτων κάθε απόχρωσης, οι φασίστες κατάφεραν να αποκτήσουν πρόσωπο, δύναμη και κοινωνική απήχηση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τελικά να μπουν στη Βουλή το 2012 ως τρίτο κόμμα με 7%, κάτι που τους ενίσχυσε οικονομικά ακόμα περισσότερο, με επίσημα κρατικά κονδύλια αυτή τη φορά. Γραφεία άνοιξαν σχεδόν σε όλη την επικράτεια, ενώ στην ασυλία τους προστέθηκε και η βουλευτική.  Έτσι, μαζί με τις φιέστες, τις παρελάσεις και τα συσίτια «μόνο για έλληνες» πολλαπλασιάστηκαν και τα πογκρόμ, οι επιθέσεις, η βία και ο τρόμος σε πλατείες και γειτονιές.

Θα ήταν όμως η μισή αλήθεια αν λέγαμε ότι η η άνοδος της Χρυσής Αυγής οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην τεράστια πριμοδότηση που δέχτηκε από τα «πάνω». Οι εθνικιστικές κορώνες, τα εθνικά ιδεώδη, ο μιλιταρισμός, το ρατσιστικό δηλητήριο, η μισαλλοδοξία, πασπαλισμένα με αντισυστημικό προφίλ και αντιμνημονιακή ρητορική, βρήκαν «φιλόξενα αυτιά» σε σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Μεγάλο κομμάτι της, ούτως ή άλλως, συντηρητικής και ρατσιστικής κοινωνίας, τα χρόνια της οικονομικής κρίσης μετατοπίστηκε προς την (ακρο)δεξιά, στρώνοντας το δρόμο στα φασιστικά τάγματα. Τα πιο σκοτεινά, μισανθρωπικά, σκατόψυχα ένστικτα βρήκαν τόπο και τρόπο για να εκφραστούν. Ευθύνη δεν έχουν μόνο όσοι στήριξαν ανοιχτά τη Χρυσή Αυγή αλλά και όσοι της έκλεισαν τα μάτι, επέδειξαν ανοχή ή αδιαφορία στην εγκληματική της δραστηριότητα. Το άλλο μισό της βαρβαρότητας είναι να την ανέχεσαι.

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα αποτέλεσε την αρχή του τέλους για τη Χρυσή Αυγή ως κοινοβουλευτική και κοινωνική δύναμη. Παρόλο που τα εντεταλμένα καθάρματα των ΜΜΕ προσπάθησαν στην αρχή να αποσιωπήσουν το περιστατικό, οι αντιδράσεις και οι δυναμικές διαδηλώσεις που ξέσπασαν άμεσα σε όλη τη χώρα ανάγκασε την κυβέρνηση Σαμαρά να κινήσει διώξεις για όλα αυτά που μέχρι τότε ήταν  «κοινό μυστικό». Ήταν μάλιστα μια καλή ευκαιρία να «καθαρίσει» το κόμμα του από τις σχέσεις με το κόμμα του Μιχαλολιάκου που έβγαιναν επικίνδυνα στη φόρα (βλέπε Κασιδιάρης-Μπαλτάκος). Ακόμα, να ξεπλύνει την αστυνομία και τους υπόλοιπους κρατικούς μηχανισμούς που προστάτευαν ή/και στελέχωναν τα φασιστικά τάγματα εφόδου. Να εντείνει την επίθεση στον αναρχικό χώρο και τους αντιφασίστες/στριες, εξισώνοντάς τους με τους χρυσαυγίτες βάσει της θεωρίας των «δύο άκρων». Τέλος, να βάλει χέρι στη μεγάλη δεξαμενή των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής και να συσπειρώσει την (ακρο)δεξιά για την επερχόμενη εκλογική «μάχη» με τον Σύριζα. Και ο Σύριζα βέβαια δεν έχασε την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τη δίκη κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, συντηρώντας το «αντιφασιστικό» προφίλ του για να ξεπλύνει τη μνημονιακή και αντεργατική πολιτική του.

Μέτα από 5 χρόνια δίκης λοιπόν, διασπάσεων, αλληλοκαρφωμάτων, κλαμμάτων, δηλώσεων μετανοίας και λοιπών αρχαιοελληνικών «στάσεων» απέναντι στη δικαιοσύνη, έφτασε η ώρα της απόφασης του δικαστηρίου. Να πούμε καταρχάς ότι η αστική δικαιοσύνη δεν ήταν ποτέ τυφλή ή ανεξάρτητη· ήταν πάντοτε βαθιά ταξική και κατευθυνόμενη. Είναι δεδομένο λοιπόν ότι οποιαδήποτε απόφαση θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα και τους συσχετισμούς όπως αυτοί αποτυπώνονται στο τωρινό πολιτικό και κοινωνικό πεδίο. Παρόλαυτα, δε θεωρούμε ότι θα μπορούσε ποτέ η εξουσία να τιμωρίσει πραγματικά τους φασίστες γιατί είναι δικά της «παιδιά» και ως τέτοια τους προστατεύει. «Ξέρουμε καλά ότι καμιά κυβέρνηση στον κόσμο δεν θέλει να τσακίσει στ’ αλήθεια τον φασισμό, γιατί οι αστοί θα χρειάζεται να καταφεύγουν σε αυτόν κάθε φορά που θα τους γλιστράει η εξουσία από τα χέρια». Αυτό αποδεικνύει άλλωστε και η ατιμωρησία που απολαμβάνουν διαχρονικά οι φασίστες και οι παρακρατικοί σε αυτό τον τόπο, μεταπολεμικά, μετεμφυλιακά και μεταπολιτευτικά. Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται βεβαίως και η πρόταση της εισαγγελέως στη δίκη, όπου εισηγήθηκε την απαλλαγή των φασιστών από τις κατηγορίες της «εγκληματικής οργάνωσης».

Όσον αφορά εμάς, δεν τρέφουμε καμία αυταπάτη για τη δικαιοσύνη και τους νόμους τους. Η ιστορία μας έχει διδάξει ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος για να αντιμετωπίζεις τους ναζί και αυτός δε χωράει στα αστικά δίπολα «ενοχής» ή «αθωότητας», τον θεσμικό δήθεν αντιφασισμό  ή τις άνευρες δηλώσεις «καταδίκης των ναζί». Η μόνη γλώσσα που μιλάνε οι φασίστες είναι η βία και σε αυτή πρέπει να τους απευθυνόμαστε. Παράλληλα, το τέλος της δίκης θα αποτελέσει και το σημείο μηδέν για την επανεκκίνηση της Χρυσής Αυγής, αλλά και των υπόλοιπων μορφωμάτων που δημιουργήθηκαν από αυτήν, στο κομμάτι του «δρόμου». Άλλωστε, η δυναμική τους δε χάθηκε ποτέ αλλα «διαχύθηκε» ευρύτερα κοινωνικά. Είναι αυτοί που ξερνούν καθημερινά το φασιστικό και ρατσιστικό τους δηλητήριο στα social media, που επιτίθονται σε μαθητικές καταλήψεις, που μπλοκάρουν τους δρόμους αφήνοντας νηστικά προσφυγόπουλα, που δολοφόνησαν τον Ζακ-Zackie Oh μέρα μεσημέρι στην Ομόνοια. Δε θα πρέπει λοιπόν να τους επιτρέψουμε να ξανασηκώσουν κεφάλι αλλά να τους το σπάσουμε, άμεσα και αποφασιστικά. Σε μια περίοδο που η φασιστική ατζέντα είναι επίσημα η ατζέντα του κράτους, όπου μαίνεται ο πόλεμος απέναντι στον αναρχικό χώρο, στους μετανάστες/στριες και την κοινωνία, να ενδυναμώσουμε τους κοινούς αγώνες μας, την αλληλεγγύη, τον πόλεμο σε κράτος, κεφάλαιο και τους φασίστες τους, με κάθε μέσο και με όλα.

Γι’αυτούς τους λόγους λοιπόν, στις 7 του Οκτώβρη το πρωί θα είμαστε έξω από το Εφετείο, απέναντι στους χρυσαυγίτες, τους ένστολους κρατικούς προστάτες τους, τη δικαστική εξουσία, τους πολιτικούς πάτρωνές τους, φωνάζοντας πως:

ΟΥΤΕ ΜΕ ΚΑΤΑΔΙΚΕΣ ΟΥΤΕ ΜΕ ΦΥΛΑΚΕΣ – Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΤΣΑΚΙΖΕΤΑΙ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΣΤΙΓΜΗ, ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ, ΣΤΙΣ ΠΛΑΤΕΙΕΣ, ΣΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΥ…

PDF

Κάτω τα χέρια από την κατάληψη Terra Incognita

Τα ξημερώματα της 17ης Αυγούστου, μπάτσοι όλων των ειδών (ΔΙΑΣ, Ζ, ΜΑΤ και ΟΠΚΕ) εισβάλλουν και εκκενώνουν μία από τις ιστορικότερες καταλήψεις της Θεσσαλονίκης, την Terra Incognita (ιδιοκτησίας ΑΠΘ) στο κέντρο της πόλης. H Terra Incognita δημιουργήθηκε το μακρυνό 2004 εν μέσω κρατικής υστερίας την περίοδο των ολυμπιακών αγώνων. Λίγες μέρες μετά, στις 23 Αυγούστου, αντίστοιχη επιχείρηση πραγματοποιείται στην κατάληψη Libertatia, κατά τη διάρκεια εργασιών ανοικοδόμησής της, η οποία είχε καεί ολοσχερώς από φασιστικό όχλο μετά το εθνικιστικό συλλαλητήριο του ’18.

Οι επιχειρήσεις αυτές έρχονται να προστεθούν στη μαινόμενη κρατική επίθεση απέναντι σε πολιτικούς χώρους και καταλήψεις, μετά και την τελευταία χρονικά εκκένωση στις 26 Ιουνίου της κατάληψης Δερβενίων 56 στα Εξάρχεια. Τα μέσα που χρησιμοποιεί το κράτος για να επιβάλλει την κυριαρχία του πολλαπλασιάζονται και γίνονται αντίστοιχα με την Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προσθήκη της ομάδας ΔΡΑΣΗ (πρώην ΔΕΛΤΑ) στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, μια κίνηση που δεν αφήνει αμφιβολίες σχετικά με τις ορέξεις του κράτους γύρω από τον έλεγχο και την καταστολή των αγωνιζόμενων κομματιών.

H κρατική καταστολή απέναντι στις καταλήψεις, είτε με όρους “αριστερής διαχείρισης” είτε με όρους “τάξης και ασφάλειας” όπως αυτοί αποτυπώνονται από την ακροδεξιά κυβέρνηση της ΝΔ, έχει πολλαπλές χρήσεις. Από την ικανοποίηση των αντιδραστικών αντανακλαστικών των ψηφοφόρων που ονειρεύονται “πάταξη της ανομίας” μέχρι τον παραδειγματισμό όλων όσων τολμούν να αγωνιστούν, η καταστολή αποτελούσε ανέκαθεν την βιτρίνα της κρατικής πολιτικής. Σε συνδυασμό μάλιστα με την προπαγάνδα των ΜΜΕ αλλά και τις εξοντωτικές ποινές/κατηγορητήρια που λειτουργούν με όρους πολιτικής/οικονομικής αφαίμαξης απέναντι στον κόσμο του αγώνα, δημιουργείται μια συνθήκη ασφυξίας.

Η συγκεκριμένη συνθήκη ξεφεύγει από τα στενά όρια του α/α χώρου και ακουμπάει πλέον και ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας. Η επιδημία του παρουσιάζεται ως άλλο ένα εμπόδιο που καλούμαστε να ξεπεράσουμε με “εθνική σύμπνοια” την ώρα που η διαχείρισή της αναδεικνύει τις οξύτατες ταξικές αντιθέσεις σε όλα τα πεδία. Για παράδειγμα ενώ ο τουρισμός “άνοιξε” ουσιαστικά χωρίς όρους προς τέρψιν των μεγάλων (ντόπιων/ξένων) αφεντικών του κλάδου, οι εργαζόμενες/οι βρίσκονται αντιμέτωποι με αναστολές συμβάσεων εργασίας αν οι επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται “πλήττονται”. Μέτρα τα οποία νομοθετήθηκαν με αφορμή την “υγειονομική” κρίση αλλά σίγουρα δοκιμάζονται για το μέλλον.

Ένα μέλλον το οποίο φαντάζει ζοφερό καθώς το κράτος και οι μηχανισμοί του επιχειρούν να πάρουν πίσω τα κεκτημένα χρόνων αλλά και να διεκδικήσουν ακόμα περισσότερα. Ένα μέλλον που εμείς μπορούμε να το φανταστούμε βιώσιμο μόνο με όρους αγώνα και αλληλεγγύης. Η αλληλεγγύη δεν είναι μια λέξη χωρίς νόημα και φυσικά δεν έχει όρους και προϋποθέσεις. Στεκόμαστε δίπλα σε αυτούς/ες που αγωνίζονται με συνέπεια και αξιοπρέπεια ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο. Στηρίζουμε τις καταλήψεις και τους κοινωνικούς αγώνες. Για να επιστρέψουμε, στο μέτρο των δυνάμεών μας, το φόβο στο αντίπαλο στρατόπεδο, να υπερασπιστούμε τους χώρους και τις ιδέες μας, να κάνουμε το πολιτικό κόστος ασήκωτο βάρος για την κυριαρχία. Και αν όλα αυτά φαίνονται μάταια, για μας μάταια και αναξιοπρεπής είναι η προκαθορισμένη και ελεγχόμενη ζωή στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος. Κουβαλάμε ένα νέο κόσμο στις καρδιές μας…

Τίποτα δε τελείωσε – Όλα συνεχίζονται

Αλληλεγγύη σημαίνει επίθεση

Κάτω τα χέρια από τις καταλήψεις

Με τα συντρίμμια των εισόδων των εκκενωμένων καταλήψεων να επιτεθούμε στον παλιό κόσμο

Την Παρασκευή 26/6 τα ξημερώματα το κράτος εισέβαλε στην κατάληψη Δερβενίων 56 στα Εξάρχεια, την οποία μετέπειτα εκκένωσε και σφράγισε. Είχε προηγηθεί ασφυκτική πίεση από κάθε λογής μπάτσους τριγύρω και μπροστά απ’την κατάληψη, ενώ τα καθεστωτικά media μέσω συνεχών ρεπορτάζ με πρόσχημα τη διακίνηση ναρκωτικών στη γειτονιά την στοχοποίησαν και έστρωσαν το δρόμο για την επικείμενη εκκένωσή της. Από την εκκένωση και μετά αναπτύχθηκε μια σειρά πολύμορφων και στοχευμένων δράσεων, δείχνοντας ότι τίποτα δε μένει αναπάντητο.

Το κτίριο της Δερβενίων 56, ιδιοκτησίας ΟΣΕ, καταλήφθηκε το 2015 για να στηρίξει έμπρακτα τους μετανάστες/στριες και τους αγώνες τους. Έκτοτε συμμετείχε σε μια πληθώρα κοινωνικών αγώνων ενώ αποτέλεσε το φυσικό χώρο για πολλές πολιτικές συλλογικότητες και συνελεύσεις. Το τελευταίο διάστημα και εν μέσω της συνεχιζόμενης κατασταλτικής πολιτικής του κράτους σε όλα τα μέτωπα, η Δ56 όντας μία από τις τελευταίες πολιτικές καταλήψεις του κέντρου έδωσε τη δυνατότητα και τον απαραίτητο ζωτικό χώρο στο κίνημα να αναπνεύσει και να οργανωθεί, κάτι που δεν πέρασε όπως φάνηκε απαρατήρητο από τους διώκτες της.

Αντιλαμβανόμαστε τις καταλήψεις ως μέσα και εργαλεία του αγώνα για την κοινωνική ανατροπή. Ως αναπόσπαστο κομμάτι του αναρχικού χώρου, ως έναν από τους τρόπους που οργανώθηκε και ρίζωσε αυτός στο μητροπολιτικό κέντρο, σε κάθε γειτονιά και πόλη από τη δεκαετία του ’80. Είναι οι τόποι που επί δεκαετίες όρθωσαν αναχώματα στις πολιτικές του κεφαλαίου, που δεν επέτρεψαν στους φασίστες να μετατρέψουν τις γειτονιές σε σφαγεία αλλά αντίθετα τους έχωσαν στις τρύπες τους, που αντιστάθηκαν στην αστυνομία και έδωσαν καταφύγιο στους κατατρεγμένους/ες. Χώροι όπου δομούνται συντροφικές σχέσεις και δοκιμάζονται οι αξίες και οι ιδέες μας. Χώροι στους οποίους αποφασίζεται και οργανώνεται η εξωστρεφή μας δράση και η συλλογική μας κίνηση στο δρόμο, εκεί όπου κρίνονται όλα. Μονάχα έτσι η αυτοοργάνωση γίνεται λέξη επικίνδυνη, οι καταλήψεις ορμητήρια αγώνων και όχι «νησίδες ελευθερίας», αυτοαναφορικότητας ή εναλλακτικής διασκέδασης. Η συμμετοχή μας στην Δ56 τον τελευταίο χρόνο σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και με αυτό το πολιτικό σκεπτικό την υπερασπίζεται, όπως και τις υπόλοιπες καταλήψεις και χώρους αγώνα.

Η καταστολή της Δ56 δε μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από την συνολικότερη στρατηγική της επίθεσης που έχει εξαπολύσει το κράτος στις καταλήψεις και τον κόσμο του αγώνα, αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, δημιουργώντας μια ασφυκτική συνθήκη τριγύρω τους. Μια επίθεση που αναζωπυρώθηκε εν μέσω αριστερής διαχείρισης και κορυφώθηκε με την (ακρο)δεξιά «επιστροφή στην ομαλότητα». Με την ανάληψη της εξουσίας, οι τωρινοί διαχειριστές επιχείρησαν να εφαρμόσουν με πυγμή το τρίπτυχο «τάξη-ασφάλεια-ανάπτυξη», τώρα που οι κοινωνικοί συσχετισμοί φαίνεται προσωρινά να τους το επιτρέπουν. Το μεταναστευτικό υποκείμενο και ο αναρχικός χώρος στοχοποιήθηκαν εξαρχής ως υπεύθυνοι για την «ανομία» και τα διάφορα «άβατα εγκληματικότητας», ως ο εχθρός που έπρεπε να παταχθεί καθώς στεκόταν εμπόδιο στην πολυπόθητη ανάπτυξη και ευημερία. Έτσι, σχεδόν αμέσως δεκάδες μεταναστευτικές και πολιτικές καταλήψεις, χώροι και υποδομές αγώνα σε όλη την επικράτεια βρέθηκαν στο στόχαστρο της καταστολής. Τα Εξάρχεια μετατράπηκαν σε αστυνομοκρατούμενη ζώνη, νέες και παλιές δικαστικές διώξεις και κατηγορητήρια στήθηκαν ή ανασύρθηκαν από τα συρτάρια, η παρουσία του α/α χώρου στο δρόμο και η ύπαρξή του εν γένει ποινικοποιήθηκε. Επίθεση που όμως δεν έμεινε πάντα χωρίς απάντηση. Αντιθέτως κάποιες φορές βρήκε σθεναρή αντίσταση, η οποία αμφισβήτησε την κρατική παντοδυναμία, καταρράκωσε το γόητρό της και επέστρεψε ένα ποσοστό βίας στους φορείς της. Όχι πάντα χωρίς κόστος, κερδίζοντας όμως πολύτιμο έδαφος για τον αναρχικό χώρο.

Πίσω όμως από τα διάφορα αφηγήματα, βρίσκεται η διαρκής προσπάθεια κράτους και αφεντικών να θωρακίσουν τα συμφέροντά τους απέναντι στην κοινωνική βάση. Στο παγκόσμιο τοπίο η καπιταλιστική σχέση αναδιαρθρώνεται, επαναδιατυπώνεται. Η συστημική κρίση της τελευταίας δεκαετίας και η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερο βάθεμα των κοινωνικών ανισοτήτων, περισσότερη εκμετάλλευση, καταπίεση, πόλεμο, ξεριζωμό. Το ανθρώπινο προσωπείο του καπιταλισμού κατέπεσε οριστικά και αποκαλύφθηκε η ωμή, αντικοινωνική βία του συστήματος. Οι άγριες, νεοφιλελεύθερες πολιτικές πλέον είναι μονόδρομος για την κυριαρχία και για να επιτευχθούν θα πρέπει να τσακιστεί κάθε κοινωνική αντίσταση, κάθε φωνή που δε μιλάει τη γλώσσα του αφέντη. Το αναρχικό-αντιεξουσιαστικό κίνημα έχει αποδείξει ότι είναι ικανό να ορθώσει εμπόδια στους κρατικούς σχεδιασμούς, να αποτελέσει τον καταλύτη που σε ώσμωση με άλλα ριζοσπαστικά κοινωνικά κομμάτια θα πυροδοτήσει δυναμικούς, βίαιους αγώνες και εξεγέρσεις. Η πάταξή του λοιπόν είναι αναγκαία συνθήκη ώστε να επιβληθεί σιγή νεκροταφείου στην κοινωνία.

Η νέα πολεμική τακτική που επιχειρείται, σε καμία περίπτωση δεν επαφίεται στις προσωπικές ορέξεις ενός ή δύο υπουργών, αλλά πρόκειται για σφαιρική και μεθοδική προσέγγιση της κυριαρχίας. Στόχος της να εκμεταλλευτεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά την υπάρχουσα κοινωνική αποσάθρωση, με σκοπό την ανασύνταξη και την οργάνωση όλων των κρατικών μηχανισμών. Να εξατομικεύσει, να απομονώσει και να καταστείλει όσους και όσες παρεκκλίνουν έμπρακτα από τη νέα πολιτική κανονικότητα. Να σκορπίσει το φόβο της τιμωρίας και την ανασφάλεια ενός διαρκούς κινδύνου, στα κομμάτια που αντιστέκονται και όχι μόνο. Πρόσφυγες, μετανάστριες, άνεργοι, εργαζόμενες, απεργοί, φυλακισμένες, φοιτητές, μαθήτριες, τοπικές κοινωνίες συνθέτουν το συνολικό μέτωπο προς πειθάρχηση και καταστολή. Έτσι, καλλιεργείται το κλίμα μιας πολυεπίπεδης απειλής στο εσωτερικό της χώρας, η οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα και χειρουργικά με όποιον τρόπο και να παρουσιαστεί. Ανάπτυξη, ανάπλαση, αναδιάρθρωση, ασφάλεια, εξωτερικός και εσωτερικός εχθρός δεν είναι έννοιες άσχετες μεταξύ τους. Πρόκειται για τη νέα ομπρέλα της κυρίαρχης πολιτικής, για ένα πολυσύνθετο ψηφιδωτό σχέσεων εξουσίας κάτω από την οποία υπάγονται και γαλουχούνται, πλέον, όλοι ανεξαρτήτως.

Η πρόσφατη «πανδημία» και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε αποτέλεσαν προνομιακό περιβάλλον για το κράτος και τα αφεντικά ώστε να μετατραπεί και αυτή η κρίση σε ευκαιρία για αυτούς. Με πρόσχημα τη διαχείρισή της πέρασαν εντελώς αναίμακτα σκληρά μέτρα, προωθώντας παράλληλα αναδιαρθρωτικές αλλαγές σε όλους τους τομείς – εργασιακά, κατασταλτικά, τεχνολογικά, περιβαλλοντικά. Το τέλος της καραντίνας και η «επανεκκίνηση της οικονομίας» επιτάχυναν μια σειρά σχεδιασμών που αφορούν τον εξευγενισμό και την ανάπλαση του μητροπολιτικού κέντρου και των όμορων περιοχών. Στόχος η μετατροπή τους σε αποκλειστικές καταναλωτικές και τουριστικές ζώνες, ολοκληρωτικά παραδομένες στις ορέξεις του κεφαλαίου. Ζώνες όπου οι φτωχοποιημένοι και πλεονάζοντες πληθυσμοί δε χωράνε, όπου η αλληλεγγύη και η κάθε λογής πολιτική δραστηριότητα πρέπει να εξοβελιστούν. Έτσι, ο δημόσιος χώρος συρρικνώνεται ακόμα περισσότερο, η αναβαθμισμένη ποσοτικά και υλικοτεχνικά αστυνομία πλημμυρίζει και ελέγχει κάθε γωνία του, κάθε πολιτική δραστηριότητα αποκλείεται από το ΕΜΠ που αποτελεί ιστορικά ένα σημαντικό κινηματικό χώρο, «απείθαρχες» πλατείες και γειτονιές μπαίνουν στο στόχαστρο, το ιστορικό κέντρο πεζοδρομείται σταδιακά εκτοπίζοντας κάθε άλλη δραστηριότητα, ο κατασταλτικός ρόλος του Δήμου Αθηναίων και της αστυνομίας του αναβαθμίζεται σημαντικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο «μεγάλος περίπατος» όπου, εκτός όλων των άλλων, συντελεί έναν πολεοδομικό αντιεξεγερτικό σχεδιασμό στο κέντρο της Αθήνας. Ο παραπάνω κεντρικός και πολύπλευρος σχεδιασμός «δένει» με το πρόσφατο νόμο για περιορισμό και εξονυχιστικό έλεγχο των διαδηλώσεων. Από τη μία επιχειρείται να αποτυπωθεί ο φόβος και η ηττοπάθεια στην πλευρά των αγωνιζόμενων, ενώ από την άλλη δίνεται το πράσινο φως και νομικά σε όλες τις κρατικές συμμορίες καταστολής για τα μελλοντικά κατασταλτικά όργια. Κάτι που συνέβη και στις 9/7, στις διαδηλώσεις ενάντια στο εν λόγω νομοσχέδιο την ημέρα της ψήφισής του στη Βουλή. Τα παραπάνω σημεία δίνουν το στίγμα της πολεμικής καθημερινότητας που λαμβάνει χώρα στους δρόμους της μητρόπολης και που μαίνεται με κάθε τρόπο και σε κάθε ένταση. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου ήταν οι πολυάριθμες εκκενώσεις καταλήψεων τον τελευταίο χρόνο. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου είναι και η εκκένωση της Δερβενίων 56. Στιγμιότυπο του ίδιου πολέμου θα είναι και οι μελλοντικές κατασταλτικές κινήσεις που με μαθηματική ακρίβεια θα ακολουθήσουν στο μέλλον.

Διανύουμε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για την κοινωνία και τα κινήματα. Κράτος και κεφάλαιο εντείνουν ολοένα και περισσότερο την επίθεσή τους σε κάθε πεδίο του κοινωνικού. Στόχος τους να κυριαρχήσουν παντού, σε κάθε πτυχή της ζωής και της καθημερινότητας. Να βάλουν ταφόπλακα σε κάθε συλλογικό όραμα και διεκδίκηση, σε κάθε προοπτική αντίστασης και αγώνων. Να εξαφανίσουν τα κινήματα από τους δρόμους, εκεί όπου γράφεται η Ιστορία. Η ίδια η ύπαρξη των αναρχικών και το στίγμα τους στον κοινωνικό/ταξικό πόλεμο, τα ανατρεπτικά προτάγματα, ο αντικρατικός αγώνας, η επιθετική κίνηση και δράση είναι αντικείμενα προς εξόντωση. Τη σημασία των καταλήψεων στον κοινωνικό ανταγωνισμό την έχει αντιληφθεί πρώτα και καλύτερα η «απέναντι πλευρά», ίσως περισσότερο και από τα ίδια τα υποκείμενα του αγώνα. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η λυσσασμένη επίθεση του κράτους στους κατειλημμένους χώρους από την μία, το μούδιασμα, οι σπασμωδικές απαντήσεις ή η αποστασιοποίηση από την άλλη. Ο κατακερματισμός της αντίστασης είναι η ιδανική συνθήκη για το συνολικό σάρωμά μας. Η αλληλεγγύη με όσους δέχονται την κρατική καταστολή δεν είναι μια κούφια λέξη ή μια ιδεολογική a la carte επιταγή που περιμένει να πληρωθεί αλλά μια αναλλοίωτη επαναστατική αξία μεταξύ των καταπιεσμένων. Ή θα μοιραστούμε λοιπόν έναν κοινό αγώνα ή θα μοιραστούμε μια κοινή ήττα. Ή θα υπερασπιστούμε συλλογικά τις καταλήψεις και τα κοινωνικά κεκτημένα ή θα καταρρεύσουν σαν χάρτινοι πύργοι. Κάθε επίθεση στον κόσμο και τις δομές του αγώνα πρέπει να απαντιέται με δυσανάλογο πολιτικό κόστος για αυτούς. Ταυτόχρονα, η εμπλοκή μας και η σύνδεση με τους υπόλοιπους κοινωνικούς αγώνες είναι δυνατόν να οικοδομήσει ένα δυναμικό πλέγμα αντίστασης, ικανό να αποτρέψει την επέλαση της καταστολής και να οργανώσει την επίθεσή μας. Για την καταστροφή κεφαλαίου και κράτους, την κοινωνική επανάσταση, την Αναρχία. Στο χέρι όλων μας είναι να τους αποδείξουμε ότι η ιστορία όχι μόνο δεν τελείωσε, όπως δηλώνουν αυτάρεσκα, αλλά και τους χρωστάει μια θύελλα άγρια…

Έμπρακτη αλληλεγγύη στις καταλήψεις και τις δομές του αγώνα

Ραντεβού στους δρόμους και τα οδοφράγματα

Οι καταλήψεις είναι τα σπίτια του αγώνα (για την εκκένωση της Δερβενίων 56)

Την Παρασκευή 26/6, στις 6:15 το πρωί, έγινε εκκένωση της κατάληψης Δερβενίων 56 και διπλανής κατάληψης στέγης. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλληλέγγυος κόσμος συγκεντρώθηκε στην πλατεία Εξαρχείων, όπου και παρέμεινε για αρκετές ώρες.

Η καραντίνα που επιβλήθηκε με αφορμή την «υγειονομική κρίση» του κορωνοϊού δημιούργησε ένα προνομιακό περιβάλλον για το κράτος ώστε να προχωρήσει τα σχέδια του, και να αναβαθμίσει την ατζέντα του. Κρατώντας μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού «στο σπίτι», περιορίζοντας τις συναθροίσεις και γενικότερα την παρουσία στον δημόσιο χώρο, κλείνοντας τους πανεπιστημιακούς χώρους, το ελληνικό κράτος εξασφάλισε πως τα επενδυτικά πλάνα του ντόπιου και διεθνούς κεφαλαίου στον ελλαδικό χώρου θα συνεχίσουν, εντατικοποιώντας την καταστολή για να μην αντιμετωπίσει την παραμικρή αντίσταση.

Από τη μία λοιπόν, εισήγαγε το νομοσχέδιο με τίτλο «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας», που στρώνει τον δρόμο για την άγρια εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος, με αποκορύφωμα την τυπική κατάργηση των προστατευόμενων περιοχών Natura 2000. Το αναδυόμενο λόμπι της αιολικής ενέργειας τρίβει τα χέρια του, καθώς απελευθερώνεται μεγάλο κομμάτι της επαρχίας, μετατρέποντας τον ελλαδικό χώρο σε ένα τεράστιο οικόπεδο προς αξιοποίηση. Δεν έχασαν δευτερόλεπτο για να βγάλουν στο σφυρί τεράστια «ορεινά οικόπεδα», αλλά και να προχωρήσουν τις εργασίες διάνοιξης δρόμων και εγκατάστασης αιολικών πάρκων, ειδικά αφού η μειωμένη κίνηση στις εθνικές οδούς αποτελούσε ιδανική συνθήκη.

Ταυτόχρονα, με τις έκτακτες (λόγω κορωνοϊού) ρυθμίσεις της εργασίας, ενσωματώθηκαν στο εργασιακό περιβάλλον αλλαγές που τα αφεντικά θα ήθελαν εδώ και χρόνια να εφαρμόσουν. Μαζί με τις μειώσεις των μισθών και την ελαστικοποίηση των ωραρίων, τη μετατροπή των μισθών σε επιδόματα, την εξώθηση στην ανεργία του κόσμου της μαύρης εργασίας, δοκιμάστηκε η τηλε-εργασία και εντάθηκε η εργασία εκ περιτροπής. Αντίστοιχα, ενισχύθηκαν και οι υπηρεσίες τηλε-κατανάλωσης, με μεγάλες κερδισμένες τις μεταφορικές εταιρίες και τις ιντερνετικές υπηρεσίες (τύπου e-food) που πλέον κάνουν delivery από supermarket ως και καταστήματα ηλεκτρονικών ειδών.

Από την άλλη, το lockdown στα πανεπιστήμια αποτέλεσε το τέλειο άλλοθι για την πλήρη κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου: Πρώτα με την εκκένωση των μεταναστών από το κτίριο Γκίνη, στο συγκρότημα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείο στα Εξάρχεια, και την ανακοινωμένη ανάπλασή του, βάζοντας το κτίριο ως αιχμή του σχεδίου. Ένα κτίριο που είχε να σφραγιστεί από το τέλος της Χούντας, και αποτελεί έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς πανεπιστημιακούς χώρους πολιτικής ζύμωσης και δράσης, ταυτισμένο με τη διαχρονική παρουσία των κινημάτων σε αυτόν, πλέον είναι κλειστός, ζητείται φοιτητικό πάσο για να εισέλθεις, και προορίζεται για ανάπλαση. Ακολούθησε η απόπειρα καταστολής του κινηματικού server του espiv.net στο Πάντειο πανεπιστήμιο, που απαντήθηκε και υπερασπίστηκε με ανάλογο τρόπο.

Οι πολιτικές απαγόρευσης στον δημόσιο χώρο, δεν έχουν ακόμα αρθεί στο σύνολό τους. Οι μπάτσοι είναι περισσότεροι, και η παρουσία τους σε δρόμους και πλατείες γίνεται ασφυκτική. Οι μνήμες από την πλατεία Αγ. Γεωργίου στην Κυψέλη, την πλατεία Αγίου Ιωάννου στην Αγία Παρασκευή, όπως και αντίστοιχες κινήσεις στη Θεσσαλονίκη, είναι νωπές. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ειδωθούν τόσο το επερχόμενο νομοσχέδιο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, που είναι σε δημόσια διαβούλευση ήδη από τον Φεβρουάριο, όπως και ο χοντροκομμένος μετασχηματισμός του κέντρου της αθηναϊκής μητρόπολης με τον «μεγάλο περίπατο». Το μητροπολιτικό κέντρο είναι «πόλεμος», είναι μια διαρκής διαδικασία αντιπαράθεσης μεταξύ φτωχοποιημένων και πλεονάζοντων πληθυσμών από τη μία, και επιχειρηματιών εστίασης, τουρισμού, real estate και μπάτσων από την άλλη, με σκοπό τον εξευγενισμό και την πλήρη τουριστικοποίησή του. Μία διαδικασία αντιπαράθεσης από την οποία επιβάλλεται να απουσιάζουν οι καταλήψεις, ως εστίες αγώνα, αλλά και ως παραδείγματα αυτοοργάνωσης και κάλυψης των αναγκών μας, ντόπιων και μεταναστών.

Στον πολιτικό και οικονομικό σχεδιασμό που περιγράφουμε σημαίνοντα ρόλο έχει η οικογένεια Μητσοτάκη-Μπακογιάννη. Το βαθύ πολιτικό της παρελθόν είναι το πιο λαμπρό παράδειγμα πολιτικής οικογενειοκρατίας της Ελλάδας, που σε συνδυασμό με την ανάμειξή της σε μεγάλο κομμάτι του real estate της πρωτεύουσας, την φέρνει σε πολύ ευνοϊκή θέση. Με θέσεις-κλειδιά στην εξουσία (πρωθυπουργός και δήμαρχος) νομιμοποιούν όλες τις παρεμβάσεις τους στην πόλη, οι οποίες εκτός των ευρύτερων κρατικών συμφερόντων (οικονομικών και πολιτικών), εξυπηρετούν και τις οικογενειακές τους επιχειρήσεις στον χώρο των ακινήτων.

Η επίθεση αυτή έχει στο στόχαστρό της τους πολιτικούς χώρους, τα εργαλεία και τις υποδομές του ανταγωνιστικού κινήματος. Η κατάργηση του ασύλου σε συνδυασμό με τις εκκενώσεις των κατειλημμένων κτιρίων πρωτίστως στοχεύουν να δημιουργήσουν μία συνθήκη, στην οποία περνάει στα χέρια του κράτους το έδαφος όπου παραδοσιακά οι πολιτικές οργανώσεις της αναρχίας και της αριστεράς συναντιούνται, οργανώνονται, κοινωνικοποιούνται, πραγματοποιούν εκδηλώσεις, στηρίζονται υλικά. Ταυτόχρονα, ο δρόμος, το σημείο των μεγάλων ραντεβού, ο χώρος στον οποίο ιστορικά «γεννιούνται οι συνειδήσεις» επίσης οριοθετείται αυστηρά. Μέσα από την αναβίωση ενός χουντικού νομοσχεδίου, το οποίο αφήνει στη δικαιοδοσία της αστυνομίας και της δημοτικής αρχής τη διεξαγωγή διαδηλώσεων, η κοινωνική αλληλεπίδραση μέσα από τις πορείες, ως ακόμα ένα εργαλείο ηχηρής συλλογικής ανάδειξης των περιεχομένων, της στάσης, της ίδιας μας της πολιτικής ύπαρξης, φιλτράρεται από τους κρατικούς μηχανισμούς με βάση τα δικά τους πολιτικά και «κοινωνικοοικονομικά» κριτήρια.

Το δίπολο που τίθεται είναι «αφομοίωση ή παροπλισμός»: «Αγωνίζεσαι» εντός του επιτρεπόμενου πλαισίου, διαφορετικά δεν σου επιτρέπεται να κάνεις τίποτα. Η πολιτική επιλογή της αυτοοργάνωσης, ως πρακτική διαδικασία οργάνωσης των ατόμων με βάση της δικές τους δυνάμεις, επιθυμίες, σκοπούς και στρατηγική είναι εχθρική στους σχεδιασμούς τους. Στον αντίποδα επιχειρείται να επιβληθεί η κρατική διαμεσολάβηση για οποιαδήποτε πολιτική δραστηριότητα: Από τη διοργάνωσης μίας εκδήλωσης ή μιας συναυλίας σε μια πλατεία, ως τη διοργάνωση μιας διαδήλωσης στο κέντρο της Αθήνας, το κράτος φιλοδοξεί να είναι αυτό που θα κρίνει τους όρους με τους οποίους θα διεξάγονται οι διαδικασίες, οι διεργασίες και οι αγώνες των από τα κάτω.

Μια ακόμη πτυχή της ολομέτωπης αυτής επίθεσης είναι και η αναμόχλευση δικαστικών υποθέσεων, και τα ανυπόστατα κατηγορητήρια που εμπλέκουν συλλήβδην συντρόφους, καθιστώντας τους ομήρους του δικαστικού συστήματος.

Στο πλαίσιο της ευρύτερης επικοινωνιακής διαχείρισης της γειτονιάς των Εξαρχείων, μιας γειτονιάς που αποτελεί πεδίο ανάπτυξης αγώνων του κινήματος διαχρονικά, το κράτος στρέφει την προσοχή του στον πεζόδρομο της Δερβενίων. Με πρόσχημα τη διακίνηση ναρκωτικών, εντείνει τις αστυνομικές επιχειρήσεις στους παρακείμενους δρόμους, και συνεπικουρούμενο από διάφορα δημοσιεύματα στα ΜΜΕ, στρώθηκε τελικά ο δρόμος για την κατασταλτική επέμβαση.

Η κατάληψη Δερβενίων 56 είναι ενεργή από τον Σεπτέμβρη του 2015, αποτελώντας έναν χώρο του κινήματος με πολύμορφη συμμετοχή στους αγώνες. Εν μέσω απαγόρευσης κυκλοφορίας, παρέμεινε ανοιχτή, συνεχίζοντας τις πολιτικές της διαδικασίες, ξεκινώντας παράλληλα δομή αλληλοβοήθειας, με στόχο την κάλυψη των αναγκών των από τα κάτω, παρά τις επανειλημμένες πιέσεις που δέχτηκε από κάθε είδους δυνάμεις καταστολής.

Οι καταλήψεις είναι τα σπίτια του αγώνα και θα ματώσετε για να τις πάρετε.

Με το βλέμμα στραμμένο στις εξεγερμένες μητροπόλεις των ΗΠΑ, δεσμευόμαστε πως θα παλέψουμε, θα παραμείνουμε εδώ και θα συμβάλλουμε από την πλευρά μας στις κοινωνικές εκρήξεις του αύριο. Έχουμε ακόμα πολλά να συνεισφέρουμε στην Υπόθεση του ταξικού και κοινωνικού ανταγωνισμού από το δικό μας μετερίζι. Δεν θα σας κάνουμε τη χάρη, γιατί ξέρουμε πως χωρίς εμάς θα είναι λίγο πιο εύκολο να προχωρήσει η ολομέτωπη επίθεση σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας, από τα πάρκα και τις πλατείες, τους εργασιακούς χώρους και τα σχολεία, τα δάση και τα βουνά, τις γειτονιές και τις ζωές μας. Με όραμα έναν κόσμο χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση, χωρίς διαχωρισμούς βάσει φύλου, φυλής, σεξουαλικότητας. Έναν κόσμο που αξίζει να βιώνεται. Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να παλέψουμε ενάντια σε κράτος και αφεντικά, ενάντια σε όποιον έχει συμφέρον από τη διατήρηση της ανισότητας και της αδικίας.

Καλούμε τον κόσμο του κινήματος, τις συλλογικότητες και τις πολιτικές ομάδες, τα στέκια και τις καταλήψεις σε Αθήνα και επαρχία σε επαγρύπνηση.Ενημερώνουμε ήδη τον κόσμο της γειτονιάς για τη στάση μας, και καλούμε να πλαισιώσει συνολικά την υπεράσπιση του κατειλημμένου κτιρίου της Δερβενίων 56.

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ

κατάληψη Δερβενίων 56,

26/06/2020